ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 1329
6 Iουλίου, 1998
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΛΙΚΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
ΜΕΛΩΔΙΑ ΔΙ' ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΩΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ/ Ή PROHIBITION ΚΑΙ/ Ή MANDAMUS
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ' ΑΡ. 845/88
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡ. 7/5/1998 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ' ΑΡ. 845/88
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ/ Ή ΤΗΝ
ΟΛΗ ΔΙΕΞΑΧΘΕΙΣΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΕΚΕΙΝΗ
(ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Α ΚΑΙ Β1, Β2, Β3, Β4)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΤΟΥ ΑΙΤΗΜΑΤΟΣ
ΑΝΑΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΑΚΡΟΑΣΕΩΣ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΥΠ' ΑΡ. 845/88 ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΤΑ
ΤΗΝ 7/5/1998 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ 1990-1998
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΤΩΝ ΣΥΖΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥΣ 1991-1998.
(Αίτηση Αρ. 47/98)
Προνομιακά εντάλματα — Certiorari, Prohibition και Mandamus — Αίτηση για χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση εντάλματος Certiorari, για ακύρωση απόφασης μετά από συμβιβασμό στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, αναφορικά με τις περιουσιακές σχέσεις των διαδίκων (συζύγων) για κατ' ισχυρισμό έλλειψη δικαιοδοσίας — Επίσης για έκδοση εντάλματος Prohibition απαγορεύον στο εκδικάσαν Επαρχιακό Δικαστήριο να επιληφθεί περαιτέρω της αγωγής στην οποία εκδόθηκε η πιο πάνω απόφαση και Mandamus για παραπομπή της αγωγής στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας — Η αίτηση δεν έγινε αποδεχτή.
Οικογενειακό Δίκαιο — Περιουσιακές σχέσεις συζύγων — Δικαιοδοσία — Αγωγή που καταχωρήθηκε το 1988, με βάση το Κοινοδίκαιο, δεν εμπίπτει στα πλαίσια των αγωγών οι οποίες, δυνάμει του Άρθρου 3 του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων (Τροποποιητικού) Νόμου του 1996 (Ν. 34(I)/96), εκδικάζονται από το Οικογενειακό Δικαστήριο — Εκτενής αναφορά στη σχετική νομοθεσία.
Λέξεις και Φράσεις — "Περιουσιακές σχέσεις" στον Περί Οικογενειακών Δικαστηρίων (Τροποποιητικό) Νόμο του 1996 (Ν. 33(I)/96), όπως τροποποιήθηκε από τον περί Οικογενειακών Δικαστηρίων (Τροποποιητικό) Νόμο του 1998 (Νόμος 26(I)/98).
Το ερώτημα από την απάντηση του οποίου εξαρτάται η παροχή ή μη των αιτουμένων προνομιακών διαταγμάτων είναι κατά πόσο, στις 7.5.1998 που ορίστηκε η υπόθεση για ακρόαση, το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε ή όχι τη δικαιοδοσία να προχωρήσει στην ακρόαση της αγωγής και, στη συνέχεια, να υιοθετήσει το συμβιβασμό στον οποίο, κατά την πορεία, κατέληξαν οι διάδικοι.
Τα γεγονότα της υπόθεσης είναι τα εξής:
Την 1.2.1988 καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας η αγωγή υπ' αρ. 845/88 με την οποία ο ενάγων, σύζυγος της εναγομένης (αιτήτριας), ζητούσε, με βάση το Κοινοδίκαιο (Common Law), ποσοστό ιδιοκτησίας σε ακίνητη περιουσία εγγεγραμμένη επ' ονόματι της εναγομένης.
Στις 5.2.1996 άρχισε η ακρόαση της αγωγής ενώπιον του Πλήρους Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας Αρ.1. Η δίκη όμως δεν συμπληρώθηκε γιατί στις 25.4.1996, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου διορίσθηκε Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου και η υπόθεση ορίστηκε για επανεκτίμηση στις 9.7.1996 ενώπιον του επανασυγκροτηθέντος Πλήρους Επαρχιακού Δικαστηρίου Αρ.1. Εκείνη την ημέρα ο δικηγόρος της εναγομένης ήγειρε θέμα δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου, επικαλούμενος το Άρθρο 3 του Νόμου 34(1)/96, δυνάμει του οποίου η δικαιοδοσία επί θεμάτων περιουσιακών σχέσεων των συζύγων μεταφέρθηκε από τα Επαρχιακά στα Οικογενειακά Δικαστήρια, εφόσον δεν είχε αρχίσει η ακροαματική διαδικασία με την κατάθεση μαρτύρων. Στις 7.10.1996, το νέο Πλήρες Επαρχιακό Δικαστήριο Αρ.1, με ενδιάμεση απόφαση, αποφάσισε ότι είχε δικαιοδοσία να προχωρήσει στην ακρόαση της αγωγής. Τελικά, λόγω αλλαγών στη σύνθεση του Δικαστηρίου, διατάχθηκε η εκ νέου (de novo) εκδίκαση της αγωγής. Έτσι, στις 27.2.1998, ορίστηκε για ακρόαση στις 7.5.1998. Μετά την κατάθεση του πρώτου μάρτυρα, οι διάδικοι κατέληξαν σε συμβιβασμό ο οποίος και δηλώθηκε στο Δικαστήριο το οποίο εξέδωσε την επίδικη απόφαση. Μερικές μέρες αργότερα καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε εκτεταμένα στη σχετική νομοθεσία που θεσπίστηκε από το 1990 μέχρι το 1998, αποφάσισε ότι:
1. Η ορθή ερμηνεία της σχετικής νομοθεσίας από το 1990 μέχρι σήμερα (αποσπάσματα από την οποία παρατίθενται στην απόφαση του Δικαστηρίου) είναι ότι η μεταβατική διάταξη του Άρθρου 3 του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων (Τροποποιητικού) Νόμου του 1996 (Ν. 34(I)/96), αφορά περιουσιακές διαφορές που προκύπτουν από περιουσιακές σχέσεις που διαμορφώθηκαν μέσα στα πλαίσια της λειτουργίας και εφαρμογής του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου του 1991 (Ν. 232/91), όπως τροποποιήθηκε. Δεν καλύπτει σχέσεις ή διαφορές που προϋπήρξαν του Νόμου και έχουν ως βάση το Κοινοδίκαιο όπως ίσχυε πριν από την έναρξη της ισχύος του Νόμου οπόταν κινήθηκε και η αγωγή. Η ερμηνεία αυτή προκύπτει και από τον ίδιο τον ορισμό των "περιουσιακών σxέσεων" στο Νόμο 33(1)/96, όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 26(1)/98, ο οποίος χαρακτηρίζει σαν τέτοιες τις σχέσεις που αφορούν περιουσία ή ιδιοκτησία που αποκτήθηκε "σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμων του 1991-1998".
2. Ενόψει των ανωτέρω, το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε, τόσο στις 7.10.1996 όσο και στις 7.5.1998, δικαιοδοσία να εκδικάσει την αγωγή και στη συνέχεια να υιοθετήσει τον επιτευχθέντα συμβιβασμό και εκδώσει ανάλογο διατακτικό.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
Aίτηση.
Aίτηση με την οποία η αιτήτρια ζητά άδεια για καταχώρηση για έκδοση ενταλμάτων (α) Certiorari για ακύρωση της απόφασης ημερ. 7.5.98 και της ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 7.10.96 του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στην αγωγή υπ' αρ. 845/88 (β) Prohibition απαγορεύον στο Eπαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας να εκδικάσει περαιτέρω την πιο πάνω αγωγή, και (γ) Mandamus για παραπομπή της πιο πάνω αγωγής στο Oικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας.
Ε. Μαρκίδου με Δ. Καλλίγερο, για την Aιτήτρια-εναγόμενη.
Κ. Ταλαρίδης, για τον Kαθ' ου η αίτηση-ενάγοντα.
Cur. adv. vult.
ΓABPIHΛIΔHΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση η αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο την ακόλουθη θεραπεία:-
(α) Διάταγμα Certiorari για μεταφορά ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και για ακύρωση της αποφάσεως και/ή αποφάσεων και/ή διαταγών και/ή οδηγιών και/ή της συνολικής διαδικασίας που διεξήχθη ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας επί της Αγωγής υπ' αρ. 845/88, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, κατά την 7/5/1998.
(β) Διάταγμα Certiorari για μεταφορά ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και για ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης και/ή της διαταγής ημερομηνίας 7/10/1996, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, περί υπάρξεως δικαιοδοσίας εκδικάσεως της Αγωγής υπ' αρ. 845/88, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, από τα Επαρχιακά Δικαστήρια.
(γ) Διάταγμα Prohibition απαγορεύον στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας περαιτέρω να επιληφθεί καθ' οιονδήποτε τρόπο της εκδικάσεως της Αγωγής υπ' αρ. 845/88, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.
(δ) Διάταγμα Mandamus επιτάσσον το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας όπως παραπέμψει την Αγωγή υπ' αρ. 845/88, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας.
Το πραγματικό υπόβαθρο το οποίο οδήγησε την αιτήτρια στην παρούσα αίτηση είναι το ακόλουθο.
Την 1/2/1988 καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας η Αγωγή υπ' αρ. 845/88 με την οποία ο ενάγων, σύζυγος της εναγομένης (αιτήτριας), ζητούσε, με βάση το Κοινοδίκαιο (Common Law), ποσοστό ιδιοκτησίας σε ακίνητη περιουσία, εγγεγραμμένη επ' ονόματι της εναγομένης, επικαλούμενος, ως θεμέλιο του αγώγιμου δικαιώματος, ρητή και/ή εξυπακουόμενη συμφωνία και/ή εμπίστευμα (trust) το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς του, συνήφθη το 1969 και εδέσμευε τη σύζυγό του.
Στις 2/3/1990 δημοσιεύθηκε ο Περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμος του 1990 ο οποίος πρόβλεψε για την Ίδρυση, Σύνθεση, Δικαιοδοσία και τις Εξουσίες των Οικογενειακών Δικαστηρίων (Νόμος 23/90).
Στις 30/12/1991 δημοσιεύθηκε ο περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμος του 1991 ο οποίος πρόβλεψε για τη ρύθμιση των περιουσιακών σχέσεων των συζύγων και για άλλα συναφή θέματα (Νόμος 232/91). Ειδικότερα, με το άρθρο 2 πρόβλεψε ότι, σε περίπωση που και οι δύο σύζυγοι ανήκουν στην ελληνική κοινότητα, με την εξαίρεση των θεμάτων διατροφής, που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του Οικογενειακού Δικαστηρίου, οποιαδήποτε άλλα θέματα που πηγάζουν από τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων υπόκεινται στη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου της επαρχίας στην οποία διαμένει ή διεξάγει επάγγλεμα ο εναγόμενος ή ο καθ' ου η αίτηση σύζυγος ή ο αιτητής. Σύμφωνα με το ίδιο άρθρο:-
"περιουσία" σημαίνει την κινητή και ακίνητη περιουσία η οποία αποκτήθηκε μετά τη σύναψη του γάμου από οποιοδήποτε από τους συζύγους.
"συνεισφορά" σημαίνει την οποιασδήποτε μορφής συνεισφορά των συζύγων στην απόκτηση ή τη δημιουργία περιουσίας και περιλαμβάνει τη φροντίδα της οικογενειακής εστίας και των μελών της οικογένειας.
Επίσης, τα άρθρα 13 και 14 του ίδιου Νόμου (όπως τροποποιήθηκε) πρόβλεψαν ότι:-
"13. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Μέρους, ο γάμος δε μεταβάλλει την περιουσιακή αυτοτέλεια των συζύγων.
14.-(1) Σε περίπτωση που ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί, ή σε περίπτωση διάστασης των συζύγων, και η περιουσία του ενός συζύγου έχει αφότου τελέσθηκε ο γάμος αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσο συνέβαλε με οποιοδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή, δικαιούται να εγείρει αγωγή στο Δικαστήριο και να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή.
(2) Η συνεισφορά του ενός συζύγου στην αύξηση της περιουσίας του άλλου τεκμαίρεται ότι ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη συνεισφορά.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ."
Στις 5/4/1996 δημοσιεύθηκε ο περί Οικογενειακών Δικαστηρίων (Τροποποιητικός) Νόμος του 1996 (Νόμος 33(Ι)/96) ο οποίος τροποποίησε το άρθρο 2 του βασικού νόμου με την προσθήκη στο εδάφιο 2 του ακόλουθου νέου ορισμού:-
"'περιουσιακές σχέσεις' σημαίνει τις σχέσεις που αφορούν κινητή και ακίνητη περιουσία που αποκτήθηκε μετά τη σύναψη του γάμου από οποιοδήποτε από τους συζύγους, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου.".
Την ίδια μέρα, 5/4/1996, δημοσιεύθηκε ο περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων (Τροποποιητικός) Νόμος του 1996 (Νόμος 34(Ι)/96) ο οποίος, αφού τροποποίησε το άρθρο 2 του βασικού νόμου με την αντικατάσταση του Επαρχιακού Δικαστηρίου από το Οικογενειακό Δικαστήριο, αφού δηλαδή μετέφερε τη δικαιοδοσία πάνω σε θέματα περιουσιακών σχέσεων των συζύγων από τα Επαρχιακά στα Οικογενειακά Δικαστήρια, προχώρησε με την ακόλουθη μεταβατική διάταξη:-
"3. Εκκρεμείς διαδιακασίες κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου που έχουν ως επίδικο αντικείμενο περιουσιακές διαφορές με βάση το άρθρο 2 του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου, όπως τροποποιήθηκε από τον περί Οκογενειακών Δικαστηρίων (Τροποποιητικό) Νόμο του 1996, παραμένουν και ολοκληρώνονται ενώπιον των Επαρχιακών Δικαστηρίων νοουμένου ότι άρχισε η ενώπιον τους ακροαματική διαδικασία με την κατάθεση μαρτύρων, άλλως παραπέμπονται στο στάδιο που βρίσκονται ενώπιον των αρμόδιων Οικογενειακών Δικαστηρίων."
Στις 16/4/1998 δημοσιεύθηκε ο Περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων (Τροποποιητικός) Νόμος του 1998 (Νόμος 25(Ι)/98) ο οποίος, αφού με το άρθρο 3 πρόσθεσε, αμέσως μετά το άρθρο 14 του βασικού νόμου, νέα άρθρα με αριθμό 14Α έως 14ΣΤ, στη συνέχεια, με το άρθρο 4 εισήγαγε την ακόλουθη ειδική διάταξη:-
"4. ..., αξιώσεις δυνάμει του άρθρου 14, που αποτέλεσαν ή αποτελούν το αντικείμενο διαδικασίας η οποία εκκρεμεί ενώπιον Επαρχιακού Δικαστηρίου ή ενώπιον Οικογενειακού Δικαστηρίου στο οποίο είχε παραπεμφθεί από Επαρχιακό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων (Τροποποιητικού) Νόμου του 1996, μπορούν να υποβληθούν στα Οικογενειακά Δικαστήρια μέσα σε ένα χρόνο από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου."
Την ίδια μέρα, 16/4/1998, δημοσιεύθηκε ο Περί Οικογενειακών Δικαστηρίων (Τροποποιητικός) Νόμος του 1998 (Νόμος 26(Ι)/98) ο οποίος τροποποίησε το άρθρο 2 του βασικού νόμου με την αντικατάσταση του ορισμού 'περιουσιακές σχέσεις' με τον πιο κάτω νέο ορισμό:-
"'περιουσιακές σχέσεις' σημαίνει τις σχέσεις που αφορούν κινητή και ακίνητη ιδιοκτησία που αποκτήθηκε με την προοπτική του γάμου πριν ή οποτεδήποτε μετά τη σύναψη του γάμου από οποιοδήποτε από τους συζύγους σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμων του 1991 έως 1998."
Ο ίδιος Νόμος (26(Ι)/98), αφού με το άρθρο 3 αντικατέστησε το άρθρο 11 του βασικού νόμου με νέο άρθρο το οποίο επεκτείνει τη δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων, με το άρθρο 5 πρόσθεσε την ακόλουθη μεταβατική διάταξη:-
"5. Οποιεσδήποτε διαδικασίες εκκρεμούν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου ενώπιον άλλων δικαστηρίων, η δικαιοδοσία για τις οποίες έχει μεταβιβαστεί με το Νόμο αυτό στα οικογενειακά δικαστήρια θα συνεχιστούν και θα αποπερατωθούν ενώπιον των δικαστηρίων όπου εκκρεμούν:
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ."
Στις 5/2/1996 άρχισε η ακρόαση της Αγωγής Αρ. 845/88 ενώπιον του Πλήρους Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας Αρ. 1. Ακούστηκαν δώδεκα μάρτυρες για τον ενάγοντα και οκτώ για την εναγόμενη. Η δίκη όμως δεν συμπληρώθηκε. Και τούτο διότι, εν τω μεταξύ, στις 25/4/1996, ένας από τους Δικαστές, ο Πρόεδρος, διορίσθηκε Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Έκτοτε η υπόθεση αναβλήθηκε επανειλημμένα μέχρι την επανασυγκρότηση του Πλήρους Επαρχιακού Δικαστηρίου Αρ. 1, οπότε και ορίστηκε ενώπιόν του για επανεκτίμηση στις 9/7/1996. Εκείνη τη μέρα ο δικηγόρος της εναγομένης ήγειρε θέμα δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου κατ' επίκληση του άρθρου 3 του Νόμου 34(Ι)/96 (ανωτέρω). Με ενδιάμεση απόφαση του, που δόθηκε στις 7/10/1996, το νέο Πλήρες Επαρχιακό Δικαστήριο Αρ. 1 απεφάσισε ότι είχε δικαιοδοσία να προχωρήσει στην ακρόαση της αγωγής. Τελικά, λόγω αλλαγών στη σύνθεση του Δικαστηρίου, η υπόθεση απέληξε ότι έπρεπε να εκδικασθεί εκ νέου (de novo). Έτσι, στις 27/2/1998, ορίστηκε για ακρόαση στις 7/5/1998. Τη μέρα εκείνη άρχισε η ακρόαση με την κατάθεση του ενάγοντα ως πρώτου μάρτυρα. Προτού όμως συμπληρωθεί η μαρτυρία του, οι ενδιαφερόμενοι κατέληξαν σε συμβιβασμό ο οποίος και δηλώθηκε στο Δικαστήριο το οποίο, με τη σειρά του, τον υιοθέτησε με απόφαση του. Λίγες μέρες αργότερα καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση με την οποία, ουσιαστικά, τίθεται ένα και μοναδικό ερώτημα από την απάντηση στο οποίο θα εξαρτηθεί η παροχή ή μη των αιτουμένων προνομιακών διαταγμάτων. Το ερώτημα είναι κατά πόσο, στις 7/5/1998, το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε ή όχι τη δικαιοδοσία να προχωρήσει στην ακρόαση της αγωγής και, στη συνέχεια, να υιοθετήσει το συμβιβασμό στον οποίο, κατά την πορεία, κατέληξαν οι διάδικοι.
Κατά την κρίση μου, η απάντηση στο ερώτημα πρέπει να είναι καταφατική. Η ορθή ερμηνεία της σχετικής νομοθεσίας από το 1990 μέχρι σήμερα, αποσπάσματα από την οποία έχω παραθέσει πιο πάνω, είναι ότι η μεταβατική διάταξη του άρθρου 3 του Νόμου 34(Ι)/96 αφορά περιουσιακές διαφορές που προκύπτουν από περιουσιακές σχέσεις που διαμορφώθηκαν μέσα στα πλαίσια της λειτουργίας και εφαρμογής του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου του 1991 (Νόμος 232/91, όπως τροποποιήθηκε). Δεν επεκτείνεται ούτε καλύπτει σχέσεις ή διαφορές που προϋπήρξαν του Νόμου και έχουν ως βάση το Κοινοδίκαιο όπως ίσχυε πριν από την έναρξη της ισχύος του Νόμου οπόταν κινήθηκε και η αγωγή. Η ερμηνεία αυτή προκύπτει και από τον ίδιο τον ορισμό των "περιουσιακών σχέσεων" στο Νόμο 33(Ι)/96, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 26(Ι)/98, ο οποίος χαρακτηρίζει σαν τέτοιες τις σχέσεις που αφορούν περιουσία ή ιδιοκτησία που αποκτήθηκε "σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμων του 1991 έως 1998". Με άλλα λόγια, είναι εμφανές ότι ο ορισμός των "περιουσιακών σχέσεων" στον περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμο του 1990 (όπως τροποποιήθηκε) συναρτά τις περιουσιακές σχέσεις, και τις επακόλουθες διαφορές, με τις πρόνοιες του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου του 1991 (όπως τροποποιήθηκε) με αποτέλεσμα οι αγωγές που καταχωρήθηκαν πριν την έναρξη της ισχύος του Νόμου, με βάση το Κοινοδίκαιο, να μην θεωρούνται αγωγές που αφορούν περιουσιακές σχέσεις ή διαφορές βάσει του Νόμου. Αν ο νομοθέτης, με το άρθρο 3 του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων (Τροποποιητικού) Νόμου του 1996 (Νόμος 34(Ι)/96), απέβλεπε να καλύψει σχέσεις ή διαφορές που προέκυψαν πριν το 1991 (και οι οποίες απετέλεσαν τη βάση αγωγών που καταχωρήθηκαν πριν το 1991) θα είχε χρησιμοποιήσει διαφορετική φρασεολογία, όχι μόνο στη διατύπωση του άρθρου αυτού, αλλά και στη διατύπωση του ορισμού των "περιουσιακών σχέσεων" στο άρθρο 2 των περί Οικογενειακών Δικαστηρίων (Τροποποιητικών) Νόμων του 1996 και του 1998. Επομένως η υπό εξέταση αγωγή, ως καταχωρηθείσα το 1988 με βάση το Κοινοδίκαιο, δεν εμπίπτει στα πλαίσια των αγωγών τις οποίες το άρθρο 3 του Νόμου 34(Ι)/96 παρέπεμψε στο Οικογενειακό Δικαστήριο.
Περιττόν να προσθέσω ότι, πάντοτε κατά την κρίση μου, η τροποποιητική νομοθεσία του 1998 δεν διαφοροποιεί τα πράγματα.
Ενόψει των πιο πάνω, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι, τόσο στις 7/10/1996 όσο και στις 7/5/1998, το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί και ακούσει την αγωγή και, στη συνέχεια, να υιοθετήσει τον επιτευχθέντα συμβιβασμό και εκδώσει το ανάλογο διατακτικό.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
H αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.