ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 1 ΑΑΔ 2326

17 Δεκεμβρίου, 1998

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΔΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσείων-Eναγόμενος,

v.

G.T.P. ELECTRICAL PRODUCTS LTD,

Εφεσιβλήτων-Eναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 8928)

 

Συμβάσεις — Αντιπροσωπεία — Ανάληψη μεσολαβητικών προσπαθειών από την Κυπριακή Κυβέρνηση για είσπραξη χρημάτων τα οποία οφείλοντο σε Κυπρίους εξαγωγείς από εταιρεία του εξωτερικού — Κρίθηκε ότι η Κυπριακή Κυβέρνηση ενεργούσε σαν αντιπρόσωπος των Κυπρίων εξαγωγέων και είχε υποχρέωση να τους καταβάλει οποιοδήποτε όφελος απεκόμισε εξ αιτίας της ιδιοτητάς της αυτής — Ο περί Συμβάσεων Νόμος, Κεφ. 149, Άρθρα 176, 177 και 178.

Λέξεις και Φράσεις — "Αντιπρόσωπος" στο Άρθρο 142 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149.

Οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες είχαν να παίρνουν το ποσό των στερλινών £989.310 από πωλήσεις που έκαμαν προς Κρατική Ιρακινή Εταιρεία.  Σε κάποιο στάδιο, οι εφεσίβλητοι και ορισμένοι Κύπριοι εξαγωγείς αντιμετώπιζαν προβλήματα είσπραξης των χρημάτων που τους όφειλε η Κρατική Ιρακινή Εταιρεία. Τότε η Κυπριακή Δημοκρατία ανέλαβε πρωτοβουλία να διαπραγματευθεί με την Ιρακινή Κυβέρνηση για επίλυση του προβλήματος και στις 10.4.1989 υπογράφτηκε στη Βαγδάτη σχετικό Πρωτόκολλο μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας που είναι οι εφεσείοντες-εναγόμενοι και της Κυβέρνησης του Ιράκ.

Με βάση τη συμφωνία αυτή έγινε έμβασμα του οφειλόμενου προς τους εφεσίβλητους ποσού στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και η Ιρακινή εταιρεία με τέλεξ ημερ. 3.7.89 πληροφόρησε σχετικά την Κεντρική Τράπεζα.  Στις 17.11.89 η Κεντρική Τράπεζα κατέβαλε στους εφεσίβλητους το ποσό.

Οι εφεσίβλητοι, με την αγωγή τους εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, αξίωσαν το ποσό των τόκων που προέκυψε από το έμβασμα κατά το χρόνο της καθυστέρησης της πληρωμής του, που κατ' ισχυρισμό ανερχόταν στο ποσό των £46.220, που είναι το ισάξιο ποσό των στερλινών £57.775.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι εφεσείοντες αντιπροσώπευαν τα συμφέροντα των Κύπριων εξαγωγέων και επομένως είχαν καθήκον να αποδώσουν στους εφεσίβλητους οποιοδήποτε όφελος είχαν αποκτήσει από τη διενέργεια των πράξεων της αντιπροσωπείας και εξέδωσε απόφαση εναντίον τους για το ποσό των τόκων εκ στερλινών £50.430 ή το ισόποσο σε Κυπριακές λίρες, χωρίς διάταγμα για έξοδα.

Στην έφεση, οι εφεσείοντες πρόβαλαν τους ίδιους λόγους που προώθησαν στο πρωτόδικο Δικαστήριο.  Συνοπτικά, αμφισβήτησαν ότι η Κυπριακή Κυβέρνηση ενήργησε ως αντιπρόσωπος των Κυπρίων εξαγωγέων και υπέβαλαν ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα εφάρμοσε τις αρχές που διέπουν τη σχέση αντιπροσώπου και αντιπροσωπευομένου, σύμφωνα με τις οποίες ο αντιπρόσωπος υπέχει νομική υποχρέωση να αποδώσει στον αντιπροσωπευόμενο οποιοδήποτε όφελος αποκομίσει εξαιτίας της ιδιότητάς του αυτής.  Εισηγήθηκαν, επίσης, ότι και αν ακόμη εκληφθεί ως δεδομένο ότι κατά το σχετικό χρόνο η Κυπριακή Κυβέρνηση ενεργούσε ως αντιπρόσωπος των Κυπρίων εξαγωγέων, δεν προκύπτει απαραίτητα ότι οι εφεσίβλητοι δικαιούνται σε απόδοση του επίδικου ποσού.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ενόψει των προνοιών του Άρθρου 142 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, και των γεγονότων που συμφωνήθηκαν μεταξύ των διαδίκων, γίνεται φανερό πως η Κυπριακή Κυβέρνηση δεν ενεργούσε σαν τρίτος διαπραγματευτής αλλά σαν αντιπρόσωπος των εξαγωγέων.

2.  Λόγω της κατακράτησης του εμβάσματος, το οποίο αφορούσε τους εφεσίβλητους από τις 3.7.89 - 17.11.89, η εφεσείουσα επωφελήθηκε τους τόκους από την κατακράτηση που ανέρχονταν στο ποσό των στερλινών £50.430.

3.  Δυνάμει των Άρθρων 176, 177 και 178 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, οι εφεσείοντες, ως αντιπρόσωποι, είχαν υποχρέωση να καταβάλουν στους εφεσίβλητους κάθε ποσό που λήφθηκε για λογαριασμό τους.  Επομένως, οι τόκοι που προέκυψαν από την καθυστέρηση αποπληρωμής του εμβάσματος στους εφεσίβλητους ανήκουν σ' αυτούς.

Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ορθή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντος.

Έφεση.

Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Nικολαΐδης, E.Δ.), που δόθηκε στις 12 Mαρτίου, 1993 (Aρ. Aγωγής 2841/90) εναντίον του εναγομένου για το ποσό στερλινών £50.430 που αντιπροσώπευε τόκους που προέκυψαν από την καθυστέρηση αποπληρωμής του εμβάσματος στους ενάγοντες.

Μ. Παμπαλλή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τον Eφεσείοντα.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για τους Eφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Χρυσοστομής.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.:  Οι ενάγοντες-εφεσίβλητοι, από πωλήσεις που διενήργησαν προς κρατική Ιρακινή εταιρεία, είχαν να παίρνουν το ποσό των στερλινών £989.310.  Σε κάποιο στάδιο οι εφεσίβλητοι και ορισμένοι άλλοι Κύπριοι εξαγωγείς, αντιμετώπιζαν προβλήματα είσπραξης των χρημάτων που τους όφειλε η κρατική Ιρακινή εταιρεία. Η Κυπριακή εταιρεία, στην προσπάθειά της να βοηθήσει τους Κύπριους εξαγωγείς να εισπράξουν το λαβείν τους, ανέλαβε μεσολαβητικές προσπάθειες και στις 10.4.1989 υπογράφτηκε στη Βαγδάτη σχετικό Πρωτόκολλο μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας, που είναι οι εφεσείοντες-εναγόμενοι και της Κυβέρνησης του Ιράκ.

Με βάση τη συμφωνία αυτή έγινε έμβασμα του οφειλόμενου προς τους εφεσίβλητους ποσού στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, πλην όμως η πληρωμή στους εφεσίβλητους από την Κεντρική Τράπεζα καθυστέρησε να πραγματοποιηθεί.

Οι εφεσίβλητοι, με την αγωγή τους εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, αξίωσαν το ποσό των τόκων που προέκυψε από το έμβασμα κατά το χρόνο της καθυστέρησης της πληρωμής του, που κατ' ισχυρισμό ανερχόταν στο ποσό των £46.220, που είναι το ισάξιο ποσό των στερλινών £57.775.

Διαζευκτικά, οι εφεσίβλητοι αξίωσαν το ίδιο ποσό ως αποζημιώσεις για παράνομη κατακράτηση ή/και αδικαιολόγητο πλουτισμό από μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Η αξίωση των εφεσίβλητων δεν έγινε αποδεκτή.

Κατά την ακρόαση της αγωγής δεν ακούστηκε μαρτυρία, πλην όμως οι διάδικοι συμφώνησαν τα γεγονότα, που είναι τα ακόλουθα:

"Οι ενάγοντες από πωλήσεις στις οποίες προέβηκαν προς Κρατική Ιρακινή Εταιρεία είχαν να παίρνουν διάφορα ποσά, μεταξύ των οποίων και ποσό στερλινών £989,310.  Σε κάποιο στάδιο ορισμένοι Κύπριοι εξαγωγείς - μεταξύ των οποίων και οι ενάγοντες - αντιμετώπιζαν προβλήματα είσπραξης των χρημάτων που τους όφειλε η Κρατική Ιρακινή Εταιρεία. Τότε η Κυπριακή Κυβέρνηση ανέλαβε μεσολαβητικές προσπάθειες. Οι ενάγοντες μαζί με άλλους 16 ενδιαφερόμενους εξαγωγείς συμφώνησαν όπως δεσμευτούν με τις πρόνοιες οποιασδήποτε συμφωνίας που θα υπογραφόταν μεταξύ των Κυβερνήσεων Κύπρου και Ιράκ κατόπιν επαφών Κυπριακής Τεχνικής Επιτροπής με την Ιρακινή Κυβέρνηση στο Ιράκ.  Η δέσμευσή τους αυτή εκφράστηκε γραπτώς και κατατέθηκε ενώπιόν μας.  Στις 10.4.1989 υπογράφηκε Πρωτόκολλο στη Βαγδάτη μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης του Ιράκ.

Οι ενάγοντες ήταν οι μόνοι από τους 16 εξαγωγείς στους οποίους οφείλονταν στερλίνες, ενώ προς τους υπόλοιπους οφείλονταν σε δολλάρια.  Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο που υπογράφτηκε μεταξύ της Κυπριακής Κυβέρνησης και της Κυβέρνησης του Ιράκ (τεκμ. 2), η πληρωμή του πιο πάνω ποσού στους ενάγοντες έπρεπε να γίνει το Νοέμβριο του 1989.  Την 3η Ιουνίου 1989, το ποσό των στερλινών £989,310 πιστώθηκε σε λογαριασμό της National Westminster Bank προς όφελος της Κεντρικής Τράπεζας εκ μέρους της Κρατικής Ιρακινής Εταιρείας.

Ακολούθησε αλληλογραφία μεταξύ της Κυπριακής Τράπεζας και Τράπεζας Rafidain στο Ιράκ, μέσω της οποίας η Κρατική Ιρακινή Εταιρεία απέστειλε χρήματα (τεκμ. 3 ως 7).  Με τέλεξ ημερομ. 3.7.89 η Ιρακινή Εταιρεία πληροφορούσε την Κεντρική Τράπεζα ότι το ποσό των στερλινών £989,310 κατατέθηκε προς όφελος της στην πιο πάνω τράπεζα του Λονδίνου.  Η Κεντρική Τράπεζα απάντησε με τέλεξ ημερομ. 6.7.89, του οποίου η παράγραφος 3 έλεγε τα εξής:

".....3. However, we have a problem with your sterling remittance. We understand that this is meant for the GTP Electrical Products Ltd and it refers to exports effected in 1987. These exports have not as yet a turn for payment according to the priorities set out in the agreed minutes.

Το τέλεξ προχωρεί να καθορίσει τις προτεραιότητες σύμφωνα με το Πρωτόκολλο και καταλήγει:

"... Please advice us urgently as to how you propose to rectify the situation. Your sterling remittance will remain in abeyance in suspence account pending your advice."

Η απάντηση της Τράπεζας Rafidain του Ιράκ έφθασε με τέλεξ ημερομ. 12.7.89 και ανάφερε τα εξής:

"Further to our telex dated 3.7.89 and your telex 6 July 89 regarding sterling pound 909310 which was remitted to your goodbank according to the agreement between us please note thαt the abovementioned amount represent various L/C issued by our branches and the following details may help you to do the needful."

Ακολουθούν λεπτομέρειες που δείχνουν ότι οι πιο πάνω πιστωτικές επιστολές ήταν προς όφελος των εναγόντων.  Το τέλεξ τελειώνει λέγοντας ότι:

"We hope that the matter now is clear to you."

Ακολούθησε άλλο τέλεξ ημερομ. 15.7.89, στο οποίο η Κεντρική Τράπεζα επαναδιατυπώνει τις θέσεις της, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί στο τέλεξ της ημερομ. 6.7.89 για να το ακολουθήσει άλλο τέλεξ από την Τράπεζα Rafidain ημερομ. 27.2.89 με ουσιαστικά το ίδιο νόημα όπως η προηγούμενη θέση της.

Οι ενάγοντες, με επιστολές των δικηγόρων τους, ημερομ. 11.7.89 και 28.7.89, ζήτησαν την καταβολή του ποσού των στερλινών £989,310 στους ενάγοντες.  Το ποσό αυτό τελικά τους καταβλήθηκε στις 17.11.89.  Κατά την περίοδο μεταξύ της 3.7.89 και 17.11.89, το πιο πάνω ποσό δεν καταβλήθηκε σε κανένα άλλο Κύπριο χρεώστη που είχε προτεραιότητα, αλλά κατακρατήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα.

Οι δικηγόροι των μερών συμφώνησαν περαιτέρω ότι αν βρισκόταν ότι οι εφεσίβλητοι δικαιούνται σε αποζημιώσεις, πράγμα που οι εφεσείοντες αρνούνται, τότε αυτές ανέρχονται σε ποσό στερλινών £50,430 που αντιπροσωπεύει τόκο για την περίοδο μεταξύ 3.7.89 και 17.11.89.  Διευκρινίστηκε επίσης ότι το ποσό των στερλινών £50,430 αποτελεί το quantum των αποζημιώσεων μόνο στην περίπτωση που οι εφεσίβλητοι δικαιούνται σε αποζημίωση, δεδομένου ότι οι εφεσείοντες αρνούνται ότι οι εφεσίβλητοι δικαιούνται σε οποιαδήποτε αποζημίωση. 

Μέχρι σήμερα κανένα άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν έχει εγείρει απαίτηση εναντίον της Δημοκρατίας σε σχέση με την κατακράτηση του πιο πάνω ποσού από την Κεντρική Τράπεζα για την περίοδο μεταξύ 3.7.89 και 17.11.89."

Παρόλο που τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης ήταν παραδεκτά, εντούτοις υπήρξε διαφωνία μεταξύ των διαδίκων ως προς την αξιολόγησή τους και τη σχέση που δημιουργήθηκε μεταξύ τους.

Ήταν η θέση των εφεσίβλητων ότι η Κυπριακή Κυβέρνηση ενήργησε ως αντιπρόσωπος των 16 εξαγωγέων, μεταξύ των οποίων ήταν και οι εφεσίβλητοι.  Για το συγκεκριμένο ποσό των στερλινών £989.310, που είχαν να παίρνουν οι εφεσίβλητοι, ισχυρίστηκαν ότι η Κυβέρνηση ενήργησε ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό τους και σαν επακόλουθο όφειλε να τους δώσει το όφελος που άντλησε, δηλαδή τους τόκους που προέκυψαν από την καθυστέρηση αποπληρωμής τους.

Η θέση των εφεσειόντων ήταν αντίθετη.  Έγινε εισήγηση ότι δεν δημιουργήθηκε σχέση αντιπροσώπου και αντιπροσωπευομένου και ότι το Τεκμ. 1 δεν αποτελεί συμφωνία αντιπροσώπευσης, ούτε και δίδεται ρητά εξουσία είσπραξης των οφειλομένων χρημάτων.  Επίσης, έγινε ισχυρισμός πως και αν ακόμα υπήρξε συμφωνία αντιπροσώπευσης, δεν υπήρξε παράβαση της συμφωνίας αυτής.  Σχετικά με το θέμα του αδικαιολόγητου πλουτισμού, που οριοθετείται με το άρθρο 70 του Κεφ. 149,  έγινε εισήγηση ότι δεν καλύπτει την επίδικη περίπτωση. 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατάληξε ότι οι εφεσείοντες αντιπροσώπευαν τα συμφέροντα των Κύπριων εξαγωγέων και επομένως είχαν καθήκο να αποδώσουν στους εφεσίβλητους οποιοδήποτε όφελος είχαν αποκτήσει από τη διενέργεια των πράξεων της αντιπροσωπείας και εξέδωσε απόφαση εναντίον τους για το ποσό των τόκων εκ στερλινών £50.430 ή το ισόποσο σε Κυπριακές λίρες, χωρίς διάταγμα για έξοδα.

Με την υπό κρίση έφεση οι εφεσείοντες, με τους λόγους της έφεσής τους, πρόβαλαν τους ίδιους λόγους που προώθησαν στο πρωτόδικο Δικαστήριο για να αντικρούσουν την υπόθεση των εφεσειόντων.  Συνοπτικά, αμφισβητήθηκε ότι το Πρωτόκολλο  που υπογράφτηκε αποτέλεσε συμφωνία που η Κυπριακή Δημοκρατία συνομολόγησε και υπέγραψε ως αντιπρόσωπος, εκ μέρους και για λογαριασμό των 16 Κυπρίων εξαγωγέων. Ο ρόλος που διαδραμάτισε η Κυπριακή Κυβέρνηση, αναφέρθηκε, ήταν καθαρά υποβοηθητικός και μεσολαβητικός και επενέργησε στην ουσία ως τρίτος και όχι ως αντιπρόσωπος, σε μια προσπάθεια να γεφυρώσει τυχόν διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών. Η δικηγόρος των εφεσειόντων προσπάθησε έτσι να τεκμηριώσει πως το Πρωτόκολλο που υπογράφτηκε μεταξύ των δύο Κυβερνήσεων δεν υπογράφτηκε εκ μέρους και για λογαριασμό άλλων και πως η δήλωση, Τεκμ. 1, δεν αποτέλεσε συμφωνία αντιπροσωπείας μεταξύ των Κυπρίων εξαγωγέων και της Κυπριακής Δημοκρατίας και υπέβαλε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα εφάρμοσε τις αρχές που διέπουν τη σχέση αντιπροσώπου και αντιπροσωπευομένου, σύμφωνα με τις οποίες ο αντιπρόσωπος υπέχει νομική υποχρέωση να αποδώσει στον αντιπροσωπευόμενο οποιοδήποτε όφελος αποκομίσει εξαιτίας της ιδιότητάς του αυτής. Τέλος, εισηγήθηκε ότι και αν ακόμα εκληφθεί ως δεδομένο ότι κατά το σχετικό χρόνο η Κυπριακή Κυβέρνηση ενεργούσε ως αντιπρόσωπος των Κυπρίων εξαγωγέων, δεν προκύπτει απαραίτητα ότι οι εφεσίβλητοι δικαιούνται σε απόδοση του επίδικου ποσού. 

Οι εισηγήσεις της δικηγόρου της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν μας βρίσκουν σύμφωνους. Από τα συμφωνηθέντα γεγονότα και τη δέσμη εγγράφων που κατατέθηκε εκ συμφώνου, προκύπτει σαφώς  πως η Κυπριακή Δημοκρατία ανέλαβε πρωτοβουλία να διαπραγματευθεί με την Ιρακινή Κυβέρνηση με στόχο να επιλύσει το πρόβλημα που είχε εγερθεί αναφορικά με τη μη αποπληρωμή των ποσών που η Κυβέρνηση του Ιράκ όφειλε στους 17 Κύπριους εξαγωγείς. Προς τούτο οι Κύπριοι εξαγωγείς υπέγραψαν τη δήλωση, Τεκμ. 1, και δεσμεύθηκαν έναντι της Κυπριακής Κυβέρνησης ότι θα συμφωνούσαν και θα δεσμεύοντο από τις πρόνοιες οποιασδήποτε συμφωνίας η Κυπριακή Κυβέρνηση ήθελε υπογράψει με την Ιρακινή Κυβέρνηση.  Τέτοια συμφωνία, που προνοεί μεταξύ άλλων και τους όρους αποπληρωμής, τελικά συνήφθη και εκφράστηκε υπό μορφή Πρωτοκόλλου - Τεκμήριο 2 - όπου στην πρώτη παράγραφο αναφέρονται τα ακόλουθα:

"With reference to the Agreed Minutes of the Third session of the Cyprus - Iraq Joint Committee, held in Baghdad from 7th - 10th March, 1989, a Cyprus Government delegation visited Iraq between the 8th and 11th April, 1989 with a view to discussing with the Iraqi Government arrangments for payments of amounts already due by Iraq in 1988 and 1989 and those falling due until the end of 1989 in respect of goods exported and projects executed by Cypriots, as well as matters relating to the further promotion of trade and economic relations between the two countries."

Επίσης, η παράγρ. 3 του Πρωτοκόλλου αναφέρει ότι:

"All payments made by the Iraqi side ..... shall be made to the Government of the Republic of Cyprus for and behalf of the Cyprus side."

Το άρθρο 142 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, αναφέρει ότι:

"An 'agent' is a person employed to do any act for another or to represent another in dealings with third persons."

Eνόψει των προνοιών του άρθρου 142 και των γεγονότων που συμφωνήθηκαν μεταξύ των διαδίκων, γίνεται φανερό πως η Κυπριακή Κυβέρνηση δεν ενεργούσε σαν τρίτος διαπραγματευτής, αλλά σαν αντιπρόσωπος των 17 εξαγωγέων. Η αντιπροσωπεία της Κυπριακής Δημοκρατίας είχε εξουσιοδότηση να διαπραγματευθεί το θέμα της αποπληρωμής των Κυπρίων εξαγωγέων και να τους δεσμεύσει με το Πρωτόκολλο.  Κατάληξε σε συμφωνία με την Ιρακινή Κυβέρνηση και δέσμευσε τους Κύπριους εξαγωγείς και συμφωνήθηκε όπως  οι αποπληρωμές γίνονται μέσω της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επίσης, η Κυπριακή Κυβέρνηση δεσμεύθηκε να προβαίνει σε ακύρωση των γραμματίων, πιστώσεων και των συναλλαγματικών πoυ υπογράφτηκαν από την Ιρακινή Κυβέρνηση προς όφελος των Κύπριων εξαγωγέων.

Με την κατάληξη μας αυτή, παραμένει να απαντηθεί το ερώτημα κατά πόσο υπό τις περιστάσεις οι εφεσίβλητοι δικαιούνται να πληρωθούν τους τόκους που προέκυψαν από την καθυστέρηση πληρωμής σε αυτούς, του ποσού που απέστειλε νωρίτερα προς εξόφληση της οφειλής της η Ιρακινή Κυβέρνηση.  Σε αυτό το στάδιο θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εφεσείοντες δεν διεκδικούν κυριότητα των τόκων αυτών.  Επίσης δεν έχει εγερθεί αξίωση από άλλους εξαγωγείς ότι το έμβασμα του οφειλόμενου προς τους ενάγοντες ποσού που έγινε πρόωρα από την Ιρακινή Κυβέρνηση, δεν έπρεπε να πληρωθεί στους εφεσίβλητους αλλά  σε άλλους εξαγωγείς που είχαν σειρά να πληρωθούν με βάση το Πρωτόκολλο.

Η Κυπριακή Κυβέρνηση προσπάθησε να ενεργήσει σύμφωνα με το Πρωτόκολλο και να πληρώσει  το συγκεκριμένο ποσό σε άλλους εξαγωγείς που είχαν προτεραιότητα πληρωμής, πλην όμως η Ιρακινή Κυβέρνηση  επέμενε ότι το σχετικό έμβασμα,  που ήταν το μοναδικό σε στερλίνες, αφορούσε τους εφεσίβλητους.  Το ποσό αυτό κατακρατήθηκε μέχρις ότου γίνουν οι διευκρινίσεις από την Ιρακινή Κυβέρνηση και πληρώθηκε τελικά στους εφεσίβλητους την 17.11.89.  Λόγω της κατακράτησης αυτής, από τις 3.7.89-17.11.89 η εφεσείουσα επωφελήθηκε τους τόκους από την κατακράτηση, που ανέρχονται στο ποσό των στερλινών £50.430.  Είναι αυτό το ποσό που οι εφεσίβλητοι αξίωσαν και και για το οποίο εκδόθηκε απόφαση από το πρωτόδικο Δικαστήριο εναντίον των εφεσειόντων.

Με βάση τα άρθρα 176, 177 και 178 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, ο αντιπρόσωπος έχει υποχρέωση να καταβάλλει στον αντιπροσωπευόμενο κάθε ποσό που λήφθηκε για λογαριασμό του και στην προκείμενη περίπτωση η εφεσείουσα είναι υποχρεωμένη να καταβάλει το ποσό των τόκων που προέκυψε από την καθυστέρηση πληρωμής στους εφεσίβλητους.  Οι εφεσείοντες ενεργούσαν ως αντιπρόσωποι των Κύπριων εξαγωγέων και το σχετικό έμβασμα έγινε για να πληρωθούν οι εφεσίβλητοι.  Επομένως, οι τόκοι που προέκυψαν από την καθυστέρηση αποπληρωμής ανήκουν στους εφεσίβλητους, δεδομένου ότι προέκυψαν από την καθυστέρηση πληρωμής του εμβάσματος στους εφεσίβλητους.

Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι επομένως ορθή.  Κανένας από τους λόγους της έφεσης δεν ευσταθεί.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντος.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο