ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 687
14 Μαΐου, 2002
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
KUWAIT INSULATING MATERIAL MANUFACTURING CO,
Ενάγοντες,
ν.
ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ "LADY DORIS" EX "ELIZABETH"
EX «SAPPHIRE», ΥΠΟ ΣΗΜΑΙΑ BELIZE (ΑΡ. 6),
Εναγομένου.
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 196/2001)
Ναυτοδικείο ― Δικαιοδοσία Ναυτοδικείου ― Μεταφορά αγαθών διά θαλάσσης ― Αξίωση εναγόντων, ιδιοκτητών φορτίου επί του εναγόμενου πλοίου, στηριζόμενη στην εισήγηση πως οι νυν ιδιοκτήτες του εναγόμενου πλοίου κατέστησαν θεματοφύλακες των εμπορευμάτων τους ― Κατά πόσο το Ανώτατο Δικαστήριο ως Ναυτοδικείο έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την αγωγή στη βάση των παραγράφων "h" και "s" του εδαφίου 1 του Άρθρου 1 της Administration of Justice Act 1956.
Ναυτοδικείο ― Μεταφορά αγαθών διά θαλάσσης ― Αγωγή ιδιοκτητών φορτίου εναντίον του εναγόμενου πλοίου ως θεματοφύλακα των εμπορευμάτων τους, τα οποία μεταφέρονταν με το εναγόμενο πλοίο και τα οποία δεν είχαν εκφορτωθεί και παραδοθεί σ' αυτούς, ως οι ιδιοκτήτες των εμπορευμάτων δυνάμει φορτωτικής ― Απόρριψη αγωγής ― Οι ιδιοκτήτες του φορτίου δεν απέδειξαν ότι το πλοίο δεν εκπλήρωσε το νομικό του καθήκον ως θεματοφύλακας σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, Μέρος ΧΙΙ.
Λιμάνια και Τελωνεία της Κύπρου ― Τα πλοία και σκάφη μπορούν να χρησιμοποιούν μόνο τα νομίμως καθοριζόμενα λιμάνια ― Ο περί Κωδικοποιήσεως, Επεκτάσεως και Τροποποιήσεως Ωρισμένων Νομοθετημάτων Αφορώντων εις τα Τελωνεία και τους Φόρους Καταναλώσεως Νόμος του 1967, Ν. 82/67 και το Διάταγμα που εκδόθηκε σύμφωνα με τον πιο πάνω Νόμο ΚΔΠ 93/92, 10.4.92, Άρθρο 3.
Οι ενάγοντες καταχώρησαν αγωγή στο Ναυτοδικείο εναντίον του εναγόμενου πλοίου αξιώνοντας την παράδοση φορτίου 1.500 μετρικών τόνων Soda Ash το οποίο τους ανήκει δυνάμει φορτωτικής ημερ. 20.11.97 η οποία είχε εκδοθεί από ή εκ μέρους του εναγόμενου πλοίου όταν αυτό ονομάζετο "Sapphire" και παρέμεινε επί του εναγόμενου πλοίου μετά την απόκτηση του από τους σημερινούς πλοιοκτήτες του οι οποίοι έχουν υποχρέωση φύλαξης και παράδοσης του ως θεματοφύλακες. Οι νέοι ιδιοκτήτες του πλοίου είναι η Chesham Maritime S.A.
Οι ενάγοντες ισχυρίζονται στην Αναφορά τους ότι όταν το πλοίο βρισκόταν στην Καλαμάτα τέθηκε υπό σύλληψη μετά από διαδικασία του πλοιάρχου και των μελών και πωλήθηκε σε δημόσιο πλειστηριασμό στους νυν ιδιοκτήτες του Chesham Maritime S.A. Οι ενάγοντες ισχυρίζονται επίσης πως οι σημερινοί ιδιοκτήτες του πλοίου γνώριζαν πως σ' αυτό μεταφέρεται, μεταξύ άλλων, και το φορτίο τους, για το οποίο τα ελληνικά δικαστήρια κατέστησαν τον πλοίαρχο του εναγόμενου πλοίου μεσεγγυούχο, με εντολή να το παραδώσει στους ιδιοκτήτες του ή να το εκφορτώσει προς όφελος τους σε ασφαλές λιμάνι. Αντ' αυτού το εναγόμενο πλοίο, απέπλευσε ξαφνικά από το λιμάνι της Καλαμάτας χωρίς να ειδοποιήσει τους ενάγοντες, και κατέπλευσε στο λιμάνι της Λεμεσού στις 19.11.01, οπόταν, και μετά από αίτημα τους, διετάχθη η σύλληψη του. Μέχρι τότε δεν είχε ζητήσει άδεια εκφόρτωσης του επίδικου φορτίου, αντιθέτως οι ιδιοκτήτες του δήλωσαν πως τούτο θα απέπλεε για την Ινδία, και πήρε προς τούτο και σχετική άδεια απόπλου.
Εντελώς διαφορετική ήταν η θέση που προβάλλεται από το εναγόμενο πλοίο στην Απάντηση-Υπεράσπιση του.
Μέσα στο φορτίο που μεταφέρει το εναγόμενο πλοίο περιλαμβάνεται και μεγάλη ποσότητα ανθρακασβεστίου τοποθετημένου σε βαρέλια που λόγω του χρόνου που βρίσκονται στο πλοίο πιθανό να έχουν σκουριάσει. Οι αναθυμιάσεις δε από ενδεχόμενη επαφή του με το νερό μπορεί να προκαλέσουν τεράστια έκρηξη όταν έλθουν σε επαφή με σπινθήρα. Η επικινδυνότητα του φορτίου έγινε γνωστή στην Ελλάδα και κυρίως στην Καλαμάτα, στο λιμάνι της οποίας βρισκόταν το πλοίο, οπόταν και δημιουργήθηκε δημόσια κατακραυγή εναντίον της παρουσίας του πλοίου μέσα στο λιμάνι της Καλαμάτας. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Καλαμάτας μετά από ένδικο διάβημα της Chesham Maritime S.A. διέταξε την εκφόρτωση και αποθήκευση του φορτίου στον πλέον κατάλληλο λιμένα υποδοχής, τηρουμένων των νομίμων προϋποθέσεων ασφαλούς διενέργειας των πιο πάνω ενεργειών με Χημικούς Ναυτιλίας με ευθύνη της πλοιοκτήτριας εταιρείας και του ορισθέντος μεσεγγυούχου του φορτίου. Το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι Λεμεσού στις 7.12.01. Την ίδια μέρα διατάχθηκε η σύλληψή του. Το εκδοθέν διάταγμα σύλληψης ακυρώθηκε στις 7.1.02. Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναθεωρώντας την απόφαση ακύρωσης του διατάγματος σύλληψης, διέταξε όπως το πλοίο παραμείνει προσωρινά υπό σύλληψη στο λιμάνι της Λεμεσού.
Οι ενάγοντες βασίζουν την αξίωσή τους στην εισήγηση πως η Chesham Maritime S.A., που δεν είναι εναγόμενη στην αγωγή, μετά την αγορά του πλοίου, κατέστη θεματοφύλακας των εμπορευμάτων τους που βρίσκονται σ' αυτό. Διατείνονται δε, πως, σύμφωνα με τις πρόνοιες στον περί Συμβάσεων Νόμο, Κεφ. 149 Μέρος ΧΙΙ, το εναγόμενο πλοίο οφείλει να εκφορτώσει στην Κύπρο και να τους παραδώσει τα εμπορεύματα.
Ο συνήγορος του εναγόμενου πλοίου ήγειρε προδικαστική ένσταση υποστηρίζοντας πως η αγωγή των εναγόντων δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως Ναυτοδικείου, γιατί δεν περιλαμβάνεται στις αξιώσεις του Άρθρου 1 της Administration of Justice Act 1956.
Ο συνήγορος των εναγόντων υποστήριξε πως η αξίωση τους εμπίπτει στις παραγράφους "h" και "s" του εδαφίου 1 του Άρθρου 1 της πιο πάνω αγγλικής νομοθεσίας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Δεν έχει αποδειχθεί ο ισχυρισμός των εναγόντων πως το εναγόμενο πλοίο απέπλευσε χωρίς προηγούμενη άδεια των ελληνικών αρχών, με μόνιμο σκοπό των ιδιοκτητών του να οικειοποιηθούν το φορτίο των εναγόντων.
2. Η αξίωση των εναγόντων δεν εμπίπτει σε καμιά από τις πιο πάνω πρόνοιες. Η απαίτηση τους δεν προκύπτει από οποιαδήποτε συμφωνία αναφορικά με την μεταφορά εμπορευμάτων στο πλοίο. Η αξίωση δεν μπορεί επίσης να στηριχθεί στην παράγραφο "s", γιατί αυτή αναφέρεται σε αξίωση για την επίσχεση πλοίου ή εμπορευμάτων που μεταφέρονται σ' αυτό, η δε τελευταία διάζευξη στην πρόνοια αναφέρεται σε εμπορεύματα μετά την κατάσχεσή τους. Έπεται ότι η αγωγή είναι απορριπτέα γιατί το Ανώτατο Δικαστήριο στην άσκηση της δικαιοδοσίας του ως Ναυτοδικείο, δεν έχει δικαιοδοσία στο θέμα που εγείρεται σ' αυτή.
3. Οι ενάγοντες έστω και αν ορθά τοποθετούν την αξίωση τους εναντίον του εναγόμενου πλοίου ως θεματοφύλακα των εμπορευμάτων τους, δεν κατόρθωσαν να αποδείξουν ότι το πλοίο δεν εκπλήρωσε το νομικό του καθήκον ως θεματοφύλακας, όπως αυτό ορίζεται στη σχετική νομοθεσία. Η εισήγησή τους πως το πλοίο έχει υποχρέωση να τους παραδώσει τα εμπορεύματα και ότι σκόπιμα δεν το κάνει για να τα οικειοποιηθεί δεν αποδεικνύεται από τη μαρτυρία. Ο δε εμπειρογνώμονας των εναγόντων κατέθεσε πως είναι μεν δυνατό να εκφορτωθεί το πλοίο, αλλά απαρίθμησε τέτοια μέτρα προστασίας που καθιστούν το εγχείρημα πολύ δύσκολο.
4. Το Δικαστήριο δεν έχει εξουσία να διατάξει το πλοίο να βγει έξω από τα λιμάνια της Κύπρου, μέσα όμως στα όρια των χωρικών της υδάτων, για να μεταφερθεί το φορτίο από το εναγόμενο πλοίο σε άλλο. Ιδιαίτερα αυτή η ενέργεια θα ήταν παράνομη γιατί θα ήταν αντίθετη με τη νομοθεσία της χώρας μας, που καθορίζει τα λιμάνια και τελωνεία της Κύπρου και ότι πλοία και σκάφη μπορούν να χρησιμοποιούν μόνο τα νομίμως καθοριζόμενα λιμάνια.
Ενόψει των ανωτέρω η αγωγή απορρίπτεται με έξοδα και το διάταγμα σύλληψης ακυρώνεται με την ίδια διαταγή για έξοδα υπέρ των εναγομένων.
Η αγωγή απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Kuwait Insulating Material Manufacturing Co. ν. Του πλοίου "Lady Doris" (Αρ. 2) (2002) 1 Α.Α.Δ. 77.
Αγωγή Ναυτοδικείου.
Αγωγή της ενάγουσας εταιρείας για παράδοση φορτίου 1500 μετρικών τόνων Soda Ash συσκευασμένο σε jumbo bags του 1 τόνου το οποίο ανήκει στην ενάγουσα δυνάμει φορτωτικής αρ.3 ημερ. 20.11.97 η οποία εκδόθηκε από ή εκ μέρους του εναγομένου πλοίου όταν αυτό ονομάζετο «Sapphire» και παρέμεινε επί του εναγομένου πλοίου μετά την απόκτησή του από τους σημερινούς πλοιοκτήτες του.
Α. Χαβιαράς, για τους Ενάγοντες.
Α. Γιωρκάτζης, για το Εναγόμενο πλοίο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Οι ενάγοντες, εγγεγραμμένη ιδιωτική εταιρεία εδρεύουσα στο Κουβέιτ, με την υπό συζήτηση αγωγή της που καταχώρισε στο Ανώτατο Δικαστήριο, δικαιοδοσία ναυτοδικείου, εναντίον του εναγόμενου πλοίου, αξιώνει την ακόλουθη θεραπεία, όπως διατυπώνεται στην παραγρ.(α) της Αναφοράς:
«Παράδοση φορτίου 1500 μετρικών τόνων Soda Ash συσκευασμένο σε jumbo bags του 1 τόνου το οποίο ανήκει στην ενάγουσα δυνάμει φορτωτικής αρ.3 ημερ. 20.11.97 η οποία εκδόθηκε από ή εκ μέρους του εναγομένου πλοίου όταν αυτό ονομάζετο «Sapphire» και παρέμεινε επί του εναγομένου πλοίου μετά την απόκτηση του από τους σημερινούς πλοιοκτήτες του οι οποίοι έχουν υποχρέωση φύλαξης και παράδοσης του ως θεματοφύλακες και υπαλλακτικά..........»
Στις λεπτομέρειες που εκτίθενται στην Αναφορά οι ενάγοντες ισχυρίζονται πως, στις 20.11.97 φορτώθηκαν στο πλοίο «Sapphire» 1500 τόνοι Soda Ash για να μεταφερθεί από το λιμάνι Κωνστάνζα, Ρουμανία, στο Κουβέιτ για λογαριασμό τους. Η αξία του εμπορεύματος ήταν 271.000 δολλάρια Αμερικής. Ενώ το πλοίο βρισκόταν στο Πορτ-Σάιτ πωλήθηκε σε άλλους ιδιοκτήτες. Σύμφωνα, πάλι με τους ισχυρισμούς των εναγόντων, το πλοίο συνελήφθη στο πιο πάνω λιμάνι. Απέπλευσε όμως κάτω από άγνωστες συνθήκες και έφθασε στο λιμάνι της Καλαμάτας στην Ελλάδα. Εκεί μετονομάστηκε από τους ιδιοκτήτες του Elisabeth και στη συνέχεια Queen Esther. Ενώ το πλοίο βρισκόταν στην Καλαμάτα τέθηκε υπό σύλληψη, μετά από δικαστική διαδικασία που κίνησε ο πλοίαρχος και μέλη του πληρώματος του για την είσπραξη των μισθών και άλλων ωφελημάτων τους από τους ιδιοκτήτες του πλοίου, οι τελευταίοι όμως το εγκατέλειψαν. Το πλοίο πωλήθηκε σε δημόσιο πλειστηριασμό με διάταγμα του Δικαστηρίου της Καλαμάτας, στον οποίο υπερθεματιστές ήσαν οι νυν ιδιοκτήτες του εναγόμενου πλοίου Chesham Maritime S.A. Στη συνέχεια, οι ενάγοντες ισχυρίζονται, στην Αναφορά τους, πως οι σημερινοί ιδιοκτήτες του πλοίου γνώριζαν πως σ΄αυτό μεταφέρεται, μεταξύ άλλων, και το φορτίο τους, για το οποίο τα ελληνικά Δικαστήρια κατέστησαν τον πλοίαρχο του εναγόμενου πλοίου μεσεγγυούχο, με εντολή να το παραδώσει στους ιδιοκτήτες του ή να το εκφορτώσει προς όφελος τους σε ασφαλές λιμάνι. Αντ΄αυτού το εναγόμενο πλοίο, καθώς διατείνονται οι ενάγοντες, απέπλευσε ξαφνικά από το λιμάνι της Καλαμάτας χωρίς να ειδοποιήσει τους ενάγοντες, και κατέπλευσε στο λιμάνι της Λεμεσού στις 19.11.01, οπόταν, και μετά από αίτημα τους, διετάχθη η σύλληψη του. Μέχρι τότε δεν είχε ζητήσει άδεια εκφόρτωσης του επίδικου φορτίου, αντιθέτως οι ιδιοκτήτες του δήλωσαν πως τούτο θα απέπλεε για την Ινδία, και πήρε προς τούτο και σχετική άδεια απόπλου.
Εντελώς διαφορετική είναι η θέση που προβάλλεται από το εναγόμενο πλοίο στην εκτεταμένη Απάντηση-Υπεράσπιση που καταχώρισε ο δικηγόρος του. Θα συνοψίσω τη θέση του, όπως διατυπώνεται στην Υπεράσπιση, και στη συζήτηση που θα ακολουθήσει θα φανούν πληρέστερα και καθαρότερα τα γεγονότα της υπόθεσης. Να σημειώσω αμέσως πως η έκθεση των γεγονότων στην Υπεράσπιση του εναγόμενου πλοίου είναι λεπτομερειακή και συνάδει με τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης, όπως θα αποδεικτεί παρακάτω, ενώ η παράθεση των γεγονότων, στο στάδιο τουλάχιστον της καταχώρισης της Αναφοράς, από τους ενάγοντες ήταν ελλειπής, δίδοντας έτσι μια παραπλανητική εικόνα.
Πράγματι η εταιρεία Chesham Maritime S.A., που δεν είναι εναγόμενη στην αγωγή, αγόρασε το πλοίο Sapphire που πωλήθηκε σε δημόσιο πλειστηριασμό μετά από απόφαση του Δικαστηρίου της Καλαμάτας. Η κατακύρωση και μεταβίβαση του πλοίου στην πιο πάνω εταιρεία επιμαρτυρείται στο τεκμ.14, το έγγραφο περίληψης της κατακυρωτικής εκθέσεως του συμβολαιογράφου, ενώπιον του οποίου εκπλειστηριάστηκε στις 27.12.00 το εναγόμενο πλοίο. Χρήσιμη για την υπόθεση μας είναι η πιο κάτω αναφορά στο τεκμήριο που λέει πως το πλοίο κατακυρώθηκε στην εταιρεία: «για να χρησιμεύσει σ΄αυτήν ως τέλειος τίτλος ιδιοκτησίας, η οποία θα δικαιούται από τώρα να το κατέχει, νέμεται και διαθέτει με πλήρες και απόλυτο ιδιοκτησίας δικαίωμα και ελεύθερο από κάθε βάρος, χρέος, ναυτική υποθήκη, κατάσχεση και γενικά από κάθε νομικό ελάττωμα.»
Το Δικαστήριο στην Καλαμάτα επιλήφθηκε σε σειρά διαδικασιών του ζητήματος του φορτίου που βρισκόταν στο πλοίο. Και τούτο μάλιστα προτού οι διάφοροι ιδιοκτήτες του, περιλαμβανομένων και των εναγόντων, πάρουν οποιοδήποτε μέτρο για την ανάκτηση του φορτίου που τους ανήκε.
Έρχομαι τώρα στο πιο σημαντικό μέρος της υπόθεσης. Μέσα στο φορτίο που μεταφέρει το εναγόμενο πλοίο περιλαμβάνεται και μεγάλη ποσότητα ανθρακασβεστίου τοποθετημένου σε βαρέλια που λόγω του χρόνου που βρίσκονται στο πλοίο πιθανό να έχουν σκουριάσει. Η ενδεχόμενη δε επαφή του ανθρακασβεστίου-ασετυλίνης με νερό και η κατ΄ακολουθίαν δημιουργούμενη αναθυμίαση μπορεί να προκαλέσει τεράστια έκρηξη, όταν οι αναθυμιάσεις έλθουν σε επαφή με οποιοδήποτε σπινθήρα. Η επικινδυνότητα του φορτίου έγινε γνωστή στην Ελλάδα, και κυρίως στην Καλαμάτα, στο λιμάνι της οποίας βρισκόταν το πλοίο, οπόταν και δημιουργήθηκε δημόσια κατακραυγή εναντίον της παρουσίας του πλοίου μέσα στο λιμάνι της Καλαμάτας. Μας ενδιαφέρει εδώ η τελική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας, που ελήφθη μετά από ένδικο διάβημα των ιδιοκτητών του πλοίου, δηλαδή την Chesham Maritime S.A. Η απόφαση του πιο πάνω Δικαστηρίου κατατέθηκε ενώπιον μου, τεκμ.1. Με την απόφαση αυτή το Δικαστήριο ανακαλούσε προηγούμενη του, γιατί είχαν στο μεταξύ προκύψει νέα πραγματικά περιστατικά, όπως το ίδιο το Δικαστήριο αναφέρει. Διαβάζουμε στην απόφαση τα εξής σχετικά:
«Πιο συγκεκριμένα, ο διορισθείς μ΄αυτήν μεσεγγυούχος του φορτίου, μέχρι σήμερα δεν προέβη σε κάποια πράξη διαχειρίσεως. Ο λιμένας του Πειραιά αρνήθηκε προφορικά να δεχτεί το πλοίο με το φορτίο του, όπως και ο λιμένας της Ελευσίνας με έγγραφο του Λιμενικού Ταμείου του. Κατόπιν αυτού, αφού ανακληθεί η πιο πάνω απόφαση, πρέπει να οριστεί νέος μεσεγγυούχος του φορτίου. Κατάλληλο πρόσωπο γι΄αυτό είναι ο εκάστοτε πλοίαρχος του πλοίου με την σημερινή επωνυμία «Lady Doris». Μετά την ανάκληση των ως άνω προσωρινών διαταγών το πλοίο αυτό με το φορτίο του μπορεί ελεύθερα να αποπλεύσει από τον λιμένα της Καλαμάτας εφοδιασμένο με τα απαραίτητα νομοποιητικά έγγραφα. Επειδή όμως δεν είναι γνωστός εκ των προτέρων ποιός τελικά λιμένας θα δεχτεί την εκφόρτωση του φορτίου, πρέπει να διαταχθεί η εκφόρτωση και αποθήκευση του φορτίου στον πλέον κατάλληλο και πρόσφορο λιμένα υποδοχής του. Τέλος πιθανολογήθηκε ότι το φορτίο που μεταφέρει το παραπάνω πλοίο είναι επικίνδυνο, η κατάσταση των βαρελιών που περιέχουν ανθρακασβέστιο είναι άσχημη, το δε πλοίο, λόγω της αναγκαστικής του παραμονής επί αρκετό χρόνο στον λιμένα της Καλαμάτας, έχει περιέλθει σε άσχημη επίσης κατάσταση. Όλα αυτά σε συνδυασμό με τον επερχόμενο χειμώνα και την πιθανολογούμενη οικολογική καταστροφή του λιμένος από κάποιο ατύχημα στο πλοίο, επιβάλλουν την ανάκληση των ως άνω προσωρινών διαταγών και της 864/2001 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου.»
Και η απόφαση καταλήγει με το εξής διατακτικό:
«Επιτρέπει την εκφόρτωση και αποθήκευση του φορτίου του ως άνω πλοίου, στον πλέον κατάλληλο λιμένα υποδοχής, τηρουμένων των νομίμων προϋποθέσεων ασφαλούς διενέργειας και παρακολούθησης των ανωτέρω ενεργειών με Χημικούς Ναυτιλίας με ευθύνη της πλοιοκτήτριας εταιρείας και του ορισθέντος μεσεγγυούχου του φορτίου ......»
Δεν είναι επομένως ορθός ο ισχυρισμός των εναγόντων, που προβάλλεται στην Αναφορά, αλλά και στην Απάντηση στην Υπεράσπιση, στον οποίο επέμειναν και κατά τη δίκη, πως το εναγόμενο πλοίο απέπλευσε δήθεν χωρίς προηγούμενη άδεια των ελληνικών αρχών, με μόνιμο σκοπό των ιδιοκτητών του να οικειοποιηθούν το φορτίο των εναγόντων. Στην υποστήριξη μάλιστα αυτής της ανεδαφικής θέσης αναφέρεται και σε μέρος της μαρτυρίας του ο κ. Δ. Βούτσινος, δικηγόρος, ο οποίος έδωσε τη δική του ερμηνεία, εκ μέρους των εναγόντων, της απόφασης του Πρωτοδικείου Καλαμάτας. Είπε, συγκεκριμένα, πως το ασφαλιστικό μέτρο που προβλέπεται στην απόφαση ίσχυε μόνο για τα Ελληνικά λιμάνια, και τούτο γιατί τα Ελληνικά Δικαστήρια δεν έχουν δικαιοδοσία να εφαρμόσουν τα διατάγματά τους εκτός της ελληνικής επικράτειας. Σε διευκρινιστική όμως ερώτηση μου, στην οποία υποδεικνυόταν πως το ασφαλιστικό τούτο μέτρο, όπως καθαρά φαίνεται από το κείμενο της απόφασης, δεν περιορίζεται στην ελληνική επικράτεια, μια και αφορά προσωπικά τον εκάστοτε πλοίαρχο του πλοίου, ο κ. Βούτσινος δέχθηκε πως η απόφαση στο σημείο αυτό, όπως είπε, είναι κάπως αδιευκρίνιστη. Σαφής, και ορθή κατά την άποψη μου, ήταν η γνώμη που εξέφρασε ο κ. Αυγ. Μαρούλης, επίσης δικηγόρος, που κατέθεσε για το εναγόμενο πλοίο, και ο οποίος είπε πως το κείμενο της απόφασης είναι καθαρό και δεν επιδέχεται οποιασδήποτε άλλης ερμηνείας. Το Ελληνικό Δικαστήριο κατέστησε μεσεγγυούχο του φορτίου του πλοίου τον εκάστοτε πλοίαρχο του, για να το διαχειρίζεται όπως προβλέπεται στην απόφαση, και σε περίπτωση που το διάταγμα του Δικαστηρίου δεν θα εφαρμοζόταν τότε ο πλοίαρχος θα είχε τις συνέπειες που προβλέπει ο ελληνικός νόμος.
Το πλοίο απέπλευσε, όπως αποδείκτηκε, νόμιμα από την Ελλάδα, αφού προηγουμένως εξασφάλισε άδεια απόπλου από τις ελληνικές αρχές. Κατέπλευσε στο λιμάνι της Λεμεσού στις 7.12.01. Την ίδια ημέρα μετά από αίτημα των εναγόντων συνελήφθη με δική μου απόφαση, και έκτοτε παραμένει υπό σύλληψη. Ακύρωσα το διάταγμα σύλληψης που εξέδωσα στις 7.1.02, για τους λόγους που αναφέρονται στην απόφαση μου. Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αναθεωρώντας τη δική μου απόφαση, διέταξε όπως το πλοίο παραμείνει προσωρινά υπό σύλληψη, παραπέμποντας ενώπιον μου την εξέταση όλων των υπολοίπων λόγων που προβάλλονταν από το εναγόμενο πλοίο για την ακύρωση του διατάγματος της σύλληψής του. Δες: Kuwait Insulating Material Manufacturing Co. v. Του πλοίου «Lady Doris» (Αρ. 2) (2002) 1 Α.Α.Δ. 77.
Οι ενάγοντες βασίζουν την αξίωση τους στην εισήγηση πως οι ιδιοκτήτες του εναγόμενου πλοίου, που επαναλαμβάνω δεν είναι εναγόμενοι στην αγωγή, μετά την αγορά του κατέστησαν θεματοφύλακες των εμπορευμάτων τους που βρίσκονται σ΄αυτό. Διατείνονται δε, πως, σύμφωνα με τις πρόνοιες στον περί Συμβάσεων Νόμο, Κεφ.149 Μέρος ΧΙΙ, όπου τα σχετικά άρθρα ρυθμίζουν τη λειτουργία της παρακαταθήκης στην ευρεία της έννοια καθώς και τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του θεματοφύλακα και του παρακαταθέτη, το εναγόμενο πλοίο οφείλει να εκφορτώσει στην Κύπρο και να παραδώσει τα εμπορεύματα στους ενάγοντες.
Ο δικηγόρος του εναγόμενου πλοίου στην Απάντηση-Υπεράσπιση εγείρει επτά συνολικά προδικαστικές ενστάσεις. Η πρώτη στη σειρά και ιεραρχική σπουδαιότητα είναι αυτή που αφορά στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. Εισηγείται ο συνήγορος πως η αγωγή των εναγόντων δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως Ναυτοδικείου, γιατί δεν περιλαμβάνεται στις αξιώσεις του άρθρου 1 της Administration of Justice Act 1956. O δικηγόρος των εναγόντων υπέβαλε πως η αξίωση τους εμπίπτει στις παραγράφους «h» και «s» του εδαφίου 1 του άρθρου 1 της πιο πάνω αγγλικής νομοθεσίας. Την παραγρ.«s» εγώ υπέδειξα για προβληματισμό κατά τη διάρκεια της ακρόασης.
Έχω τη γνώμη πως σε καμιά από τις πιο πάνω πρόνοιες δεν εμπίπτει η αξίωση των εναγόντων. Η απαίτηση τους δεν προκύπτει από οποιαδήποτε συμφωνία αναφορικά με την μεταφορά εμπορευμάτων στο πλοίο. Η οποιαδήποτε τέτοια συμφωνία είχε γίνει μεταξύ των εναγόντων και των πρώην ιδιοκτητών του πλοίου, με άλλο όνομα. Οι ίδιοι οι ενάγοντες παρουσίασαν τη σχετική φορτωτική, τεκμ.5, για να αποδείξουν, καθώς ο δικηγόρος τους είπε, την ιδιοκτησία τους στο εμπόρευμα μόνο, και όχι πως η αγωγή τους βασιζόταν στη φορτωτική. Εμφαντικά επανέλαβε ο δικηγόρος πως η αγωγή των εναγόντων στηρίζεται αποκλειστικά στην ευθύνη του εναγόμενου πλοίου ως θεματοφύλακα των εμπορευμάτων τους. Η αξίωση δεν μπορεί επίσης να στηριχθεί στην παράγραφο «s», γιατί αυτή αναφέρεται σε αξίωση για την επίσχεση πλοίου ή εμπορευμάτων που μεταφέρονται σ΄αυτό, η δε τελευταία διάζευξη στην πρόνοια αναφέρεται σε εμπορεύματα μετά την κατάσχεση τους. Την παραθέτω αυτούσια.
«1. ...........................................................................................
(s) any claim for the forfeiture or condemnation of a ship or of goods which are being or have been carried, or have been attempted to be carried, in a ship, or for the restoration of a ship or any such goods after seizure, or for droits of Admiralty».
Η αγωγή είναι επομένως απορριπτέα γιατί το Ανώτατο Δικαστήριο στην άσκηση της δικαιοδοσίας του ως Ναυτοδικείο, δεν έχει δικαιοδοσία στο θέμα που εγείρεται σ΄αυτή.
Θα προχωρήσω όμως να εξετάσω και την ουσία της υπόθεσης. Μολονότι αμφισβητήθηκε η ιδιοκτησία των εναγόντων στο επίδικο φορτίο, δέχομαι πως απέδειξαν ικανοποιητικά το δικαίωμα τους αυτό, τόσο με προφορική μαρτυρία του Prakash Nath Shaw, δεύτερου στην ιεραρχία στο οικονομικό τμήμα των εναγόντων, όσο και με έγγραφη. Οι ενάγοντες, έστω και αν ορθά τοποθετούν την αξίωση τους εναντίον του εναγομένου πλοίου ως θεματοφύλακα των εμπορευμάτων τους, δεν κατόρθωσαν να αποδείξουν ότι το πλοίο δεν εκπλήρωσε το νομικό του καθήκον ως θεματοφύλακας, όπως αυτό ορίζεται στη νομοθεσία μας, που παράθεσα πιο πάνω. Εισηγούνται πως το πλοίο έχει υποχρέωση να παραδώσει σ΄αυτούς τα εμπορεύματα τους, και ότι σκόπιμα δεν το κάνει για να τα οικειοποιηθεί. Από τη μαρτυρία που έχει προσαχθεί αποδεικνύεται ακριβώς το αντίθετο. Ο πλοίαρχος του πλοίου κατέστη, σύμφωνα με την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας, τεκμ.1, μεσεγγυούχος του φορτίου για να το εκφορτώσει στον πλέον κατάλληλο λιμένα υποδοχής. Κανένα λιμάνι της Ελλάδας δεν δέχθηκε την εκφόρτωση του πλοίου γιατί θεωρήθηκε πως ήταν άκρως επικίνδυνο. Η Αρχή Λιμένων Κύπρου απαγόρευσε τον είσπλουν του πλοίου στο λιμάνι της Λεμεσού και προς τούτο ειδοποίησε εγγράφως το λιμεναρχείο και τον Αξιωματικό Ναυτοδικείου με το τεκμ.15. Η κα. Ανθή Χριστοδούλου Παπαγιάννη - Διοικητικός Λειτουργός Α στην Αρχή Λιμένων Κύπρου, καταθέτοντας ενώπιον μου δήλωσε ρητά και απερίφραστα πως η Αρχή Λιμένων απαγορεύοντας την είσοδο του πλοίου στο λιμάνι ταυτόχρονα απαγορεύει και την εκφόρτωση του, γιατί θεωρεί όχι μόνο το πλοίο ως επικίνδυνο, λόγω του φορτίου που μεταφέρει, αλλά επικίνδυνη και την ίδια την εκφόρτωση του.
Η Αρχή Λιμένων Κύπρου ενήργησε βάσει των προνοιών του ομώνυμου νόμου του 1973, Ν.38/73. Δεν εξετάζεται στην παρούσα διαδικασία η ορθότητα της απόφασης της Αρχής Λιμένων, τούτο εκφεύγει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου. Να σημειώσω όμως πως και ο εμπειρογνώμονας κ.Καραμοντάνης, που κατέθεσε για τους ενάγοντες, είπε στη μαρτυρία του πως είναι μεν δυνατό να εκφορτωθεί το πλοίο, αλλά απαρίθμησε τέτοια μέτρα προστασίας που, κατά τη γνώμη μου, ουσιαστικά και ο ίδιος πιθανολογεί το πολύ δύσκολο εγχείρημα. Καθώς ο ίδιος είπε δεν είναι μόνο το επικίνδυνο φορτίο του ανθρακασβεστίου που προκαλεί το πρόβλημα. Τα αμπάρια του έχουν μείνει κλειστά για πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και κανένας δεν γνωρίζει ποιές είναι οι συνθήκες που επικρατούν εκεί μέσα. Μπορεί, είπε ο μάρτυρας, να μην υπάρχει αρκετό οξυγόνο ώστε να μπορέσει άνθρωπος να εισέλθει στα αμπάρια. Ανέφερε επίσης πως όταν μετακινηθεί η ξυλεία, που βρίσκεται στοιβαγμένη στο κατάστρωμα του πλοίου, δυνατό να προκληθεί ανισσοροπία του με αποτέλεσμα να φουντάρει, εκτός αν χρησιμοποιηθεί ειδικό μηχάνημα, που δεν έχει το πλοίο, και έμπειρος πλοίαρχος που να κάνει τους κατάλληλους χειρισμούς και ελιγμούς ώστε το πλοίο να μένει ισορροπημένο κατά την εκφόρτωση.
Οι ιδιοκτήτες του εναγόμενου πλοίου ζήτησαν από τις αρχές να τους επιτρέψει την εκφόρτωση του. Το αίτημα τους όμως απορρίφθηκε.
Ο δικηγόρος των εναγόντων στην αγόρευση του, αφού προφανώς αντελήφθη τις επιπτώσεις που θα είχε στην υπόθεση η θέση της Αρχής Λιμένων, εισηγήθηκε πως το Δικαστήριο θα μπορούσε να διατάξει το πλοίο να βγει έξω από τα λιμάνια της Κύπρου, μέσα όμως στα όρια των χωρικών υδάτων της, για να μεταφερθεί το φορτίο από το εναγόμενο πλοίο σε άλλο. Υπέδειξα βεβαίως στο συνήγορο πως το Δικαστήριο δεν έχει τέτοια εξουσία, και ιδιαίτερα πως αυτή η ενέργεια θα ήταν παράνομη γιατί θα ήταν αντίθετη με τη νομοθεσία της χώρας μας, που καθορίζει τα λιμάνια και τελωνεία της Κύπρου και ότι πλοία και σκάφη μπορούν να χρησιμοποιούν μόνο τα νομίμως καθοριζόμενα λιμάνια. Δες: τον περί Κωδικοποιήσεως, Επεκτάσεως και Τροποποιήσεως Ωρισμένων Νομοθετημάτων Αφορώντων εις τα Τελωνεία και τους Φόρους Καταναλώσεως Νόμο του 1967, Ν. 82/67, και το Διάταγμα που εκδόθηκε σύμφωνα με τον πιο πάνω Νόμο ΚΔΠ.93/92 10.4.92 άρθρο 3.
Για τα γεγονότα αναφορικά με την απόκτηση του εναγόμενου πλοίου από τους νυν ιδιοκτήτες του, της κατάληξης του από το λιμάνι της Καλαμάτας στο λιμάνι της Λεμεσού, για τις προθέσεις των ιδιοκτητών του, που αναγνωρίζουν τα δικαιώματα των ιδιοκτητών του φορτίου, κατέθεσε ενώπιον μου ο κ.Κόλιας, γνώστης των γεγονότων, που ενεργούσε εκ μέρους των ιδιοκτητών του πλοίου, και του οποίου τη μαρτυρία αποδέχομαι ως αληθή και ορθή.
Τέλος ο δικηγόρος των εναγόντων παρατήρησε πως αν οι πελάτες του παραμείνουν χωρίς θεραπεία αυτό θα ήταν άδικο. Στην απόφαση μου κατέληξα σύμφωνα, καθώς νομίζω, με το νόμο. Δεν θα υποδείξω την ορθή διαδικασία, και ιδιαίτερα το χρόνο που αυτή ενδείκνυται να αναληφθεί, για να προωθηθούν τα δικαιώματα των εναγόντων στο φορτίο τους.
Ενόψει των ανωτέρω η αγωγή απορρίπτεται με έξοδα που θα υπολογίσει ο πρωτοκολλητής και θα εγκρίνει το Δικαστήριο. Αποτέλεσμα της απόφασης μου είναι βεβαίως και η ακύρωση του διατάγματος σύλληψης του πλοίου, που εκδόθηκε στις 7/12/01, με την ίδια διαταγή για έξοδα υπέρ των εναγομένων.
Η αγωγή απορρίπτεται με έξοδα.