ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 1 ΑΑΔ 369

23 Φεβρουαρίου, 1998

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΟΝΤΕΑΣ,

Εφεσείουσα,

v.

ΝΙΚΟΥ ΛΑΡΚΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

(Πολιτική Έφεση Aρ. 9882)

 

Δικαιοδοσία Δικαστηρίων — Διαφορά που αφορά ισχυριζόμενο αστικό αδίκημα (απάτη) από εταιρεία προς πρώην αξιωματούχο της, που οδήγησε στην παραίτησή του από την εταιρεία — Κατά πόσο αρμοδιότητα για επίλυση της διαφοράς έχει το Επαρχιακό Δικαστήριο ή το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών δυνάμει του Άρθρου 52 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου του 1985 (Ν. 22/85) όπως τροποποιήθηκε με το Ν.68/87.

Ο εφεσίβλητος, για πολλά χρόνια γραμματέας της εφεσείουσας εταιρείας, υπέβαλε παραίτηση που έγινε δεκτή εν όψει της μεμπτότητος που του αποδίδετο στον οικονομικό τομέα.  Κίνησε αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο με την οποία καταλογίζει ευθύνη στην εφεσίβλητη για την υποβολή της παραίτησής του ισχυριζόμενος ότι του επεβλήθη με εξαναγκασμό και απειλές και/ή ήταν αποτέλεσμα ψευδών παραστάσεων και/ή δόλου.

Ο δικηγόρος της εφεσείουσας ήγειρε προδικαστική ένσταση ότι επρόκειτο περί διαφοράς εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών και κατά συνέπεια δεν είχε αρμοδιότητα το Επαρχιακό Δικαστήριο να την εκδικάσει.

Η έφεση στρέφεται κατά της ενδιάμεσης απόφασης για απόρριψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο της πιο πάνω προδικαστικής ένστασης.  Ο συνήγορος της εφεσείουσας ισχυρίστηκε ότι τα όσα συνθέτουν την επίδικη διαφορά δεν έχουν σχέση με αστικό αδίκημα αλλά μόνο με συμφωνία για παραίτηση του εφεσιβλήτου και ότι ο τερματισμός της σχέσης, όπως και η δημιουργία της, αφορούν στις εργασίες της εταιρείας στις οποίες αναφέρεται το Άρθρο 52 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου του 1985 (Ν. 22/85), όπως τροποποιήθηκε (ο Νόμος).

Αποφασίστηκε ότι:

Το θέμα κατά πόσο ο ισχυριζόμενος δόλος ή η απάτη ή οι άλλοι ισχυρισμοί στην αγωγή θα επενεργούσαν μόνο στον τομέα διαμόρφωσης ή λύσης συμβατικής σχέσης, δεν είναι θέμα που είναι δυνατόν να χαρακτηριστεί ως διαφορά που αφορά στις εργασίες της εταιρείας έτσι ώστε να επιβάλλεται η διαιτησία δυνάμει του Άρθρου 52 του Νόμου.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την εναγόμενη κατά της ενδιάμεσης απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος (Kραμβής, Π.E.Δ.) που δόθηκε στις 29 Iανουαρίου, 1997 (Aρ. Aγωγής 845/95) με την οποία κρίθηκε ότι το αρμόδιο Δικαστήριο για την επίλυση της διαφοράς ήταν το Eπαρχιακό Δικαστήριο και όχι το Δικαστήριο Eργατικών Διαφορών.

Α. Ποιητής, για την Εφεσείουσα.

Α. Μιχαηλίδης, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

AΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα είναι εγγεγραμμένη εταιρεία δυνάμει του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου του 1985 (Ν. 22/85) όπως αυτός τροποποιήθηκε. Ο εφεσίβλητος, ο οποίος διετέλεσε επί μακρόν γραμματέας της, υπέβαλε στις 8 Δεκεμβρίου 1987 την παραίτηση του που έγινε δεκτή. Και αυτό ενόψει μεμπτότητας που του αποδίδετο στον οικονομικό τομέα. Αφού πέρασαν σχεδόν οκτώ χρόνια κίνησε εναντίον της εφεσείουσας την αγωγή αρ. 845/95 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, με την οποία της καταλογίζει ευθύνη για την υποβολή της παραίτησής του και αξιώνει, πρώτο, δήλωση ότι η παραίτηση είναι άκυρη και, δεύτερο, την επιδίκαση αποζημιώσεων. Πυρήνας της θέσης του αποτελούν οι ισχυρισμοί που διατυπώνονται στην παράγραφο 6 της Έκθεσης Απαίτησης. Έχουν ως εξής:

"6.     Ο ενάγων ισχυρίζεται ότι η παραίτησή του δεν ήτο αποτέλεσμα ελευθέρας και αυτοβούλου αποφάσεώς του, αλλά του επεβλήθη με εξαναγκασμό και απειλές και/ή ήτο αποτέλεσμα ψευδών παραστάσεων και/ή δόλου υπό της επιτροπής και του εποπτικού συμβουλίου των εναγομένων.

     Λεπτομέρειες απειλών και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή δόλου εκ μέρους των εναγομένων

(α)   Οι εναγόμενοι απειλούσαν τον ενάγοντα ότι εάν δεν υπέβαλλε τη παραίτησή του, θα τον έπαυαν και θα εστερείτο όλων των δικαιωμάτων του στις απολαβές του και στο ταμείο προνοίας.

(β)   Οι εναγόμενοι εν γνώσει των ότι τούτο ήτο αναληθές παρέστησαν ψευδώς στον ενάγοντα αποσκοπούντες στην εξαπάτησή του ότι εάν υπέβαλλε την παραίτησή του θα εσυμβουλεύοντο τον έφορο συνεργατισμού και διαβεβαίωσαν ψευδώς τον ενάγοντα ότι είχε προηγηθεί συνεννόηση μετά του εφόρου, ο οποίος θα ενεφανίζετο ως μεσολαβητής και η παραίτηση του ενάγοντος δεν θα εγίνετο δεκτή."

Η εφεσείουσα έθεσε προδικαστικά για εξέταση ζήτημα δικαιοδοσίας, προβάλλοντας ότι επρόκειτο περί διαφοράς που εμπίπτει στο άρθρο 52 του Νόμου (όπως αυτό τροποποιήθηκε με τον Ν. 68/87) το οποίο προνοεί για διαιτησία και εναλλακτικά ότι επρόκειτο περί διαφοράς εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών.  Το πρωτόδικο δικαστήριο, με απόφαση ημερ. 29 Ιανουαρίου 1997, απέρριψε αυτές τις θέσεις και κατέληξε ότι διατηρεί αρμοδιότητα και δικαιοδοσία.

Η έφεση, όπως εν τέλει περιορίστηκε, στρέφεται κατά της εν λόγω απόφασης μόνο σχετικά με το ζήτημα δικαιοδοσίας ενόψει του άρθρου 52 του Νόμου στο οποίο προβλέπεται ότι:

"52. - (1) Οσάκις εγείρεται οιαδήποτε διαφορά αφορώσα τας εργασίας εγγεγραμμένης εταιρείας -

(α)   μεταξύ μελών, πρώην μελών, και προσώπων αξιούντων μέσω μελών· ή

(β)   μεταξύ μέλους, πρώην μέλους ή προσώπου αξιούντος μέσω μέλους, πρώην μέλους ή αποβιώσαντος μέλους και της εταιρείας, της επιτροπείας ή του συμβουλίου αυτής ή οιουδήποτε αξιωματούχου, αντιπροσώπου ή υπαλλήλου της εταιρείας· ή

(γ)   μεταξύ της εταιρείας ή της επιτροπείας ή του συμβουλίου αυτής και οιουδήποτε αξιωματούχου, αντιπροσώπου ή υπαλλήλου της εταιρείας· ή

(δ)   μεταξύ της εταιρείας και οιασδήποτε ετέρας εγγεγραμμένης εταιρείας,

η τοιαύτη διαφορά θα παραπέμπηται υφ' οιουδήποτε εξ αυτών εις τον Έφορον."

Στην εκκαλούμενη απόφαση επισημαίνεται κατ' αρχήν - και ορθά βέβαια - ότι το ζήτημα, καθώς ορίζει η νομολογία, εξετάζεται στο στάδιο που βρισκόταν η υπόθεση, στη βάση του περιεχομένου της Έκθεσης Απαίτησης. Έπειτα εκφράζεται η άποψη, πρώτο, ότι η επίδικη διαφορά δεν αφορά στις εργασίες της εταιρείας αλλά στη διάπραξη ή όχι αστικών αδικημάτων και, δεύτερο, ότι εν πάση περιπτώσει δεν επρόκειτο περί διαφοράς μεταξύ της εταιρείας και αξιωματούχου δεδομένου ότι ο εφεσίβλητος δεν κατείχε πλέον το αξίωμα γραμματέως και στη διάταξη δεν γίνεται αναφορά σε πρώην αξιωματούχους για συμπερίληψη τους, σε αντιδιαστολή με ό,τι ρητά αναφέρεται για πρώην μέλη.

Ο συνήγορος της εφεσείουσας επανέλαβε ενώπιον μας τις εισηγήσεις τις οποίες είχε προωθήσει και πρωτόδικα αναπτύσσοντας εκτενή επιχειρηματολογία.  Ως προς την πρώτη πτυχή, εισηγήθηκε ότι τα όσα συνθέτουν την επίδικη διαφορά έχουν σχέση όχι με οποιοδήποτε αστικό αδίκημα αλλά μόνο με συμφωνία για την παραίτηση του εφεσίβλητου κατόπιν πρότασης δικής του και αποδοχής της από την εταιρεία, και ότι ο τερματισμός της σχέσης, όπως εξ άλλου και η δημιουργία του, αφορούν στις εργασίες της εταιρείας στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 52 του Νόμου. Ως προς τη δεύτερη πτυχή, εισηγήθηκε ότι η διαφορά στην προκείμενη περίπτωση αναφέρεται χρονικά στα όσα προηγήθηκαν της παραίτησης και εφόσον ο εφεσίβλητος ήταν τότε αξιωματούχος, πρόκειται για διαφορά, όπως ορίζει το άρθρο 52, μεταξύ της εταιρείας και αξιωματούχου, όχι πρώην αξιωματούχου.

Μας φαίνεται, με εκτίμηση προς τον συνήγορο της εφεσείουσας, ότι με την αγωγή, όσο και αν μπορεί κανείς να ασκήσει κριτική για τη διατύπωση της, καθίσταται επίδικο το κατά πόσο η εφεσείουσα διέπραξε ή όχι το αστικό αδίκημα απάτης, ανεξάρτητα από το κατά πόσο τα όσα ο εφεσίβλητος της καταλογίζει ενέχουν ή όχι σημασία και στον τομέα των συμβάσεων. Το ένα δεν αποκλείει το άλλο.  Τα συστατικά στοιχεία του εν λόγω αστικού αδικήματος εκτίθενται στο άρθρο 36 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, το οποίο παραθέτουμε:

"36.  Απάτη συνίσταται σε ψευδή παράσταση γεγονότος, η οποία γίνεται εν γνώσει του ψεύδους αυτής, ή χωρίς πίστη για το αληθές αυτής ή απερίσκεπτα, αδιάφορα του κατά πόσο είναι αληθής ή ψευδής, με σκοπό όπως το πρόσωπο που εξαπατήθηκε ενεργήσει με βάση αυτή:

Νοείται ότι καμιά αγωγή δεν εγείρεται σε τέτοια παράσταση εκτός αν αυτή έγινε με σκοπό εξαπάτησης του ενάγοντα και πράγματι εξαπάτησε αυτόν, και αυτός ενέργησε με βάση αυτή και εξαιτίας αυτού υπέστη ζημιά:

.........................................................................................."

Αυτό, καθώς είναι νομίζουμε προφανές, εκβαίνει ολωσδιόλου τα όρια του άρθρου 52 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου. Αλλά και όπου ο ισχυριζόμενος δόλος  θα επενεργούσε μόνο στον τομέα διαμόρφωσης ή λύσης συμβατικής σχέσης, όπως άλλωστε θα μπορούσε με ανάλογο τρόπο να επενεργήσουν και οι απειλές ή ο εκβιασμός για τα οποία διατυπώνονται στην αγωγή ισχυρισμοί, δεν θα μπορούσαμε να συμμεριστούμε την άποψη ότι αυτά αποτελούν θέματα τα οποία θα ήταν δυνατό να χαρακτηριστούν ως διαφορές που αφορούν στις εργασίες της εταιρείας έτσι ώστε να επιβάλλεται η διαιτησία δυνάμει του άρθρου 52 του Νόμου. Ενόψει αυτής της κατάληξης δεν παρίσταται ανάγκη να εξετάσουμε τη δεύτερη πτυχή που απασχόλησε.

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο