ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(1998) 1 ΑΑΔ 335
20 Φεβρουαρίου, 1998
[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στές]
1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ,
2. ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ,
Εφεσείοντες-Αιτητές,
v.
PELMACO DEVELOPMENT LTD,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9819)
Διαιτησία — Αίτηση για ορισμό ανεξάρτητου εκτιμητή και παροχή προς αυτόν οδηγιών σχετικά με τον τρόπο και τα στοιχεία εκτίμησης μετοχών της εφεσίβλητης εταιρείας δυνάμει του Άρθρου 36(1)(β)(γ) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) — Προηγήθηκε διάταγμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την αγορά των μετοχών των εφεσειόντων σε τιμή που θα καθορίσει ανεξάρτητος εκτιμητής — Κρίθηκε ότι η αίτηση στερείτο νομικού ερείσματος εφ' όσον δεν έγινε "διαρκούσης της πολιτικής διαδικασίας" εντός της εννοίας του Άρθρου 36(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60).
Οι εφεσείοντες - αιτητές, οι οποίοι αποτελούσαν τη μειοψηφία των μετόχων της εφεσίβλητης εταιρείας, αρχικά ζήτησαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο, με την αίτηση εταιρειών αρ. 313/88, την έκδοση θεραπείας με βάση το Άρθρο 202 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113. Εκδόθηκε διάταγμα με το οποίο η πλειοψηφία διατάχθηκε όπως αγοράσει τις μετοχές των αιτητών σε τιμή που θα καθορίσει ανεξάρτητος εκτιμητής. Η ορθότητα της απόφασης αυτής τελεί υπό έφεση σε άλλη έφεση. Με αίτησή τους που ακολούθησε στην ίδια διαδικασία και με τον ίδιο αριθμό, οι εφεσείοντες ζήτησαν από το Δικαστήριο το διορισμό συγκεκριμένου προσώπου, ως ανεξάρτητου εκτιμητή και την έκδοση οδηγιών προς αυτόν, σχετικά με τον τρόπο και στοιχεία εκτίμησης των μετοχών της εφεσίβλητης εταιρείας Pelmaco Development Limited. H αίτηση βασίζεται μεταξύ άλλων στο Άρθρο 36(1)(β)(γ) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την θέση των αιτητών ότι η αίτηση αυτή ήταν αίτηση που γινόταν διαρκούσης της διαδικασίας και έκρινε ότι η διαδικασία είχε λήξει με την έκδοση τελικής απόφασης και ως εκ τούτου η αίτηση δεν είχε νομικό έρεισμα. Οι εφεσείοντες προσέβαλαν την απόφαση και ισχυρίστηκαν ότι θα έπρεπε να θεωρηθεί, ενόψει του διατάγματος του Δικαστηρίου, ότι η διαδικασία δεν είχε λήξει και ότι ο μόνος τρόπος για να υλοποιηθεί η απόφαση του Δικαστηρίου ήταν απόφαση επί του παρόντος αιτήματός τους.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την έφεση, αποφάνθηκε ότι:
Με βάση το Άρθρο 36(1) του Ν. 14/60, η παραπομπή σε διαιτησία εξουσιοδοτείται σε οποιαδήποτε "πολιτική διαδικασία" και "καθ' οιονδήποτε χρόνο". Παρόλο ότι στο Άρθρο 36(1) δεν αναφέρεται ρητά ότι το στάδιο αυτό είναι "διαρκούσης της πολιτικής διαδικασίας", αυτό είναι το λογικό συμπέρασμα το οποίο προκύπτει από τις πρόνοιές του. Τούτο υποστηρίζεται αδιαμφισβήτητα και από τις πρόνοιες του Άρθρου 37(2) του Νόμου 14/60, που αβίαστα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η τελική απόφαση του Δικαστηρίου εκδίδεται μετά την διαιτητική απόφαση και αφού λογικά διακοπεί εν τω μεταξύ η δίκη.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τους αιτητές κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Aρέστης, Π.E.Δ. και Γιασεμής, E.Δ.) που δόθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου, 1996 (Aρ. Aγωγής 313/88) με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή τους για διορισμό ανεξαρτήτου εκτιμητή ο οποίος να εκτιμήσει την αξία των μετοχών της Pelmaco Developments Limited.
Α. Χαβιαράς, για τους Εφεσείοντες-αιτητές.
Κ. Μιχαηλίδης, για τους Εφεσιβλήτους-καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Π. Αρτέμης, Δ.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες-αιτητές αρχικά καταχώρησαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο την αίτηση Εταιρειών αρ. 313/88, με την οποία ζητούν την έκδοση από το Δικαστήριο θεραπείας με βάση το άρθρο 202 του Περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113. Στις 26.5.93 δόθηκε απόφαση από το Δικαστήριο το οποίο εξέδωσε το πιο κάτω διάταγμα:
"Σαν αποτέλεσμα των όσων προσπαθήσαμε να εκθέσουμε πιο πάνω, εκδίδεται διάταγμα με το οποίο η πλειοψηφία (Χριστόφορος, Γεώργιος και Γιαννάκης Πελεκάνος) διατάσσονται όπως αγοράσουν τις μετοχές των αιτητών (Ανδρέα και Αντώνη Πελεκάνου) σε τιμή που θα καθορίσει ανεξάρτητος εκτιμητής".
Προτού εκδοθεί το διάταγμα αυτό διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο ότι "επειδή δεν προσάχθηκε μαρτυρία για την αξία κατά μετοχή αυτές να εκτιμηθούν από ανεξάρτητο εκτιμητή". Η ορθότητα της απόφασης αυτής τελεί υπό έφεση, (Π.Ε. 8966), η οποία δεν έχει ακόμη αποφασισθεί. Με αίτησή τους που ακολούθησε στην ίδια διαδικασία και με τον ίδιο αριθμό οι αιτητές ζητούσαν τα ακόλουθα:
(α) Διάταγμα που να διορίζει τον κ. Μάρκο Δράκο από τη Λευκωσία, Προσοντουχο Ελεγκτή του Ελεγκτικού Οίκου Deloitte & Touche, ως ανεξάρτητο εκτιμητή για να εκτιμήσει την αξία των μετοχών της Pelmaco Development Limited σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 26 Μαΐου 1993.
(β) Οδηγίες προς τον ως άνω ανεξάρτητο εκτιμητή σχετικά με τον τρόπο και στοιχεία εκτίμησης των μετοχών της εν λόγω εταιρείας και ειδικότερα:
(1) εάν χρειαστεί κατά την κρίση του ως άνω εκτιμητή να λάβει από εκτιμητή ακίνητης περιουσίας εκτίμηση της ακίνητης περιουσίας και των οικοδομών της Εταιρείας στην τιμή πώλησης που ίσχυε κατά το χρόνο της αίτησης αρ. 313/88.
(2) τα χρήματα που πληρώθηκαν ή πιστώθηκαν στους Χριστόφορο, Γεώργιο και Γιαννάκη Πελεκάνο να λογιστούν ως περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας.
(3) οι κατοικίες που μεταβιβάστηκαν ή έγιναν συμφωνίες να μεταβιβαστούν στον Χριστόφορο, Γεώργιο και Γιαννάκη Πελεκάνο ή στις συζύγους ή τα τέκνα των να λογιστούν ως περιουσία της Εταιρείας.
(4) να συνυπολογιστούν όλες οι εισπράξεις από την εκμετάλλευση του εστιατορίου και της πισίνας του έργου Αμπελοχώρι ως περιουσία της Εταιρείας.
(5) να συνυπολογιστούν ως περιουσία της εταιρείας τα κέρδη και η εμπορική εύνοια που προέκυψαν στο έργο "ΚΛΗΜΑΤΑΡΙΑ".
(γ) Περαιτέρω ή άλλες οδηγίες.
(δ) Όπως η αμοιβή και τα έξοδα του ειδικού εκτιμητή και τα έξοδα της παρούσης πληρωθούν από τον Χριστόφορο, Γεώργιο και Γιαννάκη Πελεκάνο."
Η αίτηση βασίζεται μεταξύ άλλων στο άρθρο 36(1)(β)(γ) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη θέση των αιτητών ότι η αίτηση αυτή ήταν αίτηση που γινόταν διαρκούσης της διαδικασίας και έκρινε ότι η διαδικασία είχε λήξει με την έκδοση τελικής απόφασης και ως εκ τούτου η αίτηση δεν είχε νομικό έρεισμα. Οι αιτητές εφεσίβαλαν την απόφαση και σε εκτενή επιχειρηματολογία με αναφορά σε Αγγλικές αποφάσεις υπέβαλαν ότι θα έπρεπε να θεωρηθεί, εν όψει του διατάγματος του Δικαστηρίου, ότι η διαδικασία δεν είχε λήξει και ότι ο μόνος τρόπος για να υλοποιηθεί η απόφαση του Δικαστηρίου ήταν απόφαση επί του παρόντος αιτήματός τους. Η εφεσίβλητη εταιρεία υποστήριξε ως ορθή την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Το άρθρο 36(1) προνοεί τα ακόλουθα:
"36(1) Εις οιανδήποτε πολιτικήν διαδικασία -
(α) εάν πάντες οι ενδιαφερόμενοι διάδικοι οίτινες δεν διατελούν υπό ανικανότητα, συναινούν, ή
(β) εάν η διαφορά ή άλλη διαδικασία απαιτή μακράν εξέτασιν εγγράφων ή οιανδήποτε επιστημονικήν ή επιτόπιον έρευναν, ήτις δεν δύναται κατά την γνώμην του δικαστηρίου καταλλήλως να γίνη ενώπιον του δικαστηρίου ή να διενεργηθή υπ' αυτού, διά των άλλων τακτικών υπαλλήλων, ή
(γ) εάν το αμφισβητούμενον ζήτημα συνίσταται εν όλω ή εν μέρει εκ ζητημάτων λογαριασμών,
το δικαστήριον δύναται καθ' οιονδήποτε χρόνον, να διατάξη όπως η όλη διαφορά ή θέμα, ή οιονδήποτε εν αυτοίς ζήτημα ή αμφισβητούμενον πραγματικόν γεγονός δικασθή ενώπιον ή απλού διαιτητού συμφωνηθέντος προς τούτο υπό των διαδίκων ή εν περιπτώσει ασυμφωνίας αυτών, οριζομένου υπό του δικαστηρίου ή ενώπιον επισήμου διαιτητού ή υπαλλήλου του δικαστηρίου."
Σχετικό είναι και το άρθρο 37(2), το οποίο επίσης παραθέτουμε:
"37(2) Η έκθεσις ή η διαιτητική απόφασις επισήμου, ειδικού ή απλού διαιτητού θα κατατίθηται εις το δικαστήριον, και το δικαστήριον, επί τη αιτήσει των διαδίκων, ή αυτεπαγγέλτως, δύναται να διατάξη όπως η τοιαύτη έκθεσις ή διαιτητική απόφασις ακυρωθή ή καταχωρισθή ως απόφασις του δικαστηρίου."
Το περιεχόμενο του πιο πάνω άρθρου είναι αρκετό για να μας οδηγήσει στην κατάληξη για απόφαση μας στην έφεση. Πιστεύουμε ότι οι αναφορές σε άλλες Αγγλικές πρόνοιες που ερμηνεύουν την έννοια του όρου "στη διαδικασία" ή "κατά τη διάρκεια της διαδικασίας" δεν βοηθούν ουσιωδώς στην περίπτωση.
Με βάση το άρθρο 36(1) η παραπομπή σε διαιτησία εξουσιοδοτείται σε οποιαδήποτε "πολιτική διαδικασία" και "καθ' οιονδήποτε χρόνο". Παρόλον ότι στο άρθρο 36(1) δεν αναφέρεται ρητά ότι το στάδιο αυτό είναι "διαρκούσης της πολιτικής διαδικασίας" αυτό είναι το λογικό συμπέρασμα το οποίο προκύπτει από τις πρόνοιες του. Τούτο υποστηρίζεται αδιαμφισβήτητα και από τις πρόνοιες του άρθρου 37(2) που παραθέσαμε, που αβίαστα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η τελική απόφαση του Δικαστηρίου εκδίδεται μετά τη διαιτητική απόφαση και αφού λογικά διακοπεί εν τω μεταξύ η δίκη.
Το άρθρο 36(1) θα μπορούσε να δώσει έρεισμα μόνο πιθανόν για αίτηση προς το Δικαστήριο για διάταγμα παραπομπής σε διαιτησία πριν την έκδοση της τελικής απόφασης του Δικαστηρίου. Στην παρούσα περίπτωση δεν έγινε τούτο, αλλά το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα έδωσε τις οδηγίες για διαιτησία σχετικά με την αξία των μετοχών αλλά χωρίς οποιεσδήποτε κατευθυντήριες γραμμές και χωρίς να διακόψει τη διαδικασία μέχρι την έκδοση του πορίσματος του διαιτητή. Δεν προτιθέμεθα να σχολιάσουμε περαιτέρω την ορθότητα της απόφασης αυτής, τοσούτω μάλλον αφού αυτό αποτελεί αντικείμενο της εκκρεμούσας έφεσης. Είναι ετσι σαφές ότι το άρθρο 36(1) δεν μπορεί να αποτελέσει νομική βάση για την επίδικη αίτηση.
Κατά τη διάρκεια της αγόρευσης ενώπιόν μας ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων-αιτητών υπαλλακτικά επιχειρηματολόγησε ότι η αίτηση μπορεί να θεωρηθεί ως αίτηση για εκτέλεση της απόφασης, που σε τέτοια περίπτωση θα μπορούσε να γίνει εντός της ίδιας διαδικασίας μετά την έκδοση τελικής απόφασης. Έστω και αν θεωρούσαμε την αίτηση αυτής της φύσης και πάλιν θα έπρεπε να απορριφθεί, γιατί για μια τέτοια αίτηση εκτέλεσης δεν δίδει και πάλιν έρεισμα το άρθρο 36(1).
Το αν υπήρχε άλλη διαδικασία και ποια, την οποία θα μπορούσαν οι αιτητές να είχαν ακολουθήσει για εφαρμογή του διατάγματος και των οδηγιών του Δικαστηρίου, ήταν θέμα που θα έπρεπε να είχαν εξετάσει οι ίδιοι και δεν προτιθέμεθα να το σχολιάσουμε.
Κάτω από το φως των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των εφεσειόντων-αιτητών.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.