ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 1 ΑΑΔ 2232

30 Νοεμβρίου, 1998

[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΜΑΡΙΤΣΑ Κ. ΒΑΚΑΝΑ,

Εφεσείουσα-Eνάγουσα,

ν.

ΑΝΑΣΤΑΣΗ Σ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Eναγομένου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 9869)

 

Αμέλεια — Τροχαίο ατύχημα — Eπιμερισμός ευθύνης — Σύγκρουση αυτοκινήτου με γαϊδούρι που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση, όταν το γαϊδούρι για άγνωστο λόγο αφηνίασε και μετακινήθηκε στην πλευρά του δρόμου απ' όπου ερχόταν το αυτοκίνητο — Διϊστάμενες εκδοχές ως προς τις συνθήκες του ατυχήματος — Εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, στηριζόμενο στην αξιοπιστία του οδηγού του αυτοκινήτου, όπως ενισχυόταν κυρίως από την πραγματική μαρτυρία, ότι ο οδηγός του αυτοκινήτου δεν έφερε καμία ευθύνη — Επικύρωση της πρωτόδικης απόφασης κατ' έφεση.

Μαρτυρία — Αξιοπιστία μάρτυρα — Απόρριψη μαρτυρίας σαν αναξιόπιστης και αντιφατικής.

Μαρτυρία — Πραγματική μαρτυρία — Διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο σε υποθέσεις τροχαίων ατυχημάτων.

Mαρτυρία — Αξιολόγηση μαρτυρίας — Σε υπόθεση τροχαίου ατυχήματος το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ορθά ότι η πραγματική μαρτυρία υποστήριξε περισσότερο την εκδοχή του ενός από τους διαδίκους.

Ενώ η εφεσείουσα-ενάγουσα καθόταν πάνω στο γαϊδούρι της στον κύριο δρόμο Αγίου Γεωργίου-Παπούτσας και κατευθύνετο προς την Παπούτσα, χτυπήθηκε από το αυτοκίνητο του εφεσιβλήτου, ο οποίος ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση.  Οι εκδοχές των διαδίκων ως προς τις συνθήκες του δυστυχήματος διΐσταντο.

Η εκδοχή της εφεσείουσας ήταν ότι όπως εκινείτο στην αριστερή πλευρά του δρόμου, σύμφωνα με την πορεία της, ο εφεσίβλητος κινήθηκε προς το μέρος της και τη χτύπησε στη δεξιά πλευρά.  Με το χτύπημα, η ίδια έπεσε στο παγκέττο ενώ το γαϊδούρι της πιάστηκε σε μια "αθασιά" και κάθησε στο παγκέττο όπου έπεσε το φορτίο, το σαμάρι και το στρατούρι.

Η εκδοχή του εφεσιβλήτου ήταν ότι, σε κάποια ανοικτή στροφή, είδε σε απόσταση 30 περίπου μέτρων την εφεσείουσα.  Η ταχύτητά του ήταν ήδη χαμηλή αλλά την ελάττωσε ακόμα περισσότερο όταν αντελήφθηκε το γαϊδούρι, ταυτόχρονα δε κινήθηκε αριστερότερα πέφτοντας με τον αριστερό του τροχό στο παγκέττο.  Ενώ πλησίαζε στο σημείο του δυστυχήματος, για άγνωστο λόγο, το γαϊδούρι αφηνίασε και, αφού μετακινήθηκε στη δική του πλευρά, κτύπησε στη δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου με κάποια σίδερα που προεξείχαν από το σαμάρι.  Το φορτίο έπεσε στο δρόμο καθώς και η εφεσείουσα η οποία υπέστη σωματικές βλάβες, ενώ ο δεξιός εμπρόσθιος σηματοδότης του αυτοκινήτου του εφεσιβλήτου έσπασε.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Μ.Ε. 1 το πλάτος του δρόμου στο σημείο του δυστυχήματος ήταν 3.60 μέτρα και στο ασφαλτόστρωμα υπήρχαν ίχνη κοπριάς τα οποία βγήκαν από τα σακκούλια που έπεσαν από το γαϊδούρι, τα οποία σημείωσε ως "A" στο σχεδιάγραμμα.  Το πλάτος του παγκέττου στην πλευρά του εφεσίβλητου ήταν κατά το μέγιστο 1.80 μέτρα και ήταν χρησιμοποιήσιμο.  Τα μοναδικά ίχνη τροχών αυτοκινήτου στο αριστερό παγκέττο της πορείας του εφεσίβλητου, μήκους 9 μέτρων είχαν υποδειχθεί από τον εφεσίβλητο ότι ανήκαν στο αυτοκίνητό του και σημειώθηκαν ως "Z".  Ο μάρτυρας δεν μπορούσε να πει με βεβαιότητα κατά πόσο τα ίχνη των τροχών ανήκαν πράγματι στο αυτοκίνητο του εφεσίβλητου, αφού το αυτοκίνητο είχε μετακινηθεί από τη σκηνή του δυστυχήματος.  Η ορατότητα και από τις δύο πλευρές ήταν γύρω στα 60 μέτρα.  Ο εφεσίβλητος υπέδειξε στο μάρτυρα ως σημείο σύγκρουσης το "X" στο σχεδιάγραμμα το οποίο απέχει 1 μέτρο από την αριστερή πλευρά του δρόμου σύμφωνα με την πορεία του αυτοκινήτου του και άλλο 1 μέτρο από το σημείο "A".  Κατά την άποψη του μάρτυρα το σημείο σύγκρουσης ήταν το σημείο "A", διότι εκεί είχε ριχθεί η κοπριά, και όχι το σημείο "X" που υπέδειξε ο εφεσίβλητος, ούτε το σημείο "X2" που υπέδειξε η εφεσείουσα και που απέχει 4.60 μέτρα από το σημείο "X" και βρίσκεται στο αριστερό παγκέττο του δρόμου σύμφωνα με την πορεία της.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε το σύνολο της μαρτυρίας και αφού διαπίστωσε ότι η πραγματική μαρτυρία ισχυροποιούσε την εκδοχή του εφεσίβλητου, η οποία ενισχυόταν και από ανεξάρτητο μάρτυρα, προτίμησε να αποδεχθεί την εκδοχή αυτή ενόψει και της ανεπιτήδευτης συμπεριφοράς (demeanour) του εφεσίβλητου από το εδώλιο του μάρτυρα. Αποδέχθηκε επίσης ότι τα ίχνη τροχών "Z" στο σχεδιάγραμμα ανήκαν στο αυτοκίνητο του εφεσίβλητου.  Με βάση τα πιο πάνω ευρήματά του, ως προς τα πραγματικά γεγονότα, ο πρωτόδικος Δικαστής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι την αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα έφερε η εφεσείουσα.

Κατ' έφεση η εφεσείουσα ισχυρίσθηκε ότι τα ευρήματα ως προς το σημείο σύγκρουσης και τα ίχνη των τροχών του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου ήταν εσφαλμένα, και ότι κακώς το Δικαστήριο δέχθηκε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου ως αξιόπιστη χωρίς να αξιολογήσει, στο βαθμό που έπρεπε, τις σοβαρές αντιφάσεις μεταξύ της κατάθεσής του στην αστυνομία και της κατάθεσής του στο Δικαστήριο, και χωρίς να δώσει τη δέουσα βαρύτητα στη μαρτυρία του εξεταστή του δυστυχήματος, όπως και σ' αυτή του ανεξάρτητου μάρτυρα.

Αποφασίστηκε ότι:

Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου βασίζονται πάνω στη μαρτυρία όπως την έχει αποδεχθεί το Δικαστήριο. Το συμπέρασμα του ως προς τα ίχνη των τροχών "Z" είναι λογικό, αφού προέκυψε από τη σύνδεση και αξιολόγηση της προφορικής με την πραγματική μαρτυρία που είχε ενώπιόν του.  Η μαρτυρία του εφεσιβλήτου εύλογα έγινε αποδεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο.  Η κατάθεση του εφεσιβλήτου στην Αστυνομία δεν είχε κατατεθεί ως τεκμήριο και, επομένως, ορθά αγνοήθηκε από το Εφετείο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την ενάγουσα κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Nαθαναήλ, A.E.Δ.), που δόθηκε στις 29 Nοεμβρίου, 1996 (Aρ. Aγωγής 883/94), με την οποία κρίθηκε ότι την ευθύνη για την πρόκληση του τροχαίου ατυχήματος έφερε εξ ολοκλήρου η ίδια η ενάγουσα.

Μ. Ιωάννου, για την Eφεσείουσα.

Γ. Χριστοδούλου, για τον Eφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γαβριηλίδης.

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.:  Στις 25/1/1992, κατά τις 10.00 π.μ., σε κάποιο σημείο του κύριου δρόμου Αγίου Γεωργίου - Παπούτσας, όπου υπάρχει ανοικτή στροφή, συνέβη δυστύχημα όταν η εφεσείουσα, ενώ  καθόταν πάνω στο γαϊδούρι της, χτυπήθηκε από το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου με αριθμό εγγραφής AAD93.  Ο εφεσίβλητος οδηγούσε το αυτοκίνητο του κατά μήκος του δρόμου προς τον Άγιο Θεόδωρο Αγρού, ενώ η εφεσείουσα εκινείτο με το ζώο της από την αντίθετη κατεύθυνση, κατά μήκος του δρόμου, με κατεύθυνση την Παπούτσα.

Οι συνθήκες του δυστυχήματος αποτέλεσαν το κύριο επίδικο ζήτημα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεδομένου ότι οι εκδοχές των διαδίκων ήταν εκ διαμέτρου αντίθετες, αυτόπτης δε μάρτυρας του δυστυχήματος δεν υπήρχε.

Η εκδοχή της εφεσείουσας ήταν ότι τη μέρα εκείνη, αφού τοποθέτησε τέσσερις σακούλες κόπρι πάνω στο γαϊδούρι της, κάθησε πάνω, με τα πόδια της γυρισμένα προς τα αριστερά, και ξεκίνησε με σκοπό να επισκεφθεί το αμπέλι της.  Όπως εκινείτο στην αριστερή πλευρά του δρόμου, σύμφωνα με την πορεία της, ήλθε από απέναντι ο εφεσίβλητος και, αφού κινήθηκε προς το μέρος της, της χτύπησε στη δεξιά πλευρά.  Με το χτύπημα η ίδια έπεσε στο παγκέττο ενώ το γαϊδούρι της πιάστηκε σε μια "αθασιά" και κάθησε στο παγκέττο όπου έπεσε το φορτίο, το σαμάρι, και το στρατούρι.  Αρνήθηκε ότι το δυστύχημα οφειλόταν στο γεγονός ότι αφηνίασε το γαϊδούρι της και, αφού κινήθηκε προς την πλευρά του εφεσίβλητου, χτύπησε στο αυτοκίνητο του.

Η εκδοχή του εφεσίβλητου ήταν ότι, ενώ οδηγούσε το αυτοκίνητο του κατά μήκος του δρόμου, σε κάποια ανοικτή στροφή είδε, σε απόσταση 30 περίπου μέτρων, μια κυρία να κάθεται πάνω σε ένα γαϊδούρι και να έρχεται από απέναντι του. Πίσω της ακολουθούσε ένας γέροντας με κοπάδι από μικρές αίγες.  Η ταχύτητα του, λόγω των πολλών στροφών του δρόμου, ήταν ήδη χαμηλή αλλά την ελάττωσε ακόμα περισσότερο όταν αντελήφθηκε το γαϊδούρι και τα ζώα, ταυτόχρονα δε κινήθηκε αριστερότερα πέφτοντας με τον αριστερό του τροχό στο παγκέττο.  Ενώ πλησίαζε στο σημείο του δυστυχήματος, χωρίς να γνωρίζει γιατί, το γαϊδούρι με την κυρία αφηνίασε και, αφού μετακινήθηκε προς τη δική του πλευρά, χτύπησε στη δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου του με κάποια σίδερα που προεξείχαν από το σαμάρι. Από το χτύπημα η εφεσείουσα έπεσε στο δρόμο και το ζώο μισοκάθησε.  Το φορτίο του ζώου έπεσε στο δρόμο.  Με τη βοήθεια του γέροντα απελευθέρωσε το δρόμο από το σαμάρι και μετακίνησε τα σακούλια με το κόπρι κατά μήκος του δρόμου, ώστε να μην εμποδίζεται η διακίνηση άλλων οχημάτων.  Κατά τη μετακίνηση, λόγω του τραβήγματος των σακουλιών, έπεσαν ίχνη κοπριάς στο δρόμο. Υπολόγισε ότι η απόσταση του ίδιου από την εφεσείουσα, τη στιγμή που αφηνίασε το γαϊδούρι, ήταν περίπου 3 μέτρα και το ζώο κάλυψε μόλις 1 έως 1.5 μέτρα μέχρι τη σύγκρουση.  Ήταν θέμα δευτερολέπτων.  

Από τη σύγκρουση η εφεσείουσα υπέστη σωματικές βλάβες σε διάφορα μέρη του σώματος της ενώ ο δεξιός εμπρόσθιος σηματοδότης του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου έσπασε.

Το δυστύχημα διερεύνησε ο Μ.Ε.1, αστυφύλακας Θ. Μανώλη, ο οποίος και ετοίμασε σχετικό σχεδιάγραμμα της σκηνής (Τεκμήριο "Α" στη δίκη).  Σύμφωνα με τη μαρτυρία του το πλάτος του δρόμου στο σημείο που έγινε το δυστύχημα ήταν 3.60 μέτρα και στο ασφαλτόστρωμα υπήρχαν ίχνη κοπριάς τα οποία σημείωσε ως "Α" πάνω στο σχεδιάγραμμα. Στο αριστερό παγκέττο της πορείας προς τον Άγιο Θεόδωρο Αγρού υπήρχαν ίχνη τροχών αυτοκινήτου, που ήταν και τα μοναδικά, μήκους 9 μέτρων, που του υπέδειξε ο εφεσίβλητος ότι προέρχονταν από το αυτοκίνητο του και τα σημείωσε με το γράμμα "Ζ".  Επειδή το αυτοκίνητο  του εφεσίβλητου δεν βρισκόταν στη σκηνή του δυστυχήματος όταν ο μάρτυρας έκαμνε τις εξετάσεις του, δεν μπορούσε να πει με βεβαιότητα κατά πόσο τα ίχνη των τροχών ανήκαν πράγματι στο αυτοκίνητο του εφεσίβλητου.  Το πλάτος του παγκέττου αυτού είναι κατά το μέγιστο 1.80 μέτρα και είναι χρησιμοποιήσιμο. Πλησιάζοντας τη στροφή η ορατότητα, τόσο από την πλευρά της εφεσείουσας όσο και από την πλευρά του εφεσίβλητου, είναι γύρω στα 60 μέτρα δεδομένου ότι η στροφή είναι ανοικτή. Ο εφεσίβλητος υπέδειξε στο μάρτυρα ως σημείο σύγκρουσης το "Χ" στο σχεδιάγραμμα το οποίο απέχει 1 μέτρο από την αριστερή πλευρά του δρόμου σύμφωνα με την πορεία του αυτοκινήτου του και άλλο ένα μέτρο από το σημείο "Α", το σημείο δηλαδή όπου υπήρχαν ίχνη κοπριάς.  Στο σχεδιάγραμμα σημείωσε επίσης, με το γράμμα "Β", τη θέση όπου είχαν τοποθετηθεί τελικά τα σάματα, το στρατούρι και οι σακούλες από κοπριά.  Είναι στο δεξιό παγκέττο του δρόμου σύμφωνα με την πορεία του εφεσίβλητου.  Κατά την άποψη του μάρτυρα το ορθό σημείο σύγκρουσης ήταν το σημείο "Α", διότι εκεί είχε ριφθεί η κοπριά, και όχι το σημείο "Χ", που υποδείχθηκε από τον εφεσίβλητο, ούτε όμως και το σημείο "Χ2", που του υπέδειξε η εφεσείουσα, και το οποίο απέχει 4.60 μέτρα από το σημείο "Χ", που υπέδειξε ο εφεσίβλητος, και βρίσκεται στο αριστερό παγκέττο του δρόμου σύμφωνα με τη δική της πορεία.

Αφού αναφέρθηκε στην αρχή ότι η πραγματική μαρτυρία μπορεί να αποτελέσει τον οδηγό για την κρίση της αξιοπιστίας και της ακρίβειας της προφορικής μαρτυρίας ως προς τις συνθήκες ενός δυστυχήματος, ο πρωτόδικος Δικαστής διαπίστωσε ότι η πραγματική μαρτυρία ισχυροποιούσε την εκδοχή του εφεσίβλητου ενώ, ταυτόχρονα, ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με την εκδοχή της εφεσείουσας.  Η ύπαρξη ιχνών κοπριάς στο σημείο "Α" που, σύμφωνα με τον εξεταστή του δυστυχήματος, εκτείνονταν σε διάμετρο 1 μέτρου, θεμελίωνε την εκδοχή του εφεσίβλητου ότι ο ίδιος μετακίνησε το φορτίο που είχε πέσει από το γαϊδούρι μετά τη σύγκρουση προς το σημείο "Β", όπου βρέθηκαν τελικά τα σάματα, το στρατούρι και οι σακούλες με το κόπρι, ενώ διέψευδε την εκδοχή της εφεσείουσας ότι οδηγούσε το γαϊδούρι της πάντοτε στο αριστερό παγκέττο, σύμφωνα με τη δική της πορεία, και χωρίς ποτέ να κινηθεί δεξιότερα προς την άσφαλτο μέχρι που έπεσε στο ίδιο το παγκέττο μαζί με τα σάματα, το στρατούρι και τις σακούλες, αφού το σημείο "Α" βρισκόταν 1.60 μέτρα δεξιότερα της πορείας της.  Η εκδοχή του εφεσίβλητου, ότι η σύγκρουση έγινε στο σημείο "Χ", όπως υπέδειξε στον εξεταστή, εκδοχή που ενισχυόταν και από τον ανεξάρτητο μάρτυρα Μ.Ε.3 Μ. Προκοπίου, ο οποίος, ανκαι όχι αυτόπτης, εντούτοις, λίγο μετά το δυστύχημα, εντόπισε την εφεσείουσα και τις σακούλες με την κοπριά να βρίσκονται στη μέση περίπου της ασφάλτου, ήταν προτιμητέα ενόψει και της ανεπιτήδευτης συμπεριφοράς (demeanour) του εφεσίβλητου από το εδώλιο του μάρτυρα κατ' αντίθεση με εκείνη της εφεσείουσας, η οποία έδωσε στο Δικαστήριο τη μαρτυρία της κατά τρόπο που απέβλεπε να βοηθήσει την αποδοχή της δικής της εκδοχής.  Η θέση της εφεσείουσας ότι το σημείο της σύγκρουσης ήταν το "Χ2" δεν μπορούσε να ευσταθήσει με κανένα τρόπο αφού αυτή ήταν αριστερότερα και των δύο σημείων "Α" και "Β", χωρίς να εξηγείται πώς βρέθηκαν είτε τα ίχνη κοπριάς είτε τα σάματα, το στρατούρι και οι σακούλες στα σημεία αυτά.

Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω αξιολόγησης του συνόλου της ενώπιον του μαρτυρίας ο πρωτόδικος Δικαστής βρήκε ότι η σύγκρουση έγινε στο σημείο "Χ" και ότι ο εφεσίβλητος μετακίνησε τις σακούλες από το σημείο σύγκρουσης νοτιότερα στο σημείο "Β" για να απελευθερωθεί ο δρόμος.  Διαφώνησε με τον εξεταστή της υπόθεσης ότι το σημείο σύγκρουσης ήταν το "Α" για το μοναδικό λόγο ότι εκεί βρέθηκαν ίχνη κοπριάς.  Θεώρησε ως πιο λογική τη θέση του εφεσίβλητου, ότι η σύγκρουση έγινε στο σημείο "Χ", κρίνοντας ότι δεν ήταν ανάγκη να υπήρχαν ίχνη κοπριάς καθ' όλο το μήκος του ενός μέτρου, από το σημείο "Χ" μέχρι το σημείο "Α", για να γίνει δεκτή η θέση του εφεσίβλητου, αφού ήταν πιθανό, κατά τη μετακίνηση των σακούλων, τις οποίες κανένας μάρτυρας είδε ανοικτές, να ξέφυγε κοπριά στο σημείο "Α" το οποίο δεν ήταν απλώς ένα σημείο στο έδαφος αλλά εκάλυπτε έκταση ενός ολόκληρου μέτρου. Άλλωστε, πάντοτε κατά τον πρωτόδικο Δικαστή, η καταγραφή των ιχνών στο σημείο "Α" έδειχνε ότι το γαϊδούρι μισοκάθησε στην άσφαλτο ενώ του είχε πέσει το φορτίο με τις σακούλες σε απόσταση ενός περίπου μέτρου νοτιότερα του σημείου σύγκρουσης, πράγμα που συνήδε και πάλιν με τη μαρτυρία του εφεσίβλητου ότι, μετά το χτύπημα, το γαϊδούρι έκατσε στο δρόμο και το φορτίο έπεσε και ότι, όταν είδε για πρώτη φορά την εφεσείουσα, αυτή δεν εκινείτο στο αριστερό παγκέττο σύμφωνα με την πορεία της, αλλά μέσα στην άσφαλτο, και, όταν αφηνίασε το ζώο, διένυσε την ουσιαστικά μικρή απόσταση των δύο μέτρων προς τη μέση του δρόμου, όπου και έγινε η σύγκρουση.  Η εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας ότι το σημείο "Α" ήταν το σημείο σύγκρουσης ερχόταν σε πλήρη αντίθεση και με την εκδοχή της ίδιας της εφεσείουσας, όπως, επίσης, και με την περιγραφή του δυστυχήματος στην έκθεση απαιτήσεως και τις λεπτομέρειες αμέλειας.  Τέλος, ο πρωτόδικος Δικαστής, στηριζόμενος στην αξιοπιστία του εφεσίβλητου, όπως ενισχυόταν κυρίως από την πραγματική μαρτυρία, βρήκε ότι τα ίχνη τροχών, "Ζ" στο σχεδιάγραμμα, ανήκαν στο αυτοκίνητο του.

Με βάση τα πιο πάνω ευρήματα του ως προς τα πραγματικά γεγονότα ο πρωτόδικος Δικαστής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι την ευθύνη για το δυστύχημα έφερε εξ ολοκλήρου η ίδια η εφεσείουσα.   

Ο δικηγόρος της εφεσείουσας επικέντρωσε την έφεση του σε τρία σημεία.  Υποστήριξε ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστή ότι η σύγκρουση έγινε στο σημείο "Χ" ήταν εσφαλμένο, ότι το εύρημα του ότι το σημείο "Ζ" ήταν τα ίχνη των τροχών του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου ήταν επίσης εσφαλμένο, και ότι κακώς το Δικαστήριο δέχθηκε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου ως αξιόπιστη χωρίς να αξιολογήσει, στο βαθμό που έπρεπε, τις σοβαρές αντιφάσεις μεταξύ της κατάθεσης του στο Δικαστήριο και της κατάθεσης του στην αστυνομία, και χωρίς να δώσει τη δέουσα βαρύτητα στη μαρτυρία του εξεταστή του δυστυχήματος όπως, επίσης, και του Μ.Ε.3 Μ. Προκοπίου.

Όσον αφορά το πρώτο σημείο η θέση του δικηγόρου της εφεσείουσας είναι ότι το Δικαστήριο απέρριψε την άποψη του εξεταστή του δυστυχήματος ότι το σημείο σύγκρουσης ήταν το "Α" χωρίς να την αξιολογήσει όπως έπρεπε.  Η θέση αυτή δεν μας βρίσκει σύμφωνους.  Ο πρωτόδικος Δικαστής τόνισε στην απόφαση του ότι δεν μπορούσε να αποδεχθεί τη γνώμη του εξεταστή ότι το σημείο σύγκρουσης ήταν το "Α", όπου υπήρχαν τα ίχνη κοπριάς, διότι η γνώμη αυτή στηριζόταν αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός ότι εκεί βρέθηκαν τα ίχνη κοπριάς.  Το Δικαστήριο διαμόρφωσε τη δική του γνώμη αφού αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εφεσείοντα ότι η σύγκρουση έγινε στο σημείο "Χ" και ότι οι σακούλες με την κοπριά μετακινήθηκαν από τον ίδιο στο σημείο "Β", για τους λόγους που εξήγησε με εκτενή αναφορά και στην υπόλοιπη ενισχυτική μαρτυρία που είχε ενώπιον του.  Το ίδιο ισχύει και για το δεύτερο σημείο που αναφέρεται στα ίχνη τροχών αυτοκινήτου, "Ζ" στο σχεδιάγραμμα.  Είναι γεγονός ότι ο εξεταστής της υπόθεσης δεν μπορούσε να βεβαιώσει ότι τα ίχνη τροχών "Ζ" ανήκαν στο αυτοκίνητο του εφεσίβλητου.  Δεν μπορούσε όμως και να το αποκλείσει.  Το Δικαστήριο, αφού συνέδεσε και αξιολόγησε την προφορική με την πραγματική μαρτυρία που είχε ενώπιον του, κατέληξε στο λογικό, κατά την άποψη μας, συμπέρασμα ότι τα ίχνη τροχών "Ζ" ανήκαν στο αυτοκίνητο του εφεσίβλητου. Όσον αφορά, τέλος, την αξιολόγηση της μαρτυρίας του εφεσίβλητου βρίσκουμε ότι εύλογα έγινε αποδεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο.  Δεν έχουμε εντοπίσει οποιοδήποτε σφάλμα που να δικαιολογεί την επέμβαση μας, ιδιαίτερα πάνω στη βάση ότι η μαρτυρία του εφεσίβλητου βρισκόταν σε αντίθεση με την κατάθεση του στην αστυνομία, αφού η τελευταία δεν είχε κατατεθεί ως τεκμήριο και,  επομένως, ορθά αγνοήθηκε από το Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο