ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 361
23 Φεβρουαρίου, 1998
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΝΤΙΝΟΣ ΛΥΡΑΣ,
Εφεσείων,
v.
ΠΕΤΡΟΛΙΝΑ ΛΤΔ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9988)
Αγωγή — Αναστολή αγωγής — Διασταυρούμενες αγωγές — Κριτήρια αναστολής μίας εκ των δύο είναι κυρίως το βάρος αποδείξεως και οι επιπτώσεις στα συγκεκριμένα ωφελήματα των διαδίκων.
Μεταξύ του εφεσείοντα και των εφεσίβλητων εκκρεμούν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας δύο διασταυρούμενες αγωγές (με αριθμούς 880/94 και 969/94). Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν αίτηση για αναστολή της δεύτερης αγωγής στην οποία είναι εναγόμενοι και το Δικαστήριο εξέδωσε σχετικό διάταγμα. Ασκήθηκε έφεση και το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε το διάταγμα. Στη συνέχεια ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση για αναστολή της πρώτης αγωγής στην οποία είναι εναγόμενος. Το Δικαστήριο ενεργώντας κάτω από εσφαλμένη εντύπωση ότι υπήρχε σε ισχύ το προσωρινό διάταγμα που είχε αρχικά εκδοθεί στη δεύτερη αγωγή, απέρριψε την αίτηση. Κατ' έφεση το Ανώτατο Δικαστήριο παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση και εξέδωσε το αιτούμενο διάταγμα αναστολής της πρώτης αγωγής.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Aναφερόμενη υπόθεση:
Λύρας v. Πετρολίνα Λτδ (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1401.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της ενδιάμεσης απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος (Kραμβής, Π.E.Δ.) που δόθηκε στις 15 Mαΐου, 1997 (Aρ. Aγωγής 969/94) με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για αναστολή της περαιτέρω διαδικασίας στην αγωγή με αριθμό 880/94.
Κ. Ταλαρίδης με Ν. Ταλαρίδου, για τον Εφεσείοντα.
Α. Ζαχαρίου, για τους Εφεσιβλήτους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Εκκρεμούν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας δύο διασταυρούμενες αγωγές μεταξύ των παρόντων διαδίκων. Τη μια, με αριθμό 880/94, την κίνησαν οι εφεσίβλητοι στις 10 Μαρτίου 1994 και την άλλη, με αριθμό 969/94, την κίνησε ο εφεσείων στις 18 Μαρτίου 1994. Οι εφεσίβλητοι αποτάθηκαν στο δικαστήριο για αναστολή της δεύτερης αγωγής και το δικαστήριο, με απόφαση ημερ. 29 Ιουνίου 1995, εξέδωσε σχετικό διάταγμα. Ασκήθηκε έφεση. Την οποία το Εφετείο επέτρεψε: βλ. Λύρας v. Πετρολίνα Λτδ (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1401. Έκρινε ότι "ορθά ασκούμενη, η διακριτική εξουσία δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει σε μόνο μια κατεύθυνση, ήτοι, στην απόρριψη της αίτησης των εφεσιβλήτων για αναστολή της αγωγής υπ' αρ. 969/94." Τα κριτήρια τα εξέθεσε ως εξής:
"Το ποια από δύο διασταυρούμενες αγωγές πρέπει να ανασταλεί, εξαρτάται από τις περιστάσεις. Γενικός και άκαμπτος κανόνας δεν υπάρχει. Ένας σημαντικός παράγοντας είναι το ποιος από τους δύο διαδίκους φέρει το βάρος απόδειξης εκεί όπου αυτό βρίσκεται στη μια πλευρά ή κυρίως στη μια πλευρά. Εκείνος που το φέρει πρέπει να αρχίζει πρώτος και γι' αυτό ορθό είναι να παραμένει η αγωγή στην οποία εκείνος είναι ενάγων. Άλλος σημαντικός παράγοντας είναι το κατά πόσο προκύπτει από μια αγωγή συγκεκριμένο ωφέλημα για τον ενάγοντα το οποίο δεν θα ήταν ορθό να του στερηθεί. Αν συντρέχει μόνο ο ένας από αυτούς τους παράγοντες, τότε υπερισχύει έναντι οποιωνδήποτε άλλων. Αν συνυπάρχουν, τότε το δικαστήριο τους σταθμίζει για να επιλέξει μεταξύ τους. Στην απουσία και των δύο αποκτά σημασία η χρονολογική σειρά στην καταχώρηση των αγωγών. Αυτοί οι τρεις παράγοντες δεν εξαντλούν τις δυνατότητες. Δεν αποκλείονται και άλλοι - ήσσονος όμως σημασίας συγκριτικά με τους πρώτους δύο - οι οποίοι θα μπορούσαν ίσως να εκτοπίσουν την χρονολογική σειρά."
Επεσήμανε δε, αναφορικά με τις ανάγκες της περίπτωσης, ότι ο εφεσείων είχε μεγαλύτερο βάρος απόδειξης και ότι η συνέχιση της δικής του αγωγής θα του παρείχε το ωφέλημα προώθησης εκκρεμούσας αίτησης για την έκδοση προσωρινού διατάγματος ενώ τέτοιο διάταγμα, προηγουμένως εκδοθέν προς όφελος των εφεσιβλήτων, είχε ήδη ακυρωθεί με δική τους πρόταση.
Τα δεδομένα που είχαν οδηγήσει το Εφετείο στο συμπέρασμα ότι δεν εδικαιολογείτο η αναστολή της αγωγής του εφεσείοντος σήμαιναν εξ αντιδιαστολής ότι, κατόπιν σχετικής αίτησης, θα καθίστατο δικαιολογημένη η αναστολή της αγωγής των εφεσιβλήτων. Και όμως, αίτηση την οποία ο εφεσείων υπέβαλε στις 14 Φεβρουαρίου 1997, απορρίφθηκε. Αυτό, καθώς είναι προφανές, ήταν το αποτέλεσμα της εσφαλμένης εντύπωσης του δικαστηρίου ότι υπήρχε σε ισχύ το προσωρινό διάταγμα που είχε αρχικά εκδοθεί στην αγωγή των εφεσιβλήτων. Το δικαστήριο πρόσθεσε ως λόγο για την απόρριψη της αίτησης και το ότι η αγωγή των εφεσιβλήτων βρισκόταν σε προχωρημένο στάδιο χωρίς ωστόσο να λάβει υπόψη ότι στην πορεία της αγωγής του εφεσείοντος είχε επιδράσει η εσφαλμένη αναστολή της. Η πρωτόδικη απόφαση δεν μπορεί παρά να παραμεριστεί, με αυτονόητη εν συνεχεία την έκβαση της αίτησης του εφεσείοντος για αναστολή της αγωγής των εφεσιβλήτων.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Εκδίδεται διάταγμα αναστολής της αγωγής με αριθμό 880/94 των εφεσιβλήτων. Συνακόλουθα, παρέχεται στους εφεσίβλητους άδεια όπως εντός 15 ημερών καταχωρήσουν ανταπαίτηση στην αγωγή με αριθμό 969/94 αναφορικά με ό,τι προβάλλουν στην ανασταλείσα αγωγή και εκδίδεται προς τούτο διάταγμα ανάλογα. Τα έξοδα πρωτόδικα να είναι έξοδα δίκης.
H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.