ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 1 ΑΑΔ 810
15 Ιουνίου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΧΑΜΠΗΣ ΝΙΚΟΛΑ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΚΕΝΤΡΙΚΟY ΣΦΑΓΕIΟΥ ΚΟΦIΝΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10645)
Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Τερματισμός απασχολήσεως ― Παράλειψη εκτέλεσης εργασίας από εργοδοτούμενο κατ' ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο ― Δεν παρέχει δικαίωμα προς αποζημίωση ― Άρθρο 5(α) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου (Ν. 24/67, όπως τροποποιήθηκε) ― Το Άρθρο 6(1) του Νόμου καθιερώνει μαχητό τεκμήριο σύμφωνα με το οποίο ο εργοδότης έχει το βάρος να αποδείξει ότι ο τερματισμός της απασχόλησης έγινε για ένα ή περισσότερους λόγους που προβλέπει το Άρθρο 5 του Νόμου.
Δικαιοδοσία Δικαστηρίων ― Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών ― Λήψη απόφασης για τερματισμό απασχολήσεως από αναρμόδιο όργανο ― Η σχετική εισήγηση δεν μπορούσε να εξεταστεί στα πλαίσια της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών για τερματισμό απασχολήσεως.
Ο εφεσείων προσλήφθηκε στην υπηρεσία των εφεσιβλήτων το 1989 ως φορτωτής. Λόγω εργατικού ατυχήματος που συνέβη το 1991 παρέμεινε εκτός εργασίας για ένα περίπου χρόνο. Τον Ιούλιο του 1992 επανήλθε και οι εφεσίβλητοι του ανέθεσαν να εκτελεί ελαφρότερη εργασία. Ο γενικός διευθυντής των εφεσιβλήτων με επιστολή του ημερομηνίας 27/6/96 πληροφόρησε τον εφεσείοντα ότι οι υπηρεσίες του τερματίζονται για το λόγο ότι δεν ανταποκρίνεται στα καθήκοντα του και δεν εκτελεί κατά ικανοποιητικό τρόπο την εργασία του, ως φορτωτής.
Ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών με την οποία αξίωσε αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση και για απώλεια σταδιοδρομίας, αναλογία 13ου μισθού, υπερωρίες καθώς και άλλα ωφελήματα απορρέοντα από το νόμο και τις συλλογικές συμβάσεις.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι:
α) Ο εφεσείων παρέλειπε να εκτελεί κατ' ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο τα καθήκοντα και την εργασία για την οποία προσλήφθηκε.
β) Οι εφεσίβλητοι, ενόψει της απαράδεκτης στάσης και συμπεριφοράς του εφεσείοντα, ορθά έδωσαν στις 27/6/96 την προειδοποίηση για τερματισμό της απασχόλησης του, εφόσον ο εφεσείων δεν δέχθηκε να μεταφερθεί σε θέση εργάτη, στην πιο ελαφριά από τις εργασίες που υπηρχαν στο σφαγείο.
Ενόψει των ανωτέρω το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι εφεσίβλητοι απέδειξαν ότι υπήρχε νόμιμος λόγος απόλυσης του εφεσείοντα από την εργασία του και απέρριψε την απαίτηση του.
Ο εφεσείων προσέβαλε την πρωτόδικη απόφαση και ισχυρίστηκε ότι:
α) Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρερμήνευσε τα γεγονότα και εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εφεσίβλητοι απέδειξαν ότι ο εφεσείων παρέλειπε να εκτελεί κατ' ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο την εργασία του.
β) Το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι απουσίες του εφεσείοντα συνιστούν τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ο εφεσείων απώλεσε την απασχόληση του ως φορτωτής είναι εσφαλμένο γιατί όλες οι απουσίες του εφεσείοντα για τις οποίες γίνεται λόγος στην πρωτόδικη απόφαση ήταν δικαιολογημένες με ιατρικά πιστοποιητικά τα οποία οι εφεσίβλητοι ουδέποτε αμφισβήτησαν.
γ) Η απόφαση του διευθυντή των εφεσιβλήτων για την απόλυση του εφεσείοντα είναι παράνομη γιατί λήφθηκε κατά παράβαση των σχετικών επί του θέματος προνοιών του νόμου. Αρμόδιο όργανο για λήψη απόφασης περί τερματισμού των υπηρεσιών του εφεσείοντα ήταν μόνο το Συμβούλιο των εφεσιβλήτων.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Σε όλες τις διαδικασίες ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών ο τερματισμός απασχόλησης εργοδοτουμένου από τον εργοδότη του, τεκμαίρεται μέχρι αποδείξεως του εναντίον, πως δεν έγινε για οποιοδήποτε από τους λόγους που εκτίθενται στο Άρθρο 5 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου (Ν. 24/67). Πρόκειται για το μαχητό τεκμήριο που καθιερώνει το Άρθρο 6(1) του νόμου σύμφωνα με το οποίο, ο εργοδότης έχει το βάρος να αποδείξει ότι ο τερματισμός της απασχόλησης εργοδοτουμένου του έγινε για ένα ή περισσότερους λόγους που προβλέπει το Άρθρο 5 του Νόμου.
Στην προκειμένη περίπτωση οι εφεσίβλητοι έθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών ικανοποιητική μαρτυρία στη βάση της οποίας το Δικαστήριο ορθά διαπίστωσε ότι ο εφεσείων παρέλειπε να εκτελεί κατ' ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο τα καθήκοντα και την εργασία του φορτωτή για την οποία προσλήφθηκε.
2. Το φαινόμενο των συχνών απουσιών για λόγους υγείας εμφανίστηκε από νωρίς και συνεχίστηκε με τρόπο συστηματικό μέχρι το τέλος της εργοδότησης. Δεν επρόκειτο για μεμονωμένα περιστατικά απουσιών για λόγους υγείας οπότε σε τέτοια περίπτωση η ανικανότητα για εργασία θα ήταν προσωρινή εντός της έννοιας της επιφύλαξης του άρθρου 5(α) του Νόμου. Εδώ οι απουσίες γίνονταν συστηματικά, καθόλη τη διάρκεια της εργοδότησης του εφεσείοντα, γεγονός το οποίο, δικαίως θεωρήθηκε πως ήταν και αυτό μέρος της παράλειψης του εφεσείοντα να εκτελεί κατ' ευλόγως ικανοποιητικο τρόπο την εργασία του.
3. Η απόφαση για τερματισμό της απασχόλησης του εφεσείοντα εξωτερικεύθηκε με επιστολή του διευθυντή των εφεσιβλήτων προς τον εφεσείοντα. Το παράπονο του εφεσείοντα ότι η απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας. Δεν είναι η περίπτωση που το Ανώτατο Δικαστήριο ασκεί αναθεωρητικό έλεγχο διοικητικής πράξης με βάση το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή κατά της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών που δόθηκε στις 20/9/99 (Αρ. Αγωγής 887/96) με την οποία απέρριψαν την αίτησή του με την οποία αξίωνε αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση και για απώλεια σταδιοδρομίας, αναλογία 13ου μισθού, υπερωρίες και άλλα ωφελήματα.
Α. Ευσταθίου, για τον Εφεσείοντα.
Ν. Οικονομίδης για Κ. Μιχαηλίδη, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων προσλήφθηκε στην υπηρεσία των εφεσιβλήτων το 1989 ως φορτωτής. Λόγω εργατικού ατυχήματος που συνέβη το 1991, παρέμεινε εκτός εργασίας για ένα περίπου χρόνο. Στην εργασία του επανήλθε τον Ιούλιο 1992 και οι εφεσίβλητοι του ανέθεσαν να εκτελεί ελαφρότερη εργασία.
Ο γενικός διευθυντής των εφεσιβλήτων με επιστολή του ημερ. 27.6.96, πληροφόρησε τον εφεσείοντα ότι οι υπηρεσίες του στο Κεντρικό Σφαγείο Κοφίνου τερματίζονται από τις 3.7.1996. Παραθέτουμε την επιστολή:
"Κύριε,
ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
Επειδή δεν ανταποκρίνεστε στα καθήκοντά σας και δεν εκτελείτε κατά ικανοποιητικό τρόπο την εργασίας σας, ως φορτωτής, θέση για την οποία έχετε προσληφθεί, με λύπη μου σας πληροφορώ ότι η απασχόληση σας στο Κεντρικό Σφαγείο Κοφίνου τερματίζεται από την Τετάρτη, 3 Ιουλίου 1996. Αντί προειδοποιήσεως θα σας καταβληθεί η ανάλογη πληρωμή σύμφωνα με το Νόμο περί Τερματισμού Απασχολήσεως.
Θα σας καταβληθούν επίσης όλα τα δικαιώματα σας που απορρέουν από τη Σύμβαση συμπεριλαμβανομένου και του φιλοδωρήματος.
Με εκτίμηση,
ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ
Γενικός Διευθυντής."
Στον εφεσείοντα καταβλήθηκαν όλα τα ωφελήματα στα οποία εδικαιούτο πλέον πληρωμή αντί προειδοποίησης με βάση το άρθρο 11(1) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου (Ν. 24/67 και τροποποιήσεων).
Ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών με την οποία αξίωσε αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση και για απώλεια σταδιοδρομίας, αναλογία 13ου μισθού, υπερωρίες, καθώς και άλλα ωφελήματα απορρέοντα από το νόμο και τις συλλογικές συμβάσεις.
Οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του εφεσείοντα ήταν νόμιμος και υπό τις περιστάσεις δικαιολογημένος. Ισχυρίστηκαν συναφώς ότι:
(α) Από τις πρώτες ημέρες της πρόσληψής του, επικαλείτο λόγους υγείας και αρνείτο να εκτελέσει την εργασία του κατά τρόπο ικανοποιητικό.
(β) Ιατροσυμβούλιο διαπίστωσε στις 19.7.90 ότι ο εφεσείων ήταν ικανός για εργασία.
(γ) Η συμπεριφορά του εφεσείοντα προς τους συναδέλφους και προϊσταμένους του ήταν απρεπής. Απουσίαζε αδικαιολόγητα από την εργασία του και γι΄ αυτό του απέστειλαν προειδοποιητικές επιστολές στις 9.10.90, 4.2.91 και 1.8.91 με τις οποίες του εφιστούσαν την προσοχή.
(δ) Οταν ο εφεσείων επανήλθε στην εργασία του μετά το εργατικό ατύχημα δεν ανταποκρινόταν στην εκτέλεση των καθηκόντων του. Το ιατροσυμβούλιο στο οποίο παραπέμφθηκε, συμβούλευσε όπως ο εφεσείων αποφεύγει να εκτελεί βαριά χειρονακτική εργασία.
(ε) Ηταν μόνο για λόγους ανθρωπιστικούς που ανέθεσαν προσωρινά στον εφεσείοντα την εκτέλεση ελαφρότερης εργασίας. Ωστόσο ο εφεσείων, συνέχισε να μην εκτελεί κατά τρόπο ικανοποιητικό την ελαφρότερη εργασία που του ανέθεσαν.
(στ) Συνέχισε να δημιουργεί προβλήματα και προστριβές και γενικά παραβίαζε ή παραγνώριζε τους κανόνες της εργασίας του.
Ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών κατέθεσαν ο διευθυντής των εφεσιβλήτων και ο εφεσείων. Ο διευθυντής των εφεσιβλήτων κ. Α. Μιχαηλίδης, περίγραψε με μελανά χρώματα τη συμπεριφορά του εφεσείοντα από της προσλήψεως του στο σφαγείο ως φορτωτή το 1989 μέχρι τον τερματισμό των υπηρεσιών του το 1996. Κατέθεσε ότι το ενδιαφέρον του εφεσείοντα για εργασία άρχισε από νωρίς να μειώνεται. Προφασιζόμενος λόγους υγείας, απουσίαζε συχνά από την εργασία του και δημιουργούσε προστριβές με τους συναδέλφους και τους προϊσταμένους του. Με αφορμή περιστατικά, που κατά την κρίση των εφεσιβλήτων συνιστούσαν ανάρμοστη συμπεριφορά και έλλειψη ενδιαφέροντος στην εκτέλεση των καθηκόντων του, απέστειλε στον εφεσείοντα γραπτές προειδοποιήσεις.
Όταν ο εφεσείων επανήλθε στην εργασία του, ύστερα από απουσία δέκα μηνών λόγω του εργατικού ατυχήματος, ήταν απρόθυμος να εκτελεί ακόμα και τις πιο ελαφρές εργασίες του σφαγείου που του είχαν ανατεθεί. Ενόψει τούτου, η διεύθυνση τον παρέπεμψε σε ιατροσυμβούλιο για εξέταση. Το ιατροσυμβούλιο αποφάνθηκε ότι ο εφεσείων όντως ήταν ικανός να εκτελεί ελαφρά εργασία. Η διεύθυνση του Σφαγείου, χωρίς να μειώσει τις απολαβές του εφεσείοντα, συνέχισε να του αναθέτει ελαφρότερη εργασία. Ο εφεσείων ωστόσο, συνέχισε την ίδια τακτική. Απουσίαζε συχνά από την εργασία του και ήταν απρόθυμος να εκτελεί με τρόπο ικανοποιητικό τα καθήκοντα του. Για να δικαιολογεί τη συμπεριφορά και τις απουσίες του προσκόμιζε ιατρικά πιστοποιητικά που εμφάνιζαν ότι έπασχε πότε από μια και πότε από άλλη ασθένεια. Η ίδια κατάσταση συνεχίστηκε όλα τα χρόνια μέχρι τον Ιούνιο 1996. Οι άλλοι φορτωτές δεν έβλεπαν με καλό μάτι την κατάσταση γιατί συνήθως, έπεφτε στους ώμους τους το βάρος της εργασίας που δεν εκτελούσε ο εφεσείων με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί εργατική αναταραχή. Γι' αυτό, αρχές Ιουνίου 1996 έγινε πρόταση στον εφεσείοντα να μεταφερθεί στο εργοστάσιο να ασχολείται με πλυσίματα και να θέτει σφραγίδες στα κρέατα με μικρή μείωση των απολαβών του, μετακίνηση που θα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για πλήρωση της θέσης (φορτωτή) που κατείχε, από άλλο πρόσωπο. Ο εφεσείων απέρριψε την πρόταση και είπε ότι ήθελε να απολυθεί για να πάρει τα δικαιώματά του. Ο εφεσείων καθόλη τη διάρκεια της εργοδότησης του στο σφαγείο κατείχε οργανικά τη θέση του φορτωτή και κάθε άλλη ελαφρότερη εργασία που του ανατέθηκε ήταν μόνο για δική του διευκόλυνση.
Ο εφεσείων αρνήθηκε τους ισχυρισμούς του διευθυντή και κατέθεσε ότι απουσίαζε από την εργασία του μόνο για λόγους υγείας οι οποίοι εβεβαιώνοντο με ιατρικά πιστοποιητικά τα οποία οι εφεσίβλητοι αποδέχονταν.
Το Δικαστήριο, κατόπιν αξιολόγησης της μαρτυρίας που δόθηκε διά ζώσης και των εγγράφων που κατατέθηκαν ως τεκμήρια, διατύπωσε ευρήματα επί των γεγονότων της υπόθεσης. Τα ευρήματα του Δικαστηρίου, συνάδουν προς την εκδοχή των εφεσιβλήτων και αποτέλεσαν τη βάση των πιο κάτω συμπερασμάτων ήτοι,
(α) Ο εφεσείων παρέλειπε να εκτελεί κατ' ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο τα καθήκοντα και την εργασία για την οποία προσλήφθηκε.
(β) Οι εφεσίβλητοι, ενόψει της απαράδεκτης στάσης και συμπεριφοράς του εφεσείοντα, ορθά έδωσαν στις 27.6.96 την προειδοποίηση για τερματισμό της απασχόλησης του, εφόσον ο εφεσείων δεν δέχθηκε να μεταφερθεί σε θέση εργάτη, στην πιο ελαφριά από τις εργασίες που υπήρχαν στο σφαγείο.
Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι εφεσίβλητοι απέδειξαν ότι υπήρχε νόμιμος λόγος, δυνάμει του άρθρου 5(α)* του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου (Ν. 24/67 όπως έχει τροποποιηθεί), απόλυσης του εφεσείοντα από την εργασία του. Παραθέτουμε το τελευταίο μέρος της πρωτόδικης απόφασης στο οποίο καταγράφεται το τελικό συμπέρασμα του δικαστηρίου.
"Και το ερώτημα που τίθεται, εν όψει των πιο πάνω ευρημάτων μας επί των γεγονότων, είναι: Ο αιτητής, πράγματι, παρέλειπε να εκτελεί κατ' ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο τα καθήκοντα της θέσης του;
Χωρίς αμφιβολία η απάντηση μας είναι ναι. Και τούτο γιατί:
Προσλήφθηκε ως φορτωτής. Θέση η οποία αμειβόταν με περισσότερα χρήματα από τις άλλες θέσεις, επειδή προϋπόθετε περισσότερη μυϊκή δύναμη. Όμως, τα καθήκοντα αυτής της θέσης τα διεκπεραίωσε ικανοποιητικά μόνο τους πρώτους 10 μήνες.
Από την ευσυνειδησία των υπαλλήλων του τμήματος αυτού, θα μπορούσε κάποιος να πει, πως εξαρτάται η έγκαιρη μεταφορά και εφοδιασμός του καταναλωτικού κοινού με κρέατα. Εκείνο που θέλουμε να πούμε είναι ότι οι φορτοεκφορτωτές οφείλουν να εκτελούν τα καθήκοντα της θέσης τους.
Από τον Οκτώβριο του 1990, μετά την πάροδο ενός χρόνου περίπου από την πρόσληψή του, συνεχώς επινοούσε τρόπους αποφυγής εκτέλεσης των καθηκόντων του. Δεν μας μένουν πολλές αμφιβολίες, από όσα είδαμε και ακούσαμε κατά την ακροαματική διαδικασία, πως αν δεν του συνέβαινε το ελαφρό εργατικό ατύχημα το Σεπτέμβριο του 1991, η απόλυση του θα γινόταν από τότε.
Όταν πλέον η κατάσταση έφθασε στο απροχώρητο, λόγω των συνεχών απουσιών, της παρακοής οδηγιών ανωτέρων του, της εριστικότητας και προκλητικότητας του έναντι των συναδέλφων του και της άρνησης του να δεχθεί την ελαφρότερη από τις δουλειές που υπήρχαν στο Σφαγείο, η διεύθυνση δεν είχε άλλη επιλογή από του να του τερματίσει την απασχόληση, ως φορτωτή. Ο δε λόγος που επικαλέσθηκε για να στηρίξει την απόφαση τερματισμού είναι, υπό τις περιστάσεις, ο μόνος προσφερόμενος για να μη του στερήσει το δικαίωμα του σε προειδοποίηση ή όπως η διεύθυνση επέλεξε σε πληρωμή αντί προειδοποίησης.
Κρίνουμε, λοιπόν, πως το Σφαγείο απέδειξε ότι ο αιτητής παρέλειπε να εκτελεί την εργασία, για την οποίαν προσλήφθηκε, κατ' ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο. Δεν ήταν δυνατό να έχει τον τίτλο και το μισθό του φορτωτή χωρίς να φορτώνει και να ξεφορτώνει σφάγια. Ούτε μπορούσε να πληρώνεται και να κάθεται. Γι' αυτό, ορθά, το Συμβούλιο του Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου, διά του γενικού διευθυντή του, στις 27.6.96 του έδωσε προειδοποίηση για τερματισμό της απασχόλησης του, μιας και δεν δέχθηκε να μεταφερθεί σε θέση εργάτη και στην πιο ελαφριά από τις εργασίες που υπήρχαν στο Σφαγείο."
Η απαίτηση του εφεσείοντα απορρίφθηκε, γι' αυτό και η παρούσα έφεση. Οι λόγοι έφεσης συνοψίζονται ως εξής:
(α) Το δικαστήριο παρερμήνευσε τα γεγονότα και εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εφεσίβλητοι απόδειξαν ότι ο εφεσείων παρέλειπε να εκτελεί κατ' ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο την εργασία του (άρθρο 5(α) του Νόμου).
(β) Το συμπέρασμα του δικάσαντος δικαστηρίου ότι οι απουσίες του εφεσείοντα συνιστούν τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ο αιτητής απώλεσε την απασχόλησή του ως φορτωτή στο Κεντρικό Σφαγείο Κοφίνου είναι εσφαλμένο γιατί όλες οι απουσίες του εφεσείοντα για τις οποίες γίνεται λόγος στην πρωτόδικη απόφαση ήταν δικαιολογημένες με ιατρικά πιστοποιητικά τα οποία οι εφεσίβλητοι ουδέποτε αμφισβήτησαν.
(γ) Η απόφαση του διευθυντή των εφεσιβλήτων για την απόλυση του εφεσείοντα είναι παράνομη γιατί λήφθηκε κατά παράβαση των σχετικών επί του θέματος προνοιών του νόμου. Αρμόδιο όργανο για λήψη απόφασης περί τερματισμού των υπηρεσιών του εφεσείοντα ήταν μόνο το Συμβούλιο των εφεσιβλήτων.
Σε όλες τις διαδικασίες ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών ο τερματισμός απασχόλησης εργοδοτουμένου από τον εργοδότη του, τεκμαίρεται μέχρι αποδείξεως του εναντίου, πως δεν έγινε για οποιοδήποτε από τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 5 του νόμου. Πρόκειται για το μαχητό τεκμήριο που καθιερώνει το άρθρο 6(1) του νόμου σύμφωνα με το οποίο, ο εργοδότης έχει το βάρος να αποδείξει ότι ο τερματισμός της απασχόλησης εργοδοτουμένου του έγινε για ένα ή περισσότερους λόγους που προβλέπει το άρθρο 5 του νόμου.
Στην προκείμενη περίπτωση οι εφεσίβλητοι έθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών ικανοποιητική μαρτυρία στη βάση της οποίας το Δικαστήριο ορθά διαπίστωσε ότι ο εφεσείων παρέλειπε να εκτελεί κατ' ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο τα καθήκοντα και την εργασία του φορτωτή για την οποία προσλήφθηκε. Έχει προκύψει από τη μαρτυρία ότι ο εφεσείων όταν ανέλαβε την εκτέλεση ελαφρότερης εργασίας λόγω του εργατικού ατυχήματος που υπέστη, συνέχισε να μην αποδίδει ικανοποιητικά και να δημιουργεί προβλήματα στους εργοδότες του, είτε λόγω των προστριβών του με άλλα μέλη του προσωπικού είτε λόγω της συμπεριφοράς του έναντι των προϊσταμένων του. Η απροθυμία του εφεσείοντα να εκτελεί ικανοποιητικά την εργασία του ήταν ένα από τα στοιχεία που ο διευθυντής των εφεσιβλήτων τόνισε ιδιαίτερα.
Ένα άλλο στοιχείο που επηρέασε αρνητικά την ικανότητα του εφεσείοντα για εργασία ήταν οι συχνές απουσίες του που δικαιολογούσε εκ των υστέρων με ιατρικά πιστοποιητικά που προσκόμιζε στους εργοδότες του. Το φαινόμενο των συχνών απουσιών για λόγους υγείας εμφανίστηκε από νωρίς και συνεχίστηκε με τρόπο συστηματικό μέχρι το τέλος της εργοδότησης. Δεν επρόκειτο για μεμονωμένα περιστατικά απουσιών για λόγους υγείας οπότε σε τέτοια περίπτωση η ανικανότητα για εργασία θα ήταν προσωρινή εντός της εννοίας της επιφύλαξης του άρθρου 5(α) του νόμου. Εδώ οι απουσίες γίνονταν συστηματικά, καθόλη τη διάρκεια της εργοδότησης του εφεσείοντα, γεγονός το οποίο, δικαίως θεωρήθηκε πως ήταν και αυτό μέρος της παράλειψης του εφεσείοντα να εκτελεί κατ' ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο την εργασία του.
Η πρόσκαιρη ανάθεση ελαφρότερης εργασίας για λόγους ανθρωπιστικούς, ένεκα του εργατικού ατυχήματος δεν μετέβαλε το εργασιακό καθεστώς του εφεσείοντα. Ο εφεσείων είχε υποχρέωση είτε να επιστρέψει πίσω στην εργασία του φορτωτή για την οποία προσλήφθηκε ή να αποδεχθεί την πρόταση των εφεσιβλήτων για εκτέλεση ελαφρότερης εργασίας με χαμηλότερο μισθό. Όπως φάνηκε ο εφεσείων δεν είχε διάθεση για εργασία είτε από τη μια είτε από την άλλη θέση, γεγονός το οποίο, επέφερε τον τερματισμό της απασχόλησής του από τους εφεσίβλητους. Θα ήταν άδικο κάτω από αυτές τις περιστάσεις να πληρώνουν οι εφεσίβλητοι μισθό φορτωτή στον εφεσείοντα και αυτός να μην εκτελεί καθόλου ή να μην εκτελεί κατά τρόπο ικανοποιητικό τα καθήκοντα της θέσης για την οποία προσλήφθηκε και να επωμίζονται οι άλλοι εργαζόμενοι το δικό του μερίδιο εργασίας.
Η απόφαση για τερματισμό της απασχόλησης του εφεσείοντα εξωτερικεύθηκε με επιστολή του διευθυντή των εφεσιβλήτων προς τον εφεσείοντα ημερ. 27.6.96. Το παράπονο του εφεσείοντα ότι η απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας. Δεν είναι η περίπτωση που το Ανώτατο Δικαστήριο ασκεί αναθεωρητικό έλεγχο διοικητικής πράξης με βάση το άρθρο 146.1 του Συντάγματος.
Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.