ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 132
26 Iανουαρίου, 1998
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΠΑΥΛΟΥ,
Εφεσείων-Εναγόμενος,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,
Εφεσιβλήτου- Ενάγοντα.
(Πολιτική Έφεση Aρ. 9830)
Αμέλεια — Τροχαίο ατύχημα — Επιμερισμός ευθύνης — Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθόρισε το ποσοστό ευθύνης του εφεσείοντα, λαμβάνοντας υπ' όψιν ουσιώδη ισχυρισμό του, επί του οποίου δεν προέβηκε σε εύρημα και συνεκτιμώντας τον στην κατάληξη του ποσοστού ευθύνης — Ο τρόπος χειρισμού του θέματος κρίθηκε ανεπίτρεπτος και οδήγησε σε διαταγή για επανεκδίκαση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να προβεί σε εύρημα επί ισχυρισμού του εφεσείοντα-εναγομένου, ότι ο λόγος που οδήγησε το αυτοκίνητό του δεξιότερα επί του υπεραστικού δρόμου Λευκωσίας-Λεμεσού, με κατεύθυνση τη Λευκωσία, ήταν η είσοδος αυτοκινήτου από πάροδο, περί τα 3 πόδια, στον αυτοκινητόδρομο. Αποτέλεσμα της οδήγησης δεξιότερα του αυτοκινήτου του εφεσείοντα ήταν η σύγκρουση του αυτοκινήτου του, το οποίο εκείνη τη στιγμή κρατούσε την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας με το αυτοκίνητο του εφεσιβλήτου-ενάγοντα, το οποίο προσπαθούσε να προσπεράσει κρατώντας τη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας. Η ευθύνη που καταμερίστηκε στον εφεσείοντα για την πρόκληση του ατυχήματος ήταν 40%. Μεταξύ των παραγόντων που λήφθηκαν υπ' όψιν ήταν και ο πιο πάνω ισχυρισμός του εφεσείοντα.
Το Εφετείο αποφάνθηκε ότι ο τρόπος που επιλήφθηκε του θέματος το πρωτόδικο Δικαστήριο, με το να λάβει υπ' όψιν ισχυρισμό επί του οποίου δεν έκαμε εύρημα και να τον συνεκτιμήσει καταλήγοντας σε ποσοστό ευθύνης, είναι ανεπίτρεπτος. Ο ισχυρισμός του εφεσείοντα ήταν ουσιωδέστατο στοιχείο για την έκβαση της αγωγής. Η παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να αποφασίσει επί αυτού, δεν παρέχει άλλη εκλογή από τη διαταγή για επανεκδίκαση.
Η έφεση επιτυγχάνει. Εκδίδεται διάταγμα επανεκδίκασης του θέματος ευθύνης από άλλο Δικαστήριο. Τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα. Εκείνα της πρωτόδικης διαδικασίας να ακολουθήσουν την έκβαση της υπόθεσης. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον εναγόμενο εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Nικολάου, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 14 Ιουνίου, 1996 (Aρ. Aγωγής 455/91) με την οποία του αποδόθηκε ευθύνη 40% για τροχαίο ατύχημα, χωρίς το Δικαστήριο να προβεί σε εύρημα σχετικά με ισχυρισμό που προφανώς θα μείωνε την ευθύνη του.
Ε. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσείοντα.
Α. Σαλαχώρης, για τον Εφεσίβλητο.
Εx tempore
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η έφεση αυτή αφορά ατύχημα που συνέβη στις 21.7.90 στο δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού, πλησίον της συμβολής του με πάροδο που οδηγούσε προς τον Κοτσιάτη. Ο εφεσείων-εναγόμενος προχωρούσε στην αριστερή λωρίδα του δρόμου διπλής κατευθύνσεως προς Λευκωσία, ενώ το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου-ενάγοντα, ο οποίος προσπαθούσε να προσπεράσει, οδηγήθηκε στη δεξιά λωρίδα. Ενώ ο εφεσίβλητος προσπερνούσε, ο εφεσείων αιφνιδίως έστριψε το αυτοκίνητο του προς τα δεξιά ο δε εφεσίβλητος, στην προσπάθεια του να αποφύγει σύγκρουση με το αυτοκίνητο του εφεσείοντα, οδήγησε δεξιότερα και κτύπησε στη διαχωριστική νησίδα. Ήταν ο βασικός ισχυρισμός του εφεσείοντα-εναγομένου ότι ο λόγος που αναγκάστηκε να οδηγήσει προς τα δεξιά ήταν το ότι, ενώ πλησίαζε προς το δρόμο που οδηγούσε προς τον Κοτσιάτη, άγνωστο αυτοκίνητο που ερχόταν από την πάροδο δεν σταμάτησε στον κύριο δρόμο αλλά τελικά εισήλθε περί τα 3 πόδια στον αυτοκινητόδρομο, με αποτέλεσμα να το θέσει προ κινδύνου σύγκρουσης, γεγονός που τον ανάγκασε να αντιδράσει με το να οδηγήσει δεξιότερα το αυτοκίνητο του.
Είναι καθαρό από τα πιο πάνω ότι ο ισχυρισμός αυτός ήταν ουσιωδέστατο στοιχείο επί του οποίου ώφειλε το πρωτόδικο Δικαστήριο να κάμει εύρημα γιατί, αν ευσταθούσε, θα επηρέαζε άμεσα την ευθύνη του εφεσείοντα.
Έχουμε διεξέλθει με προσοχή την πρωτόδικη απόφαση και όπως φαίνεται το Δικαστήριο δεν προέβη σε τέτοιο εύρημα. Τόσο στην σελ.8 της απόφασης στην παράγραφο 5 των ευρημάτων του Δικαστηρίου όσο και στη σελ.9 στην παράγραφο 8 το Δικαστήριο αναφέρεται απλώς σε ισχυρισμό. Όταν δε καταλήγει για να αποδώσει ευθύνη 40% στον εφεσείοντα κάνει τούτο λαμβάνοντας υπόψη τη μη έγκαιρη χρήση του καθρέπτη από τον εφεσείοντα, την ταχύτητα του (90-100 μ.α.ω) σε χώρο του δρόμου που ήταν ακόμη σχετικά υπό κατασκευή καθώς και τον ισχυρισμό του εφεσείοντα για ύπαρξη άγνωστου αυτοκινήτου που τον υποχρέωσε να πάει δεξιότερα, προφανώς τούτο το τελευταίο ως στοιχείο που μειώνει την ευθύνη του.
Έτσι, κατά την κρίση μας, ήταν σαφώς ανεπίτρεπτος ο τρόπος που επελήφθη του θέματος το πρωτόδικο Δικαστήριο με το να λαμβάνει υπόψη ισχυρισμό επί του οποίου δεν έκαμε εύρημα και να τον συνεκτιμά καταλήγοντας σε ποσοστό ευθύνης. Η αποτυχία του πρωτόδικου Δικαστηρίου να αποφασίσει επί του ουσιώδους αυτού σημείου που θα ήταν αποφασιστικό για την έκβαση της αγωγής είναι μοιραία για την απόφαση και κάτω από τις συνθήκες δεν έχουμε άλλη εκλογή παρά να διατάξουμε επανεκδίκαση της υπόθεσης.
Εν όψει των πιο πάνω η έφεση επιτυγχάνει και εκδίδεται διάταγμα επανεκδίκασης του θέματος της ευθύνης από άλλο Δικαστήριο. Τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα. Εκείνα της πρωτόδικης διαδικασίας να ακολουθήσουν την έκβαση της υπόθεσης. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.