ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 1 ΑΑΔ 2250

30 Νοεμβρίου, 1998

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΔΕΛΦΟΙ ΙΑΚΩΒΟΥ (ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΙ) ΛΤΔ.,

Eφεσείοντες-Eναγόμενοι 2,

ν.

ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΛΑΜΠΡΟΥ,

Eφεσιβλήτου-Eνάγοντα,

ΔΗΜΟΥ ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ,

Eφεσιβλήτου-Eναγομένου 1.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 9866)

 

Αμέλεια — Τροχαίο ατύχημα — Eπιμερισμός ευθύνης — Μοτοσυκλεττιστής τραυματίστηκε κατά τη διάρκεια της νύκτας, όταν ο μπροστινός τροχός της μοτοσυκλέττας του έπεσε σε ανοικτό αυλάκι και ανατράπηκε — Δεν υπήρχε οποιοδήποτε σήμα που να προειδοποιεί για την ύπαρξη του αυλακιού — Κρίθηκε ότι ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε αποφασίσει ότι αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα είχαν οι εφεσείοντες, εργολάβοι αποχετευτικών έργων, που έσκαψαν και άφησαν το αυλάκι ανοικτό χωρίς οποιοδήποτε σήμα ως προς την ύπαρξή του.

Την νύκτα της 28.8.1998, ενώ ο εφεσίβλητος-ενάγων οδηγούσε τη μοτοσυκλέττα του σε δρόμο στον Άγιο Αθανάσιο Λεμεσού, στον οποίο εκτελούνταν αποχετευτικά έργα, ο μπροστινός τροχός της μοτοσυκλέττας του έπεσε σε ανοικτό αυλάκι πλάτους 2 π. και βάθους 6 ιντζών και ανατράπηκε. Ο εφεσίβλητος έπεσε στο έδαφος και τραυματίστηκε.  Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι 2 ήταν οι εργολάβοι που ανέλαβαν την κατασκευή των εν λόγω έργων.

Ο εφεσίβλητος ανέφερε ότι η ταχύτητά του ήταν 15-20 μ.α.ω. και με το φως της μοτοσυκλέττας του μπορούσε να δει σε απόσταση 20-25 μέτρων.  Δεν διέκρινε όμως το αυλάκι γιατί ήταν νύκτα και δεν υπήρχε οποιοδήποτε σήμα που να προειδοποιεί για την ύπαρξή του.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι οι εφεσείοντες έφεραν αποκλειστική ευθύνη και επιδίκασε στον εφεσίβλητο ποσό £6.000, γενικές αποζημιώσεις με τόκο 6% από 11.9.1990, ημερομηνία καταχώρησης της εκθέσεως απαιτήσεως, μέχρι της έκδοσης της απόφασης.

Η έφεση εναντίον του εφεσιβλήτου-εναγομένου 1 αποσύρθηκε και απορρίφθηκε χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

Κατ' έφεση, οι εφεσείοντες προσβάλλουν την αξιολόγηση της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Από το σύνολο της απόφασης διαφαίνεται ότι ο δικαστής δέχθηκε ρητά ως ορθή και αληθή τη μαρτυρία του εφεσιβλήτου, η οποία υποστηρίχθηκε από την ανεξάρτητη μαρτυρία λοχία ο οποίος επισκέφθηκε τη σκηνή αμέσως μετά το ατύχημα, σύμφωνα με την οποία δεν υπήρχαν οποιαδήποτε προειδοποιητικά σήματα ούτε οδικός φωτισμός. Όταν δε το Δικαστήριο παρέθεσε τη μαρτυρία του επιστάτη των εφεσειόντων επεσήμανε ταυτόχρονα και τις παραδοχές του σ' αυτή, που ενίσχυαν τους ισχυρισμούς του εφεσιβλήτου.

2.  Ενόψει των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης, η εισήγηση του συνηγόρου, πως ο εφεσίβλητος όφειλε να οδηγεί τη μοτοσυκλέττα του με τέτοια ταχύτητα ώστε να αντιμετωπίσει πιθανό κίνδυνο που θα βρισκόταν στο δρόμο του, λαμβάνοντας υπόψη την ορατότητα που του επέτρεπε ο φωτισμός της, δεν ευσταθεί.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τους εναγομένους 2 κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Kορφιώτης, A.E.Δ.), που δόθηκε στις 14 Nοεμβρίου, 1996 (Aρ. Aγωγής 1978/90), με την οποία επιδικάστηκε στον ενάγοντα ποσό £6.000 ως γενικές αποζημιώσεις και ποσό £2.600 ως ειδικές αποζημιώσεις.

Αντ. Ανδρέου, για τους Eφεσείοντες-Eναγομένους 2.

Ζ. Λεμής, για τον Eφεσίβλητο-Eνάγοντα.

Γ. Χριστοδούλου, για τον Eφεσίβλητο-Eναγόμενο 1.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι 2 επιδιώκουν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, σύμφωνα με την οποία επιδικάσθηκε ποσό £6,000, γενικές αποζημιώσεις στον εφεσίβλητο-ενάγοντα και £2,600, ειδικές αποζημιώσεις, οι τελευταίες είχαν συμφωνηθεί πριν από την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, με τόκο 6% από την ημερομηνία εκδόσεως της απόφασης, και με το ίδιο επιτόκιο στις £6.000 των γενικών αποζημιώσεων, από 11.9.90, ημερομηνία καταχώρισης της εκθέσεως απαιτήσεως, μέχρι της έκδοσης της απόφασης.

Η έφεση εναντίον του εφεσιβλήτου-εναγόμενου 1 αποσύρθηκε και απορρίφθηκε χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

Τα παραδεκτά γεγονότα της υπόθεσης εκτίθενται παρακάτω:  Τη νύκτα της 28ης Αυγούστου, 1998, ο εφεσίβλητος οδηγούσε τη μοτοσυκλέττα του, υπ' αριθμό εγγραφής SH158, στην οδό Χρ.Φτερούδη στον Άγιο Αθανάσιο, επαρχία Λεμεσού.  Σε κάποιο σημείο ο δρόμος είχε εκσκαφεί από τους εφεσείοντες σε όλο το πλάτος του.  Ησαν οι εργολάβοι που ανέλαβαν την κατασκευή και βελτίωση του αποχετευτικού συστήματος στην περιοχή υπό την αρμοδιότητα του Δήμου Αγίου Αθανασίου.  Συγκεκριμένα, και στο πλαίσιο αυτών των εργασιών, είχε σκαφτεί από το συνεργείο των εφεσειόντων ένα αυλάκι που είχε βάθος 6 ίντζες περίπου από την επιφάνεια του δρόμου.  Η εργασία θα αποπερατωνόταν με επίστρωση του αυλακιού, ώστε να αποκατασταθεί η επίπεδη επιφάνεια του δρόμου.  Ο εφεσίβλητος ενώ οδηγούσε τη μοτοσυκλέττα του έπεσε ο μπροστινός τροχός της μέσα στο αυλάκι, με αποτέλεσμα να ανατραπεί, ο ίδιος να πέσει στο έδαφος και να τραυματιστεί.

Το ουσιώδες και επίμαχο ζήτημα που είχε να αποφασίσει το πρωτόδικο Δικαστήριο, και που αφορούσε το θέμα της ευθύνης, ήταν κατά πόσο υπήρχαν οποιαδήποτε προειδοποιητικά σήματα για την ύπαρξη του αυλακιού, και γενικά την κατάσταση του δρόμου αναφορικά με το φωτισμό, ώστε αυτοί που χρησιμοποιούσαν το δρόμο να προειδοποιούνταν για το ανοιγμένο αυλάκι.  Το Δικαστήριο αποδέκτηκε, πάνω σ' αυτό το σημείο, τη μαρτυρία του ίδιου του εφεσίβλητου και του λοχία, ο οποίος πήγε στην σκηνή λίγα λεπτά μετά το δυστύχημα.  Σύμφωνα με το σχεδιαγράφημα, που ετοίμασε ο λοχίας εξεταστής, το αυλάκι είχε πλάτος 2π. και βάθος 6 ίντζες.  Δεν υπήρχαν οποιαδήποτε προειδοποιητικά σήματα μήτε και οδικός φωτισμός. Ο λοχίας, πρόσθεσε στη μαρτυρία του, πως φωτεινά σήματα τοποθετήθηκαν μετά το δυστύχημα. Είπε επίσης πως ο ίδιος θα μπορούσε να δει τα χώματα του αυλακιού με τα φώτα του αυτοκινήτου του, αλλά τα επεσήμανε όταν κατέβηκε απ' αυτό, και τούτο γιατί υπήρχε ελαφριά στροφή πριν από το αυλάκι.

Ο εφεσίβλητος ανέφερε πως η ταχύτητα του ήταν 15-20 μ.α.ω. και με το φως της μοτοσυκλέττας του μπορούσε να δει σε απόσταση 20-25 μέτρων.  Δε διέκρινε όμως το αυλάκι γιατί ήταν νύκτα και δεν υπήρχε οποιοδήποτε σήμα που να προειδοποιεί για την ύπαρξη του.

Το βασικό παράπονο του δικηγόρου των εφεσειόντων είναι πως, στο πρωτόδικο Δικαστήριο κατάθεσε και ο επιστάτης των έργων και ενώ ο πρωτόδικος δικαστής παραθέτει τη μαρτυρία του, εντούτοις δεν προβαίνει σε οποιαδήποτε αξιολόγηση της, π.χ. απορρίπτοντας την ως αναξιόπιστη, αιτιολογώντας βεβαίως την κρίση του.

Ο μάρτυρας αυτός είπε πως την Παρασκευή, προτού σχολάσουν από τη δουλειά τους, είχαν τοποθετήσει δυο φωσφορούχα βαρέλια στα οποία υπήρχαν και φανάρια που αναβόσβηναν.  Όταν έμαθε για το δυστύχημα το Σαββατοκυρίακο, και πήγε στο μέρος, πρόσεξε πως τα βαρέλια που είχαν τοποθετήσει ήταν πεταγμένα το ένα έξω από το δρόμο και το άλλο πολύ μακριά στα χωράφια, σε σημείο που δε φαινόταν. 

Κρίνουμε πως δεν είναι ορθή η πιο πάνω εισήγηση του δικηγόρου των εφεσειόντων. Αν διαβαστεί η πρωτόδικη απόφαση στο σύνολο της, θα φανεί πως ο δικαστής δέχεται ρητά ως ορθή και αληθή τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, η οποία υποστηρίχθηκε από την ανεξάρτητη μαρτυρία του λοχία.  Όταν δε το Δικαστήριο παραθέτει τη μαρτυρία του επιστάτη των εφεσειόντων επισημαίνει ταυτόχρονα και τις παραδοχές του σ' αυτή, που ενισχύουν τους ισχυρισμούς του εφεσίβλητου. Λέει π.χ. το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του:

"Ο ίδιος (δηλαδή ο μάρτυρας) παραδέχθηκε ότι όταν πήγε μετά στο μέρος του δυστυχήματος τα βαρέλια που είχαν τοποθετήσει στις άκριες ήταν πεταγμένα, το ένα στη μια άκρη του δρόμου έξω από το όριο του δρόμου και το άλλο σ' ένα αργάκι (αυλάκι) και δεν εφαίνετο από το δρόμο".

Προχωρώντας ο δικαστής αναφέρει και τα εξής, στην επόμενη παράγραφο:

"Αντεξεταζόμενος παραδέχθηκε ότι υπήρχε κάποιος κίνδυνος στο δρόμο, ο δρόμος δεν ήταν φωτισμένος.  Σ' ερώτηση αν εβάλαν φανάρια με μπαταρία που δίνουν σήμα κινδύνου, η απάντηση του ήταν ότι είχαν πάνω στα βαρέλια αλλά όταν πήγε επί τόπου ήταν ρηγμένα κάτω.  Οι ταπέλλες σε σχέση με το αυλάκι ήταν 100 μέτρα από τη μια και 100 μέτρα από την άλλη πλευρά.  Σχετικά με το βάθος του αυλακιού απέκλεισε το ενδεχόμενο να ήταν 6 ίντζες, το μέτρησε τη μέρα που το κατασκεύαζε, όμως πιο λίγο από 10 μέρες από την ημερομηνία προφανώς του δυστυχήματος.  Όμως τη Δευτέρα που πήγε υπήρχαν σκύρα αλλά ήταν φυσιολογικό στον τόπο που περνούσαν αυτοκίνητα να φύγουν τα σκύρα από μέσα.  Εκεί κοντά υπάρχει καταυλισμός και χρησιμοποιείται ο δρόμος από αυτοκίνητα και μοτοσυκλέττες και φεύγουν τα σκύρα.  Συμφώνησε δε ότι όταν φύγουν δημιουργείται κίνδυνος."

Δε νομίζουμε, υπό τις περιστάσεις, πως ήταν επιβεβλημένο για το δικαστή να πει ρητά πως απορρίπτει την εκδοχή του εν λόγω μάρτυρα, χρησιμοποιώντας οποιεσδήποτε καθιερωμένες ή στερεότυπες φράσεις.

Η άλλη εισήγηση του δικηγόρου των εφεσειόντων ήταν πως το Δικαστήριο θα έπρεπε να επιμερίσει ποσοστό ευθύνης και στον εφεσίβλητο.  Κατά την άποψη του συνηγόρου, ο εφεσίβλητος όφειλε να οδηγεί τη μοτοσυκλέττα του με τέτοια ταχύτητα ώστε να αντιμετωπίσει πιθανό κίνδυνο που θα βρισκόταν στο δρόμο του, λαμβάνοντας υπόψη την ορατότητα που του επέτρεπε ο φωτισμός της.

Η αρχή που θέτει ο συνήγορος είναι γενικά ορθή, αλλά λειτουργεί ανάλογα με τις περιστάσεις στην κάθε υπόθεση. Εδώ, ο εφεσίβλητος δεν βρέθηκε μπροστά από κάποιο αντικείμενο στην επίπεδη επιφάνεια του δρόμου, που αναμενόταν να φανεί στο φως της μοτοσυκλέττας. Ο δρόμος ήταν σκαμμένος και το άνοιγμα σκοτεινό. Τα χώματα και τα σκύρα σ' αυτό είχαν μετακινηθεί, προφανώς από διερχόμενα οχήματα. Έχουμε λοιπόν τη γνώμη πως η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου και σ' αυτό το ζήτημα είναι ορθή. 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο