ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 1 ΑΑΔ 97
7 Φεβρουαρίου, 2000
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
Αναφορικα με την αιτηση του Νικου Ευαγγελου(ΑΡ. 1) και τωρα στισ Κεντρικεσ φυλακεσ για εκδοση ενταλματοσ Habeas Corpus και/ή Certiorari,
και
Αναφορικα με την Αστυνομια και το Διευθυντη
των Κεντρικων Φυλακων,
και
Αναφορικα με την αιτηση του Νικου Ευαγγελου για
την εκδοση αδειασ υποβολησ αιτησησ για εκδοση
ενταλματοσ certiorari.
(Αίτηση Αρ. 141/99)
Κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας ― Από προβληματικούς διαδίκους οι οποίοι, με την αόριστη επίκληση συνταγματικών δικαιωμάτων, καταφεύγουν σε αβάσιμες διαδικασίες στις οποίες σπαταλάται ο πολύτιμος χρόνος του Δικαστηρίου ― Εισήγηση Εφετείου προς αντιμετώπιση τέτοιων περιπτώσεων.
Με το υπό συζήτηση ένδικο διάβημα ο αιτητής ζητά την έκδοση: α) εντάλματος Habeas Corpus με σκοπό να αποφυλακιστεί αμέσως από τις κεντρικές φυλακές όπου κρατείται και β) εντάλματος Certiorari ώστε να ακυρωθεί η ποινή της εικοσαήμερης φυλάκισης που του επιβλήθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για περιφρόνηση του, κατά τη διάρκεια ακρόασης ποινικής υπόθεσης.
Ο αιτητής ο οποίος καταχώρησε πληθώρα παρομοίων αιτήσεων που εκκρεμούν, ανέφερε στο Δικαστήριο πως σε ένα ολόκληρο μήνα, εκτός από μία ημερομηνία, δεν είχε διαθέσιμη μέρα ώστε να ορίσει το Δικαστήριο τη συνέχιση της υπόθεσης του, γιατί τις υπόλοιπες μέρες βρισκόταν ενώπιον άλλων Δικαστηρίων.
Το Εφετείο αποφάνθηκε ότι η αόριστη επίκληση συνταγματικών δικαιωμάτων από προβληματικούς διαδίκους οι οποίοι καταφεύγουν σε αβάσιμες διαδικασίες, συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου και εισηγήθηκε ότι σε τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει να εφαρμόζεται η διάταξη του Άρθρου 163(2)(β) του Συντάγματος για συνοπτική διεξαγωγή της διαδικασίας για οποιοδήποτε ένδικο μέσο που είναι προδήλως αβάσιμο η προπετές ή που ασκήθηκε με σκοπό την παρέλκυση της απονομής της δικαιοσύνης.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αίτηση.
αίτηση από τον αιτητή για άδεια καταχώρισης αίτησης για έκδοση διατάγματος Habeas Corpus ώστε να αποφυλακιστεί αμέσως από τις Κεντρικές Φυλακές, όπου εκρατείτο καθώς και διατάγματος Certiorari ώστε να ακυρωθεί η ποινή της εικοσαήμερης φυλάκισης η οποία του επιβλήθηκε από το Επαρχ. Δικ. Λεμεσού για καταφρόνησή του.
Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως.
Ν. Ταλαρίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τη Δημοκρατία.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Με το υπό συζήτηση ένδικο διάβημα ο αιτητής ζητά την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus με σκοπό να αποφυλακιστεί αμέσως από τις κεντρικές φυλακές, όπου κρατείται, γιατί προφανώς θεωρεί τον εγκλεισμό του παράνομο. Επιδιώκει επίσης και την έκδοση εντάλματος certiorari ώστε να ακυρωθεί η ποινή της εικοσαήμερης φυλάκισης που του επιβλήθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για περιφρόνηση του, κατά τη διάρκεια της ενώπιον του ακρόασης της ποινικής υπόθεσης 17716/95.
Ο αιτητής υποστηρίζει την αίτηση του με ένορκη δήλωση από 19 σελίδες περίπου. Η αίτηση και η ένορκη δήλωση είναι ιδιόγραφες. Διάβασα με προσοχή ολόκληρη τη δικογραφία και κατά τη σημερινή ακρόαση διευκρινίστηκαν τα πιο κάτω σημεία, στα οποία συμφώνησε και ο αιτητής. Δεν υπήρχε βέβαια περίπτωση να γίνει διαφορετικά γιατί αφορούσαν γεγονότα δικαστικής διαδικασίας. Η εικοσαήμερη φυλάκιση που του επιβλήθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, για περιφρόνηση του, ακυρώθηκε από το Εφετείο στις 20.1.2000 στην ποινική έφεση 6838. Για να συμπληρώσω τα γεγονότα, αναφέρω πως το εφετείο έκρινε ότι ο αιτητής είχε στερηθεί της ευκαιρίας να εξασφαλίσει τις υπηρεσίες δικηγόρου της επιλογής του, κατά παράβαση του άρθρου 12.5(γ) του Συντάγματος, για να υπερασπιστεί στη διαδικασία περιφρόνησης του δικαστηρίου. Η καταδίκη του σε 12 μήνες φυλάκιση στην ποινική υπόθεση 5442/95 είναι αντικείμενο της έφεσης που υπέβαλε, αριθμ. 6758, στην οποία η απόφαση έχει επιφυλαχθεί.
Ενόψει των πιο πάνω δεδομένων ζήτησα από τον αιτητή να μου πει τι επιδιώκει με την υπό συζήτηση αίτηση, και του εξήγησα τη δικαιοδοσία μου σ' αυτή τη διαδικασία. Τον διέκοψα να μιλά, αφού έκρινα πως ήταν ολωσδιόλου εκτός θέματος, και ότι η συνέχιση της συζήτησης απέληγε σε κατάφωρη κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου.
Μ' αυτή την ευκαιρία αισθάνομαι την υποχρέωση να σχολιάσω και το φαινόμενο, που, κατά την ταπεινή μου βεβαίως άποψη, μαστίζει πλέον τα Δικαστήρια της Κύπρου, την κατάχρηση δηλαδή της διαδικασίας του Δικαστηρίου από προβληματικούς διάδικους, οι οποίοι με την αόριστη επίκληση συνταγματικών δικαιωμάτων πλημμυρίζουν τα Δικαστήρια με αβάσιμες διαδικασίες στις οποίες σπαταλάται ο πολύτιμος χρόνος τους, εις βάρος του διάδικου που δικαιολογημένα προσφεύγει στα Δικαστήρια.
Ο ενώπιον μου αιτητής έχει σήμερα στο Ανώτατο Δικαστήριο εκτός από την παρούσα αίτηση ακόμα μια σε άλλο αδελφό Δικαστή. Το πρωτοκολητείο με πληροφόρησε επίσης πως έχει πληθώρα αιτήσεων που εκκρεμούν, όλες με το ίδιο περιεχόμενο. Και τούτο επιβεβαιώνεται από τη στιχομυθία που είχε ο αιτητής με το Δικαστή του Δικαστηρίου Λεμεσού, όπως καταγράφεται στα πρακτικά, όταν διεξαγόταν ενώπιον του η ποινική υπόθεση, στην οποία αναφέρθηκα προηγουμένως. Ο αιτητής λοιπόν ανέφερε στο Δικαστήριο πως σε ένα ολόκληρο μήνα, εκτός από μια ημερομηνία, δεν είχε διαθέσιμη μέρα ώστε να ορίσει το Δικαστήριο τη συνέχιση της υπόθεσης του, γιατί τις υπόλοιπες μέρες βρισκόταν ενώπιον άλλων Δικαστηρίων.
Έχω λοιπόν τη γνώμη πως σε τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει να εφαρμόζεται, στο ορθό της πλαίσιο, η διάταξη του άρθρου 163(2)(β) του Συντάγματος για συνοπτική διεξαγωγή της διαδικασίας για οποιοδήποτε ένδικο μέσο που είναι προδήλως αβάσιμο ή προπετές ή που ασκήθηκε με σκοπό την παρέλκυση της απονομής της δικαιοσύνης. Τούτο δε μπορεί να αποφασιστεί στη βάση ολόκληρης της δικογραφίας και των εγγράφων που καταθέτει ο αιτητής, και που, στην αντίληψη μου, και σύμφωνα με σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ικανοποιούν (οι γραπτές παραστάσεις), τη συνταγματική επιταγή για ακρόαση του ενδιαφερόμενου.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.