ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 1 ΑΑΔ 982

8 Ιουλίου, 2002

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΗ,

Εφεσείων-Εναγόμενος,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΥΝΘΕΤΩΝ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ ΛΤΔ,

Εφεσίβλητης-Ενάγουσας.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10859)

 

Ευρήματα Δικαστηρίου ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Αξιολόγηση αξιοπιστίας μαρτύρων και κατάληξη σε ευρήματα ― Συνιστά κατ' εξοχήν έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Ευχέρεια για παραμερισμό ή ανατροπή των ευρημάτων αξιοπιστίας του πρωτόδικου δικαστηρίου παρέχεται μόνο όταν κρίνονται εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή δεν υποστηρίζονται από την μαρτυρία.

Η έφεση αυτή στρέφεται εναντίον της πρωτόδικης απόφασης με την οποία είχε εκδοθεί απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντος για το ποσό των £8.306,12 που αντιπροσώπευε το υπόλοιπο οφειλής του εφεσείοντα προς την εφεσίβλητη για την προμήθεια ζωοτροφών από το 1983 μέχρι το 1993.

Ο εφεσείων ισχυρίστηκε πως από το Μάιο 1993, που άρχισε να πληρώνει ξεχωριστά το κάθε τιμολόγιο για το εμπόρευμα που του αποστελλόταν, δεν είχε οποιοδήποτε υπόλοιπο να καταβάλει στην εφεσίβλητη.

Η επίμαχη διαφορά έγκειται στη θέση της εφεσίβλητης, που δέχεται μεν πως από το Μάιο 1993 ο εφεσείων πλήρωνε κάθε τιμολόγιο που του αποστελλόταν, αλλά υφίστατο το επίδικο υπόλοιπο μέχρι εκείνη την ημερομηνία.

Αποφασίστηκε ότι:

Η πρωτόδικη απόφαση στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην αξιοπιστία των μαρτύρων, η οποία αξιολογήθηκε στη βάση των τεκμηρίων που παρουσιάστηκαν, και στη διαπίστωση της αλήθειας των εκατέρωθεν ισχυρισμών, με κριτήριο την αυτονόητη αίσθηση του δικαστή της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η ορθότητα της προσέγγισης του πρωτόδικου δικαστηρίου επιβεβαιώνεται και από τα ακόλουθα δύο στοιχεία που ανακύπτουν από τα πρακτικά της υπόθεσης:

α) Ο ταμίας της εφεσίβλητης παρουσίασε στο Δικαστήριο αποδείξεις που εξέδωσε στον εφεσείοντα στις οποίες πάντοτε αναγραφόταν η λέξη «έναντι λογαριασμού». Δεν υπήρχε καμιά εξοφλητική απόδειξη,

β) Στις 30.11.99, οι δικηγόροι των διαδίκων συμφώνησαν ενώπιον του Δικαστηρίου όπως η κάθε πλευρά ορίσει λογιστή, οι οποίοι από κοινού να εξετάσουν τις αποδείξεις και όλα τα άλλα έγγραφα στοιχεία του λογαριασμού του εφεσείοντα με την εφεσίβλητη. Συμφωνήθηκε δε να δεσμευτούν, και να δηλωθεί ως η απόφαση του Δικαστηρίου, η οποιαδήποτε κατάληξη των λογιστών.  Η διευθέτηση δεν υλοποιήθηκε γιατί ο εφεσείων δεν όρισε λογιστή παρόλο που είχε τα έγγραφα στοιχεία στη διάθεσή του.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 31/5/00 (Αρ. Αγωγής 1909/94) με την οποία επεδίκασε υπέρ της ενάγουσας εταιρείας ποσό £8.306,12, ως υπόλοιπο οφειλής του εναγόμενου από την προμήθειά του με ζωοτροφές από την ενάγουσα.

Στ. Κιττής, για τον Εφεσείοντα.

Ι. Τυπογράφος, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.:  Στις 30.5.00 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε απόφαση υπέρ της ενάγουσας εφεσίβλητης εταιρείας εναντίον του εναγόμενου εφεσείοντα για ποσό £8.306,12, υπόλοιπο οφειλής του εφεσείοντα προς την εφεσίβλητη.

Η εφεσίβλητη προμήθευε τον εφεσείοντα από το 1983 μέχρι το 1993 με ζωοτροφές.  Τον Αύγουστο του 1993 η συνεργασία διεκόπη και σύμφωνα με την εφεσίβλητη ο εφεσείων όφειλε υπόλοιπο £8.306,12 το οποίο, αφού αρνήθηκε να πληρώσει, αποτέλεσε το αντικείμενο αγωγής που καταχώρισε στις 28.2.94. 

Η πορεία της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου ήταν θλιβερή από κάθε άποψη.  Η ακρόαση της αγωγής αναβλήθηκε πολλές φορές για διάφορους λόγους που βαραίνουν τους διάδικους.  Μερικές φορές η υπόθεση αναβλήθηκε λόγω έλλειψης χρόνου του Δικαστηρίου, ή μετά από αίτημα του δικηγόρου της εφεσίβλητης που κωλυόταν να εμφανιστεί την ημέρα της ακρόασης, αλλά, κατά κύριο λόγο, γιατί ο εφεσείων άλλαξε 4 φορές δικηγόρο.  Επίσης, τον Οκτώβριο του 1997 η εφεσίβλητη, μετά από αίτημα της και άδεια του Δικαστηρίου, προέβη σε τροποποίηση της οπισθογράφησης του κλητηρίου εντάλματος. Ας μη μας απασχολήσει όμως άλλο αυτή η πτυχή της υπόθεσης.  Η δίκη έγινε.

Μοναδικός μάρτυρας της εφεσίβλητης ήταν ο ταμίας της Κυριάκος Κωνσταντινίδης. Ο εφεσείων κατέθεσε ο ίδιος. Κάλεσε επίσης τον οδηγό του αυτοκινήτου που μετέφερε τις ζωτροφές από τα υποστατικά  της εφεσίβλητης στα υποστατικά του. 

Οι αντίθετες εκδοχές αναλύονται και συζητούνται στην πρωτόδικη απόφαση.  Ακολουθεί η δική μας σύνοψη.  Σύμφωνα με τον ταμία της εφεσίβλητης, που γνώριζε προσωπικά τα γεγονότα της υπόθεσης, η κάθε παράδοση ζωοτροφών στον εφεσείοντα γινόταν με δελτίο παραλαβής στο οποίο αναγραφόταν το είδος και η ποσότητα τους. Ο οδηγός έπαιρνε επίσης απόδειξη πληρωμής στον εφεσείοντα για ποσό έναντι του υφιστάμενου υπόλοιπου του λογαριασμού του, το οποίο προσυμφωνείτο με τον ταμία.  Το ποσό δηλαδή αυτό δεν αντιστοιχούσε προς την αξία του εμπορεύματος που παραλάμβανε κάθε φορά. Μπορεί να ήταν μεγαλύτερο ή μικρότερο, και γι΄αυτό ετηρείτο από την εφεσίβλητη κατάσταση της κίνησης του λογαριασμού του εφεσείοντα.  Ο ταμίας δέχθηκε πως τον Μάιο 1993 ο εφεσείων ζήτησε από την εφεσίβλητη να πληρώνει το ακριβές ποσό για κάθε εμπόρευμα που του αποστελλόταν, πράγμα το οποίο και έγινε.  Μέχρι την πιο πάνω όμως ημερομηνία υφίστατο ήδη το επίδικο υπόλοιπο.  Η εφεσίβλητη δεχόταν επίσης πληρωμές με μεταχρονολογημένες επιταγές, που όλες εξοφλήθηκαν, και διδόταν στον εφεσείοντα, σύμφωνα με την πολιτική της εφεσίβλητης, περιθώριο χρόνου 3 μηνών για να εξοφλεί το κάθε τιμολόγιο.

Ο εφεσείων ισχυρίστηκε πως από τον Μάιο 1993, που άρχισε να πληρώνει ξεχωριστά το κάθε τιμολόγιο για το εμπόρευμα που του αποστελλόταν, δεν είχε οποιοδήποτε υπόλοιπο να καταβάλει στην εφεσίβλητη. 

Η επίμαχη διαφορά έγκειται στη θέση της εφεσίβλητης, που δέχεται μεν πως από το Μάιο 1993 ο εφεσείων πλήρωνε κάθε τιμολόγιο που του αποστελλόταν, αλλά υφίστατο το επίδικο υπόλοιπο μέχρι εκείνη την ημερομηνία, το οποίο δημιουργήθηκε με τον τρόπο που εξηγήσαμε πιο πάνω.

Ο πρωτόδικος δικαστής, ο οποίος είχε την ευκαιρία και το πλεονέκτημα να ακούσει τους μάρτυρες, δέχθηκε ως αληθή τη θέση που πρόβαλε ο μάρτυρας εκ μέρους της εφεσίβλητης και εξέδωσε απόφαση υπέρ της.   Η υπό έφεση απόφαση στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην αξιοπιστία των μαρτύρων, η οποία αξιολογήθηκε στη βάση των τεκμηρίων που παρουσιάστηκαν, και στη διαπίστωση της αλήθειας των εκατέρωθεν ισχυρισμών, με κριτήριο την αυτονόητη αίσθηση του δικαστή της ανθρώπινης συμπεριφοράς.  Εκτός από τους λόγους που ανέλυσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, για να στηρίξει τις διαπιστώσεις του, θα σταθούμε και σε δυο άλλα στοιχεία που ανακύπτουν από το πρακτικά της υπόθεσης, και τα οποία υποστηρίζουν πως δεν υπήρχε περιθώριο διαφορετικής προσέγγισης.  Ο ταμίας της εφεσίβλητης παρουσίασε στο Δικαστήριο  αριθμό αποδείξεων που εξέδωσε στον εφεσείοντα, τεκμήριο 3, στις οποίες πάντοτε αναγραφόταν η φράση «έναντι λογαριασμού».  Δεν υπάρχει καμιά εξοφλητική απόδειξη.  Στο ίδιο τεκμήριο περιλαμβάνεται και λεπτομερής κατάσταση της κίνησης του λογαριασμού του εφεσείοντα, η οποία δεν είναι μεταφορά από τα βιβλία της εταιρείας για σκοπούς παρουσίασης της στο Δικαστήριο, αλλά η αυτούσια κατάσταση του λογαριασμού που ετηρείτο, και στην οποία  φαίνεται το επίδικο υπόλοιπο.  Και κάτι πιο σημαντικό.  Στις 30.11.99, οι δικηγόροι των διαδίκων συμφώνησαν ενώπιον του Δικαστηρίου όπως η κάθε πλευρά ορίσει λογιστή, οι οποίοι από κοινού να εξετάσουν τις αποδείξεις και όλα τα άλλα έγγραφα στοιχεία του λογαριασμού του εφεσείοντα με την εφεσίβλητη.  Συμφωνήθηκε δε να δεσμευτούν, και να δηλωθεί ως η απόφαση του Δικαστηρίου, η οποιαδήποτε κατάληξη των λογιστών.  Η διευθέτηση δεν υλοποιήθηκε γιατί ο εφεσείων δεν όρισε λογιστή.  Κάθε φορά δε που άλλαζε δικηγόρο, τα έγγραφα στοιχεία που είχε η εφεσίβλητη, ήσαν στη διάθεση τους.

Ενόψει των όσων συζητούμε πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο