ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 2290
8 Δεκεμβρίου, 1998
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΆΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9
ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ
ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI ΚΑΙ MANDAMUS,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 10.7.98 ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΈΝΤΙΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗ Κ. ΚΩΣΤΑ Δ. ΚΑΜΕΝΟΥ ΣΤΗΝ
ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 490/95,
ΜΕΤΑΞΥ:
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Αιτητή,
ν.
FAMAGUSTA GENERAL AGENCY LTD.,
Καθ' ων η αίτηση.
(Αίτηση Αρ. 79/98)
Προνομιακά Εντάλματα — Certiorari και Mandamus — Αίτηση για έκδοση ενταλμάτων Certiorari και Mandamus εναντίον απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών με την οποία απερρίφθη αίτηση του αιτητή για σύνταξη και υποβολή υπομνήματος προς το Ανώτατο Δικαστήριο — Κατά πόσο το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών είχε εξουσία να επέμβει στα νομικά σημεία των οποίων την παραπομπή ζήτησε ο εφεσείων — Κατά πόσο τα προτεινόμενα να υποβληθούν στο υπόμνημα θέματα αποτελούσαν νομικά ζητήματα ή όχι.
Λέξεις και Φράσεις — "Νομικό σημείο" ή "νομικό ερώτημα" — Δεν υπάρχει πλήρης και εξαντλητικός ορισμός — Περιλαμβάνει όμως εφαρμογή του νόμου σε αναντίλεκτα γεγονότα, ζήτημα ερμηνείας και οριοθέτησης του σκοπού του νόμου, λανθασμένη άσκηση της διακριτικής εξουσίας ή άσκηση διακριτικής εξουσίας με βάση λανθασμένες νομικές αρχές, δικαστική ενέργεια χωρίς μαρτυρία, συμπεράσματα που είναι αντίθετα ή δε συνάδουν με την ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου μαρτυρία, άποψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου πάνω στα πρωτογενή γεγονότα που δεν μπορεί εύλογα να υποστηριχθεί.
Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) εξέδωσε απόφαση μετά από ακροαματική διαδικασία, με την οποία απεφάνθη ότι η απόλυση του αιτητή δεν ήταν παράνομη, αλλά οφείλετο σε λόγους πλεονασμού. Ο αιτητής ζήτησε τη σύνταξη υπομνήματος προς το Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό να εφεσιβάλει την εν λόγω απόφαση. Το Δ.Ε.Δ. απέρριψε το αίτημα. Στη συνέχεια ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση για έκδοση εντάλματος certiorari για να ακυρωθεί η απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών με την οποία απερρίφθη το αίτημά του για τη σύνταξη του υπομνήματος, ισχυριζόμενος ότι οι λόγοι που πρότεινε ήταν νομικοί λόγοι και επίσης για έκδοση εντάλματος mandamus με το οποίο να διαταχθεί το Δ.Ε.Δ. όπως υποβάλει υπόμνημα (case stated) και περιλάβει τους, υπό του αιτητού, ζητηθέντες λόγους.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο Δικαστής, με την παραδοχή αφ' ενός ότι "υποβόσκει ενδεχομένως νομικό ερώτημα" και την εξέταση αφ' ετέρου των προνοιών του Άρθρου 21 του Περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου 24/67, καταλήγοντας ότι ορθά το εν λόγω άρθρο δεν λήφθηκε υπόψη, ανεπίτρεπτα αποφάσισε το αντικείμενο των προτεινομένων λόγων της έφεσης και εμπόδισε τον αιτητή να παρουσιάσει την υπόθεσή του ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κατά παράβαση της σχετικής νομολογίας.
2. Ο πρώτος προτεινόμενος λόγος που αναφέρεται στο ότι εσφαλμένα το Δ.Ε.Δ. αποφάσισε ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του αιτητή έγινε κάτω από συνθήκες πλεονασμού, αφού εσφαλμένα ερμηνεύθηκαν και/ή παραγνωρίσθηκαν οι πρόνοιες του Νόμου 24/67, συνιστά καθαρά νομικό σημείο. Οι υπόλοιποι δύο λόγοι αφορούν επίσης νομικά σημεία, ήτοι εφαρμογής του νόμου σε αναντίλεκτα γεγονότα, ζήτημα ερμηνείας και οριοθέτησης του σκοπού του νόμου, δικαστικής ενέργειας χωρίς μαρτυρία και εσφαλμένης ερμηνείας του νόμου.
Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Stylianides v. Paschalidou (1985) 1 C.L.R. 49,
Kyriakides (1992) 1(A) Α.Α.Δ. 26.
Αίτηση.
Aίτηση με την οποία ο αιτητής ζητά την έκδοση εντάλματος certiorari εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Eργατικών Διαφορών, ημερ. 10 Iουλίου, 1998 (Aρ. Aίτησης 490/95), με την οποία απορρίφθηκε αίτημά του για σύνταξη υπομνήματος προς παραπομπή στο Aνώτατο Δικαστήριο των νομικών λόγων υπ' αριθμό 1(α)(β)(γ) και έκδοση εντάλματος mandamus με το οποίο να διατάσσεται το Δικαστήριο Eργατικών Διαφορών όπως υποβάλει υπόμνημα και περιλάβει τους, υπό του αιτητή, ζητηθέντες νομικούς λόγους.
Φ. Τσαγγαρίδης, για τον Aιτητή.
Α. Πούγιουρος, για τους Kαθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
KPONIΔHΣ, Δ.: Μετά από άδεια του Δικαστηρίου τούτου καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση για έκδοση διατάγματος της φύσεως Certiorari για να ακυρωθεί απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών, ημερομηνίας 10.7.1998, με την οποία απερρίφθη αίτημα για τη σύνταξη υπομνήματος προς παραπομπή στο Ανώτατο Δικαστήριο των νομικών λόγων υπ' αριθμό 1(α)(β)(γ) όπως φαίνονται στην αίτηση για σύνταξη υπομνήματος ημερομηνίας 29.6.1998, και έκδοση διατάγματος Mandamus με το οποίο το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών να διατάσσεται όπως υποβάλει υπόμνημα (case stated) και περιλάβει τους, υπό των αιτητών, ζητηθέντες λόγους υπ' αριθμό 1(α)(β)(γ).
Την 12.6.1998 το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών εξέδωσε απόφαση μετά από ακροαματική διαδικασία, με την οποία απεφάνθη ότι η απόλυση του αιτητή δεν ήταν παράνομη, αλλά οφείλετο σε λόγους πλεονασμού.
Την 29.6.1998 ο αιτητής καταχώρησε, σύμφωνα με τους σχετικούς Κανονισμούς, αίτηση για σύνταξη υπομνήματος προς το Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό να εφεσιβάλει την απόφαση του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 12.6.1998.
Οι προβαλλόμενοι από τον αιτητή νομικοί λόγοι για τη σύνταξη υπομνήματος για τους οποίους το Δικαστήριο τούτο έδωσε τη σχετική άδεια καταχώρησης της αίτησης έχουν ως ακολούθως:-
"1. Εσφαλμένα το Δικαστήριο αποφάσισε ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του αιτητή έγινε κάτω από συνθήκες πλεονασμού αφού εσφαλμένα ερμήνευσε και/ή δεν έλαβε καθόλου υπόψη τις πρόνοιες του Περί Τερματισμού Απασχόλησης Νόμου 24/67 και ειδικότερα του μέρους IV και ειδικότερα:
α. Ενώ είχε μαρτυρία ενώπιον του ότι δεν στάληκε από τους εργοδότες (Καθ' ων η αίτηση) κοινοποίηση στον Υπουργό για τον πλεονασμό σύμφωνα με το άρθρο 21 του περί Τερματισμού Απασχόλησης Νόμου 24/67 δεν έλαβε καθόλου υπόψη την πρόνοια αυτή, ούτε τις συνέπειες στη μη συμμόρφωση των εργοδοτών με την πρόνοια αυτή.
β. Ενώ οι εργοδότες (Καθ' ων η αίτηση) ισχυρίστηκαν περιορισμό του όγκου της εργασίας ή τις επιχειρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 18(γ)(VII) του περί Τερματισμού Απασχόλησης Νόμου 24/67 δεν έφεραν καμία μαρτυρία για να αποδείξουν τον ισχυρισμό τους σύμφωνα με το άρθρο 6(1) του Νόμου, αλλά παρουσίασαν μαρτυρία για ζημιές στην εταιρεία τους και το Δικαστήριο ερμηνεύοντας εσφαλμένα τη σχετική διάταξη του Νόμου, δέχτηκε ότι αποδείκτηκε περιορισμός του όγκου εργασίας ενώ δεν είχε ενώπιον του κατάλληλη μαρτυρία και/ή μαρτυρία για περιορισμό του όγκου της εργασίας ή της επιχείρησης των Καθ΄ων η αίτηση.
γ. Το Δικαστήριο εσφαλμένα έλαβε υπόψη του και/ή στήριξε την απόφαση του σε εξωγενείς παράγοντες και/ή προϋποθέσεις από αυτές που προβλέπει ο σχετικός Νόμος, όπως, (α) αν ο αιτητής δεν θα είχε πρόβλημα εργασίας μετά την απόλυσή του ή (2) αν οι εργοδότες του, του παραχώρησαν την χρήση ενός VAN ή (3) αν άρχισε άλλη εργασία σύντομα μετά την απόλυση ή (4) πόσα κερδίζει από τη νέα εργασία του, ενώ τέτοιες προϋποθέσεις δεν προβλέπει ο σχετικός νόμος και εσφαλμένα το Δικαστήριο ερμήνευσε αυτόν.".
Την 10.7.1998 ο Δικαστής του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Κ.Δ. Καμένος απέρριψε την αίτηση των αιτητών στο σύνολό της. Στην απόφαση του ο Προεδρεύων του Δικαστηρίου, θεώρησε ότι όλοι οι λόγοι που προτείνονται από τον αιτητή στον Πίνακα συμπεριλαμβανομένων των λόγων 1(α)(β)(γ) δεν είναι νομικοί λόγοι. Αναφέρει στη σελίδα 7 της απόφασης του:-
"Κατ' αρχήν, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι όλοι οι προτεινόμενοι λόγοι, από τους Καθ' ων η αίτηση, έχουν διαμορφωθεί κατά τον τρόπο συνήθους και κανονικής έφεσης και δεν έχουν την μορφή νομικών ερωτημάτων, όπως προβλέπεται από τις πιο πάνω διατάξεις του Νόμου και τη Νομολογία. Περαιτέρω και έχοντας υπ΄ όψη την πιο πάνω Νομολογία και τις κατευθυντήριες γραμμές που έχει θέσει, κρίνουμε ότι όλοι οι λόγοι που προβλήθηκαν από τους Καθ΄ ων η αίτηση, δεν αποκαλύπτουν αμιγή νομικά σημεία.".
Ακολούθως το Δικαστήριο υπεισέρχεται σε ανάλυση εκ νέου της μαρτυρίας που δόθηκε στην κυρίως δίκη, όχι για να αποφανθεί αν και κατά πόσο οι προτεινόμενοι λόγοι είναι νομικοί ή όχι, αλλά για να στηρίξει την ορθότητα της κυρίας απόφασης του, όσον αφορά τους λόγους αρ. 1(β)(γ). Ανεξάρτητα όμως από τους χειρισμούς και την αντιμετώπιση των θεμάτων από την πρωτόδικη απόφαση, πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι ορατό, από τη διατύπωση των λόγων, το στίγμα του νομικού ερωτήματος.
Το τι αποτελεί νομικό σημείο έχει επεξηγηθεί σε αρκετές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως, μεταξύ άλλων, στις αποφάσεις Stylianides v. Paschalidou (1985) 1 C.L.R. 49 και Kyriakides (1992) 1 Α.Α.Δ. 26. Στην τελευταία που είναι μονομελούς σύνθεσης ο Στυλιανίδης, Δ. (όπως ήταν τότε) αναφέρει στις σελίδες 35-36 τα εξής με τα οποία συμφωνώ:-
"Δεν υπάρχει πλήρης και εξαντλητικός ορισμός της φράσης 'νομικό σημείο' ή 'νομικό ερώτημα'. Συμπεριλαμβάνει όμως εφαρμογή του νόμου σε αναντίλεκτα γεγονότα, ζήτημα ερμηνείας και οριοθέτησης του σκοπού του νόμου, λανθασμένη άσκηση της διακριτικής εξουσίας ή άσκηση διακριτικής εξουσίας με βάση λανθασμένες νομικές αρχές, δικαστική ενέργεια χωρίς μαρτυρία, συμπεράσματα που είναι αντίθετα ή δε συνάδουν με την ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηριου μαρτυρία, άποψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου πάνω στα πρωτογενή γεγονότα που δεν μπορεί εύλογα να υποστηριχθεί. Δεν περιλαμβάνει ευρήματα πρωτογενών γεγονότων, τα οποία δεν μπορούν να προσβληθούν με έφεση με υπόμνημα.".
Στην πιο πάνω υπόθεση τονίζεται επίσης ότι δεν είναι επιτρεπτό το πρωτόδικο Δικαστήριο να αποφασίζει το αντικείμενο της έφεσης και να εμποδίζει το διάδικο να παρουσιάσει την υπόθεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ούτε είναι επιτρεπτό να μην παραπέμψει τα νομικά σημεία που εκθέτει ο αιτητής στην αίτησή του.
Όσον αφορά τον προτεινόμενο νομικό λόγο υπ' αριθμό 1(α) ενώ ο Δικαστής στην απόφαση του παραδέχεται ότι "υποβόσκει ενδεχομένως νομικό ερώτημα" προχωρεί ανεπίτρεπτα στην εξέτασή του, ερμηνεύει και αναλύει τις σχετικές πρόνοιες του άρθρου 21 του Νόμου 24/67 και καταλήγει ότι ορθά δεν λήφθηκε υπ' όψη το άρθρο αυτό κατά την έκδοση της επίδικης απόφασης διότι οι πρόνοιες του είναι άσχετες και δεν αφορούν τη συγκεκριμένη περίπτωση. Με τον τρόπο αυτό ανεπίτρεπτα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε το αντικείμενο των προτεινόμενων νομικών λόγων της έφεσης και εμπόδισε τον αιτητή να παρουσιάσει την υπόθεση του ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Έχοντας υπόψη τη νομολογία επί του θέματος κρίνω ότι ο προτεινόμενος λόγος υπ' αριθμό 1(α) αποτελεί καθαρά νομικό σημείο. Οι λόγοι 1(β) και (γ) αφορούν επίσης νομικά σημεία ήτοι εφαρμογής του νόμου σε αναντίλεκτα γεγονότα, ζήτημα ερμηνείας και οριοθέτησης του σκοπού του νόμου, δικαστικής ενέργειας χωρίς μαρτυρία και εσφαλμένης ερμηνείας του νόμου.
Για τους λόγους αυτούς εκδίδεται διάταγμα Certiorari με το οποίο ακυρώνεται η απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών, ημερομηνίας 10.7.1998 στην αίτηση αρ. 490/95.
Επίσης εκδίδεται διάταγμα Mandamus με βάση το οποίο διατάσσεται το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών να συντάξει και παραπέμψει ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου υπόμνημα με την περίληψη σ' αυτό των νομικών σημείων όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1(α)(β)(γ) τον υποβληθέντα Πίνακα στην αίτηση ημερομηνίας 29.6.1998.
Η αίτηση επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή.
H αίτηση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.