ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 1 ΑΑΔ 1294
30 Σεπτεμβρίου, 1997
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧATZHΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ ΔΙΣΠΥΡΟΥ, ΓΙA ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ PROHIBITION ΚΑΙ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΥΠ' ΑΡ. 2508/85
MΕΤΑΞΥ:
ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΤΣΑΛΙΔΗΣ,
Εφεσείοντα-Ενάγοντα,
v.
ΑΒΡΑΑΜ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΔΙΣΠΥΡΟΥ,
Εφεσίβλητου-Εναγομένου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 8178).
Προνομιακά Εντάλματα — Certiorari και Prohibition — Έφεση κατά της έκδοσης ενταλμάτων Certiorari και Prohibition με τα οποία ακυρώθηκε η εκτέλεση εντάλματος κατοχής ακινήτου, προς εκτέλεση διαταγής Επαρχιακού Δικαστηρίου, που εκδόθηκε σε αγωγή του εφεσείοντα για την ανάκτηση κατοχής εστιατορίου, το οποίο ενοικίασε στον εφεσίβλητο — Με την έκδοση του εντάλματος κατοχής, δόθηκε ισχύς σε διάταγμα που είχε εκπνεύσει — Διάπραξη νομικού σφάλματος και υπέρβαση εξουσίας — Οδήγησαν σε απόρριψη της έφεσης και επικύρωση των εκδοθέντων προνομιακών ενταλμάτων.
Ο εφεσείων είναι ιδιοκτήτης εστιατορίου στην Αγία Νάπα. Το 1982 το ενοικίασε στον εφεσίβλητο. Το 1985, με αγωγή του στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας - Αμμοχώστου ζήτησε την έξωση του ενοικιαστή. Στις 13.9.1986 η υπόθεση συμβιβάστηκε με συμφωνία ενώπιον του Δικαστηρίου η οποία πρόβλεπε την εγκατάλειψη του υποστατικού από τον ενοικιαστή (εφεσίβλητο), μέχρι 31.10.1986, εκτός εάν μέχρι την ημερομηνία εκείνη ο εφεσίβλητος κατέβαλλε όλα τα οφειλόμενα ενοίκια, πλέον την προκαταβολή των ενοικίων για την μελλοντική περίοδο ενοικιάσεως που συμφωνήθηκε από 31.10.86 μέχρι 30.1.87. Συμφωνήθηκε επίσης όπως το Δικαστήριο προβεί στην έκδοση διατάγματος έξωσης με αναστολή μέχρι 31.10.1986, δηλαδή μέχρι τη λήξη της προθεσμίας για την καταβολή των οφειλομένων και μελλοντικών ενοικίων.
Ο ενοικιαστής συμμορφώθηκε πλήρως με τις υποχρεώσεις του, διατήρησε την κατοχή του υποστατικού μέχρι τις 30.1.87 και συνέχισε να το κατέχει και μετά, καταβάλλοντας το ίδιο ενοίκιο.
Παρά την συμμόρφωση του εφεσίβλητου με την συμφωνία της 13.9.1986 και την ικανοποίηση των όρων της και παρά την απόρριψη αιτήματος του εφεσείοντα για ανάκτηση κατοχής του ακινήτου από το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων στο οποίο εν τω μεταξύ κατέφυγε, στις 10.1.1990, ο εφεσείων αξίωσε από το Επαρχιακό Δικαστήριο, την εκτέλεση του διατάγματος έξωσης που εκδόθηκε στις 13.9.1986 με την έκδοση εντάλματος κατοχής, αίτημα το οποίο εγκρίθηκε.
Ο εφεσίβλητος επεδίωξε και πέτυχε την έκδοση από το Ανώτατο Δικαστήριο ενταλμάτων για ακύρωση του εντάλματος κατοχής. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως το Διάταγμα της 13.9.1986, υπερφαλαγγίστηκε από την συμφωνία της 31.10.1986, απώλεσε την εκτελεστότητά του και δεν μπορούσε να καταστεί το αντικείμενο εντάλματος κατοχής. Επίσης ότι η συμφωνία της 13.9.1986, συνιστούσε νέα ενοικίαση υποστατικού σε ελεγχόμενη περιοχή, υποκείμενη στις διατάξεις του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, καθιστώντας τον ενοικιαστή θέσμιο ενοικιαστή του ακινήτου με όλα τα δικαιώματα που του αναγνωρίζει ο νόμος.
Ο εφεσείων ισχυρίστηκε στην έφεση για παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης και ακύρωση των ενταλμάτων που εκδόθηκαν, ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα:
1. Αποφάσισε ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακος δεν είχε δικαιοδοσία κατά τον ουσιώδη χρόνο να εκδώσει το προσβαλλόμενο Διάταγμα.
2. Απεδέχθη ότι υπήρχε πρόδηλο λάθος στο σχετικό πρακτικό.
3. Έκαμε εύρημα ότι οι διάδικοι συνήψαν νέα σύμβαση ενοικίασης.
4. Εδέχθη ότι στα πλαίσια της Αίτησης 12/87 του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεως, υπήρξε από τους διαδίκους αποδοχή πως ο εφεσίβλητος ήταν θέσμιος ενοικιαστής.
5. Εδέχθη ότι ο εφεσείων δεν επεφύλασσε τα δικαιώματά του κατά τη λήψη οποιουδήποτε ποσού.
6. Αποφάσισε ότι ο εφεσίβλητος κατέστη θέσμιος ενοικιαστής.
Αποφασίστηκε ότι:
Το διάταγμα της 13.9.1986, ήταν εξ αρχής περιορισμένης διάρκειας, απώλεσε την ισχύ του και ατόνησε αφότου ο εφεσίβλητος συνεμορφώθη με τους όρους αναστολής του πριν την 31.10.1986. Το διάταγμα έπαυσε να υφίσταται εφ' όσον υπήρξε συμμόρφωση με τους όρους αναστολής και καταβλήθηκε το ποσό των οφειλομένων ενοικίων. Το διάταγμα είχε ως αποκλειστικό λόγο την ανάκτηση κατοχής του ακινήτου από τον εφεσείοντα εφ' όσον δεν ετηρούντο οι όροι της αναστολής του. Εφ' όσον τηρήθηκαν, απώλεσε το αντικείμενό του.
Με την έκδοση του εντάλματος κατοχής δόθηκε ισχύς σε διάταγμα που είχε εκπνεύσει. Ορθά απαγορεύτηκε η εκτέλεσή του και ακυρώθηκε η έκδοσή του. Το Επαρχιακό Δικαστήριο διέπραξε νομικό σφάλμα, με την απόφασή του για την έκδοση του εντάλματος κατοχής και υπερέβη τα όρια της δικαιοδοσίας του η οποία περιορίζεται στην εκτέλεση εν ισχύϊ διαταγμάτων για την ανάκτηση κατοχής.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Στυλιανίδης, Δ.), που δόθηκε στις 26/5/1990 (Aρ. Aίτησης 54/90), με την οποία εκδόθηκαν εντάλματα certiorari και prohibition και διατάχθηκε η ακύρωση και απαγόρευση εκτέλεσης εντάλματος κατοχής ακινήτου προς εκτέλεση διαταγής του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος-Aμμοχώστου στην αγωγή 2508/85.
Π. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.
Κ. Μούσκος, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Μετά από αίτηση του εφεσίβλητου το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε εντάλματα Certiorari και Prohibition, με τα οποία διατάχθηκε η ακύρωση και απαγόρευση εκτέλεσης εντάλματος κατοχής ακινήτου (Δ.43Α Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας), προς εκτέλεση διαταγής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας-Αμμοχώστου της 13ης Σεπτεμβρίου 1986, που εκδόθηκε σε αγωγή του εφεσείοντα για την ανάκτηση κατοχής εστιατορίου το οποίο ενοικίασε στον εφεσίβλητο. Η έφεση στρέφεται εναντίον της απόφασης αυτής και μέσω της έφεσης επιδιώκεται ο παραμερισμός της και η αποκατάσταση του εντάλματος κατοχής.
Χρήσιμο είναι να αναφερθούμε στα προηγηθέντα και τα επακολουθήσαντα της έκδοσης του διατάγματος ανάκτησης κατοχής, η εκτέλεση του οποίου αποτέλεσε το αντικείμενο της αντιδικίας.
Ο εφεσείων είναι ιδιοκτήτης εστιατορίου στην Αγία Νάπα. Το 1982 το ενοικίασε στον εφεσίβλητο. Το 1985, με αγωγή του στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας-Αμμοχώστου, ζήτησε την έξωση του ενοικιαστή (Αγωγή αρ. 2508/85). Οι διάδικοι κατέληξαν σε συμβιβασμό, ο οποίος τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου στις 13 Σεπτεμβρίου 1986. Η συμφωνία πρόβλεπε την εγκατάλειψη του υποστατικού από τον ενοικιαστή (εφεσίβλητο), μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 1986, εκτός εάν μέχρι την ημερομηνία εκείνη ο εφεσίβλητος κατέβαλλε στον ιδιοκτήτη (εφεσείοντα), το ποσό των £12.000,00, το οποίο αντιπροσώπευε οφειλόμενα ενοίκια πλέον την προκαταβολή του ενοικίου για τη μελλοντική περίοδο ενοικιάσεως που συμφωνήθηκε από 31.10.86 μέχρι 30.1.87. Οι διάδικοι συμφώνησαν όπως το Δικαστήριο προβεί στην έκδοση διατάγματος έξωσης, η εκτέλεση του οποίου θα αναστελλόταν μέχρι τις 31 Οκτωβρίου, 1986, δηλαδή μέχρι τη λήξη της προθεσμίας για την καταβολή των οφειλόμενων και μελλοντικών ενοικίων.
Το Δικαστήριο εξέδωσε το διάταγμα, το ανέστειλε σύμφωνα με τη συμφωνία των μερών, και σημείωσε την επιτευχθείσα μεταξύ τους συμφωνία.
Ο ενοικιαστής κατέβαλε το συμφωνηθέν ενοίκιο μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, διατήρησε την κατοχή του υποστατικού βάσει της συμφωνίας των μερών μέχρι τις 30 Ιανουαρίου, 1987, και συνέχισε να το κατέχει και μετά την ημερομηνία εκείνη, καταβάλλοντας το ίδιο ενοίκιο όπως και προηγουμένως, £1.000,00 το μήνα.
Στις 31 Αυγούστου, 1987, ο εφεσείων κατέφυγε και πάλιν στο Δικαστήριο, αυτή τη φορά στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, αξιώνοντας την έξωση του εφεσιβλήτου. Κοινή υπήρξε η θέση των μερών ότι από 31 Οκτωβρίου, 1986, ο εφεσίβλητος κατέστη θέσμιος ενοικιαστής του εστιατορίου, ενόψει της συμφωνίας που επετεύχθη μεταξύ των μερών και της ανακήρυξης από τις 13 Ιουνίου, 1986, της περιοχής της Αγίας Νάπας ως ελεγχόμενης, βάσει του περί Ενοικιοστασίου (Τροποποιητικού) Νόμου του 1986 (Ν.79/86).
Παρά τη συμμόρφωση του εφεσίβλητου με τη συμφωνία της 13ης Σεπτεμβρίου 1986, την ικανοποίηση των όρων της, καθώς και τα επακολουθήσαντα, περιλαμβανομένης της απόρριψης του αιτήματος του εφεσείοντα για την ανάκτηση κατοχής του ακινήτου από το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, στις 10 Ιανουαρίου, 1990, ο εφεσείων αποτάθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο και αξίωσε την εκτέλεση του διατάγματος έξωσης που εκδόθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου, 1986, με την έκδοση εντάλματος κατοχής, αίτημα το οποίο εγκρίθηκε. Είναι την ακύρωση αυτού του εντάλματος που ο εφεσίβλητος επεδίωξε να ακυρώσει, αποτεινόμενος στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε το αίτημα και εξέδωσε τα αντίστοιχα εντάλματα. Έκρινε, όπως συνοπτικά μπορεί να εκτεθούν οι λόγοι της απόφασής του, ότι το Διάταγμα της 13ης Σεπτεμβρίου, 1986, υπερφαλαγγίστηκε από τη συμφωνία της 31ης Οκτωβρίου, 1986, απώλεσε την εκτελεστότητά του και δεν μπορούσε να καταστεί το αντικείμενο εντάλματος κατοχής. Επομένως, δεν υπήρχε έρεισμα για την έκδοσή του, οπόταν διατάχθηκε η ακύρωση και παρεμπόδιση της εκτέλεσής του. Διαπίστωσε, (το Δικαστήριο), ότι η συμφωνία των μερών της 13ης Σεπτεμβρίου, 1986, που προνοούσε τη συνέχιση της κατοχής του ακινήτου μετά από τη 31 Οκτωβρίου, 1986, συνιστούσε, όπως άλλωστε έγινε παραδεκτό και ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων, νέα ενοικίαση υποστατικού σε ελεγχόμενη περιοχή, υποκείμενη στις διατάξεις του περί Ενοικιοστασίου Νόμου· καθιστώντας τον εφεσίβλητο θέσμιο ενοικιαστή του ακινήτου, μ' όλα τα δικαιώματα που του αναγνωρίζει ο νόμος.
Ο εφεσείων πρόβαλε τους ακολούθους έξι λόγους για τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης και την ακύρωση των ενταλμάτων που εκδόθηκαν.
Οι λόγοι έφεσης είναι οι ακόλουθοι:-
"1. Το Δικαστήριο εσφαλμένα εδέχθη και/ή αποφάσισε ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας δεν είχε, κατά τον ουσιώδη χρόνο, δικαιοδοσία να εκδόσει το προσβαλλόμενο Διάταγμα και ότι αποκλειστική προς τούτο δικαιοδοσία, είχε το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, διότι το αρμόδιο Δικαστήριο ήτο το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακος.
2. Το Δικαστήριο, εσφαλμένα εδέχθη και/ή αποφάσισε ότι στο σχετικό πρακτικό (δικογραφία) του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας υπήρχε πρόδηλο λάθος νόμου, διότι εις ουδένα μέρος της αποφάσεως υποδεικνύεται πού το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακος διέπραξε λάθος.
3. Το Δικαστήριο εσφαλμένα έκαμε εύρημα ότι στις 13/9/1986 οι διάδικοι συνήψαν νέα σύμβαση ενοικίασης και/ή είχαν πρόθεση να συνάψουν τέτοια συμβαση ότι η σύμβαση αυτή αντικατέστησε και παραγκώνισε τη Δικαστική Απόφαση και ότι η νομική σχέση των διαδίκων καθορίστηκε από τη νέα σύμβαση ενοικίασης, διότι η παραμονή του Εναγομένου εις το επίδικο ακίνητο ήταν στα πλαίσια χάριτος και/ή η υποτιθέμενη νέα σύμβασις δεν πληρεί τας προϋποθέσεις του Νόμου περί Συμβάσεων διότι δεν είναι έγκυρος και δεν υποστηρίζεται από δύο μάρτυρες.
4. Το Δικαστήριο εσφαλμένα εδέχθη ότι στα πλαίσια της Αίτησης Ε.Ε. 12/87 του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεως Λευκωσίας/Λάρνακας/Αμμοχώστου, Τμήμα Λάρνακας, υπήρξε από τους διάδικους αποδοχή πως ο τώρα εφεσίβλητος ήταν θέσμιος ενοικιαστής, και ότι η αποδοχή αυτή ή σχετικός ισχυρισμός είναι δεσμευτικός, διότι ο χαρακτηρισμός με νομική ιδιότητα του Ενάγοντος ή του Εναγομένου πρέπει να αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου και όχι να τεκμαίρεται από τους χαρακτηρισμούς που οι διάδικοι αποδίδουν εις τον εαυτό τους ή των αντιδίκων τους.
5(α). Το Δικαστήριο εσφαλμένα και χωρίς να θεμελιώνεται τούτο από την ενώπιον του μαρτυρία, εδέχθη ότι μόνο τον Αύγουστο 1989 ο Εφεσείων άρχισε να στέλλει τις μηνιαίες επιστολές του προς τον εφεσίβλητο και ότι δεν υπάρχει άλλη εξήγηση και καμιά επιφύλαξη από τον Φεβρουάριο του 1987 μέχρι τον Αύγουστο 1989.
(β) Αντίθετα η σχετική μαρτυρία που δόθηκε χωρίς αντεξέταση θεμελιώνει το γεγονός ότι ο εφεσείων ελάμβανε πάντοτε οποιοδήποτε ποσό με επιφύλαξη δικαιωμάτων και με εμμονή όπως του παραδοθεί η κατοχή του υποστατικού του.
6. Το Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι ο εφεσίβλητος κατέστη θέσμιος ενοικιαστής και εν πάση περιπτώσει ο καθορισμός της νομικής φύσης του εφεσίβλητου ως θέσμιου ενοικιαστή ή άλλως πως ενέπιπτε στη δικαιοδοσία του κατωτέρω Δικαστηρίου, διότι το εύρημα περί Θεσμούς Ενοικιοστασίου αποκλειστικά στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων και όχι στο Ανώτατο Δικαστήριο όταν αυτό ασχολείται πρωτόδικα με αιτήσεις προνομιακών διαταγμάτων. Υπαλλακτικώς ο Εφεσείων ισχυρίζεται ότι η έκδοσις των προνομιακών διαταγμάτων PROHIBITION και CERTIORARI δεν ήταν οι αρμόδιες θεραπείες διότι η σωστή θεραπεία ήταν η έκδοσις απαγορευτικού διατάγματος από το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων."
Ο εφεσείων εισηγήθηκε ότι η διαταγή της 13ης Σεπτεμβρίου 1986, δεν απώλεσε την ισχύ της μετά την 31 Οκτωβρίου 1986, και ότι η συνέχιση της κατοχής του εστιατορίου μετά την ημέρα εκείνη, συνιστούσε περίοδο χάριτος. Έτσι η διαταγή για την ανάκτηση κατοχής του ακινήτου δεν εξωβελίστηκε, διατήρησε την ισχύ της και όπως συνάγεται από τις εισηγήσεις του εφεσείοντα, μπορούσε να την επικαλεστεί κατά βούληση. Διατύπωσε ορισμένους προβληματισμούς αναφορικά με τη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου να επιληφθεί της αγωγής στις 13 Σεπτεμβρίου 1986, ενόψει του γεγονότος ότι η περιοχή στην οποία ευρίσκετο το υποστατικό κατέστη ελεγχόμενη από τον Ιούνιο του ιδίου έτους. Τελικά εισηγήθηκε ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας-Αμμοχώστου, δεν απώλεσε τη δικαιοδοσία του διότι αφότου ο εφεσίβλητος παρέβη τους όρους ενοικιάσεως το 1985, κατέστη trespasser, (πρόσωπο παράνομα επεμβαίνον στο υποστατικό), ή επειδή η ενοικίαση διατήρησε το συμβατικό της χαρακτήρα. Εν πάση περιπτώσει το δικαιοδοτικό έρεισμα της διαταγής της 13ης Σεπτεμβρίου 1986, δεν αποτελεί επίδικο θέμα της έφεσης και δεν θα μας απασχολήσει. Γι' αυτό δεν θα διατυπώσουμε οποιαδήποτε άποψη για το συζητήσιμο, όπως μας φαίνεται, αυτό θέμα.
Η άλλη εισήγηση των εφεσειόντων είναι, ότι αρμόδιο για τον έλεγχο της εγκυρότητας του διατάγματος της 13ης Σεπτεμβρίου 1986, ήταν το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων και όχι το Ανώτατο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας που του παρέχεται από το Άρθρο 155.4 του Συντάγματος, εισήγηση όλως διόλου αβάσιμη.
Οι διαπιστώσεις του πρωτοδίκου Δικαστηρίου για τις συνέπειες της συμφωνίας της 13ης Σεπτεμβρίου 1986, και των όσων επακολούθησαν αναφορικά με τη φύση της κατοχής και την υπόσταση του κατόχου, κρίνονται σωστές. Δεν θα επεκταθούμε όμως ούτε θα βασίσουμε την απόφασή μας στις διαπιστώσεις αυτές, αλλά στο γεγονός ότι το διάταγμα της 13ης Σεπτεμβρίου 1986, ήταν εξ αρχής περιορισμένης διάρκειας, απώλεσε την ισχύ του και ατόνησε αφότου ο εφεσίβλητος συνεμορφώθη με τους όρους αναστολής του πριν την 31 Οκτωβρίου 1986. Εφόσον υπήρξε συμμόρφωση με τους όρους της αναστολής και καταβλήθηκε το ποσό των £12,000, το διάταγμα έπαυσε υφιστάμενο. Το διάταγμα είχε ως αποκλειστικό λόγο την ανάκτηση της κατοχής του ακινήτου από τον εφεσείοντα εφόσο δεν ετηρούντο οι όροι της αναστολής του. Εφόσον τηρήθηκαν απώλεσε το αντικείμενό του.
Με την έκδοση του εντάλματος κατοχής δόθηκε ισχύς σε διάταγμα που είχε εκπνεύσει. Ορθά απαγορεύτηκε η εκτέλεσή του και ακυρώθηκε η έκδοσή του. Πρόδηλο είναι το νομικό σφάλμα από το οποίο διαπνέεται η απόφαση για την έκδοση του εντάλματος κατοχής και έκδηλη η υπέρβαση δικαιοδοσίας του δικαστηρίου η οποία περιορίζεται στην εκτέλεση εν ισχύϊ διαταγμάτων για την ανάκτηση κατοχής.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.