ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 1 ΑΑΔ 661
30 Μαΐου, 1997
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΜΟΔΕΣΤΟΣ ΠΙΤΣΙΛΛΟΣ,
Εφεσείων-Ενάγων,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9107).
Αποζημιώσεις για ισχυριζόμενη παρεμπόδιση της ελεύθερης εξάσκησης επαγγέλματος — Ο ενάγων απέτυχε να στοιχειοθετήσει οποιοδήποτε αστικό αδίκημα, απαραίτητο υπόβαθρο, για αποτίμηση αποζημιώσεων από το Δικαστήριο.
Διαιτησία — Αποζημιώσεις για ισχυριζόμενο αστικό αδίκημα — Αίτημα για παραπομπή της υπόθεσης σε διαιτησία κατά το στάδιο της έφεσης — Δεν είναι εφικτό — Ο περί Δικαστηρίων Νόμος (N.14/60), Άρθρα 36, 37 και 38.
Έφεση — Έγγραφα — Αίτημα για κατάθεση εγγράφων κατά τη διαδικασία έφεσης — Το κατάλληλο στάδιο είναι εκείνο της πρωτόδικης διαδικασίας.
Έφεση — Επανεκδίκαση — Αξιολόγηση μαρτυρίας — Δεν χωρεί επανεκδίκαση επί ευρημάτων αξιοπιστίας στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο μετά από ακροαματική διαδικασία και χωρίς νομικό σφάλμα.
Ο εφεσείων, πλανοδιοπώλης παγωτού, διεκδίκησε αποζημιώσεις ύψους ΛΚ8.000 επειδή, όπως ισχυρίστηκε οι εναγόμενοι τον παρεμπόδιζαν να πωλεί παγωτό στα σχολεία κατα τα διαλείμματα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο μετά από αξιολόγηση της μαρτυρίας, απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντος και δέχθηκε εκείνη των εφεσιβλήτων με αποτέλεσμα την απόρριψη της αγωγής. Στην απόφασή του το Δικαστήριο επεσήμανε ότι ο εφεσείων απέτυχε να στοιχειοθετήσει οποιοδήποτε αστικό αδίκημα που συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτίμηση αποζημιώσεων.
Στην έφεσή του, ο εφεσείων πρόβαλε τα ακόλουθα αιτήματα:
1. Παραπομπή σε διαιτησία.
2. Επανεκδίκαση της υπόθεσης.
3. Παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης.
Το Εφετείο απέρριψε όλα τα αιτήματα, εφαρμόζοντας τις νομικές αρχές που αναφέρονται περιληπτικά στις πιο πάνω εισαγωγικές σημειώσεις. Απέρριψε επίσης την έφεση και αποφάνθηκε ότι όλοι οι ισχυρισμοί του εφεσείοντα για παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης ήταν ασαφείς και αόριστοι.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Υπόθεση που αναφέρθηκε:
Hadjiαntoni v. Vassiliades (1961) C.L.R. 103.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Λαούτας, Π.E.Δ. και Kολατσή, E.Δ.), που δόθηκε στις 16 Δεκεμβρίου, 1993 (Aρ. Aγωγής 9870/85), με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή του για αποζημιώσεις (£8.000), λόγω του ότι οι εναγόμενοι παρεμπόδιζαν την ελεύθερη εξάσκηση του επαγγέλματός του στα σχολεία κατά τα διαλείμματα.
Αυτοπροσώπως, ο Εφεσείων.
Μ. Φλωρέντζος, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με αγωγή του ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ο εφεσείων διεκδίκησε αποζημιώσεις της τάξεως των £8,000 επειδή - όπως το έθεσε "οι εναγόμενοι δια των υπηρετών των και υπαλλήλων των παρεμποδίζουν την ελευθέραν εξάσκηση του επαγγέλματός του στα σχολεία κατά τα διαλείμματα, παρά τις γραπτές διαβεβαιώσεις των, με αποτέλεσμα να υφίσταται καθημερινώς απώλεια εισοδήματος £3.- από 11.1977, ζημιά ανερχόμενη στο ποσό των £8,000".
Η εκδοχή του εφεσείοντος, όπως την έχει θέσει με την μαρτυρία του, έχει ως πιο κάτω:
Κατά τον κρίσιμο χρόνο ήταν πλανοδιοπώλης με κύριο προϊόν πώλησης το παγωτό. Το διέθετε κυρίως στους μαθητές κατά τα διαλείμματα σχολείων δημοτικής και μέσης εκπαίδευσης της περιοχής Λευκωσίας. Ο χώρος διάθεσης των προϊόντων του ήταν εκτός του περιγύρου των σχολείων εντός του δρόμου. Η διάθεσή τους όμως, είχε καταστεί αδύνατη επειδή οι καθηγητές και δάσκαλοι εμπόδιζαν τους μαθητές να πλησιάσουν το περίφραγμα. Όπως το παρουσίασε ο εφεσείων "τους κτυπούσαν και τους τιμωρούσαν διαφοροτρόπως". Λόγω της μη διάθεσης των προϊόντων του ο εφεσείων υφίστατο ζημιά £2-3 ημερησίως.
Η θέση των εφεσιβλήτων, όπως αποκαλύπτεται μέσα από τη μαρτυρία τους, ήταν ότι δεν εμπόδιζαν κανένα να διαθέσει τα προϊόντα του, εκτός του χώρου των σχολείων, στους μαθητές. Απαγόρευαν μόνο την έξοδο των μαθητών εκτός του περιφράγματος για την δική τους ασφάλεια. Σε καμιά περίπτωση, όμως, δεν τιμωρήθηκαν μαθητές οι οποίοι αγόραζαν από πλανοδιοπώλες. Η πράξη εκείνη δεν αποτελούσε λόγο τιμωρίας.
Το πρωτόδικο δικαστήριο μετά από αξιολόγηση της μαρτυρίας και για τους λόγους που ανέφερε, απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντος και δέχθηκε εκείνη των εφεσιβλήτων. Διαπίστωσε, στη συνέχεια, ότι ο εφεσείων δεν είχε παρεμποδιστεί στην πώληση των προϊόντων του. Δεν πείσθηκε - όπως σημειώνει στην απόφασή του - "ότι οποιοδήποτε όργανο του κράτους, υπάλληλος ή υπηρέτης επενέβησαν και απαγόρευσαν στον Ενάγοντα να εξασκήσει το επάγγελμα του πλανοδιοπώλη, στους χώρους εκτός της αυλής του σχολείου". Αντίθετα διαπίστωσε ότι "ο Ενάγων με τις πράξεις και ενέργειες του παρενοχλούσε τους ιδιοκτήτες των κυλικίων, προσπαθώντας να τους αποσπάσει πελάτες".
Σαν αποτέλεσμα των πιο πάνω διαπιστώσεών του το πρωτόδικο δικαστήριο προχώρησε στην απόρριψη της αγωγής. Όπως επισήμανε στην απόφασή του: "Αποζημιώσεις επιδικάζονται εκεί όπου αποδεικνύεται ζημιογόνος πράξη. Οι αποζημιώσεις είναι το αποτέλεσμα του αστικού αδικήματος εξαιτίας του οποίου προήλθε η ζημιά. Στην υπό κρίση υπόθεση ο Ενάγων απέτυχε να στοιχειοθετήσει οποιοδήποτε αστικό αδίκημα απαραίτητο υπόβαθρο για αποτίμηση αποζημιώσεων από το Δικαστήριο."
Ο εφεσείων έχει προσβάλει το κύρος της πιο πάνω απόφασης με εκτεταμένους λόγους εφέσεως. Ωστόσο στο στάδιο της ενώπιόν μας αγόρευσης έχει περιορισθεί στα πιο κάτω αιτήματα:
(1) Παραπομπή της υπόθεσης σε διαιτησία.
(2) Επανεκδίκαση της υπόθεσης.
(3) Παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης.
Σε περίπτωση που το πρώτο αίτημά του δεν γίνει δεκτό ζήτησε όπως του δοθεί άδεια να καταθέσει τα διάφορα τεκμήρια των οποίων η κατάθεση δεν είχε επιτραπεί από το πρωτόδικο δικαστήριο.
Σε σχέση με το πρώτο αίτημα έχουμε την άποψη πως η διαδικασία παραπομπής σε διαιτησία, η οποία προβλέπεται, κυρίως, από τα άρθρα 36, 37 και 38 του περί Δικαστηρίων Νόμου, 1960 (Ν.14/60 όπως έχει τροποποιηθεί) δεν είναι ανοικτή κατά το στάδιο της έφεσης και μάλιστα μετά την εκδίκαση της υπόθεσης και την επίλυση από το πρωτόδικο δικαστήριο όλων των επίδικων θεμάτων.
Σε σχέση με το διαζευκτικό αίτημα για κατάθεση διαφόρων εγγράφων πρέπει να τονίσουμε ότι το κατάλληλο στάδιο της κατάθεσής τους είναι εκείνο της πρωτόδικης διαδικασίας. Από την εξέταση των πρακτικών της διαδικασίας δεν φαίνεται καθόλου ότι είχε υποβληθεί και απορριφθεί σχετικό αίτημα του εφεσείοντος για κατάθεση οποιωνδήποτε εγγράφων.
Αναφορικά με το αίτημα της επανεκδίκασης είναι νομολογημένο ότι το μέτρο της επανεκδίκασης δεν προσφέρεται σε περιπτώσεις - όπως η παρούσα - όπου το πρωτόδικο δικαστήριο μετά από ακροαματική διαδικασία και χωρίς νομικό σφάλμα έχει καταλήξει σε ευρήματα αξιοπιστίας (Βλ. Hadji Antoni v. Vassiliades (1961) C.L.R. 103, 106). Ακολουθεί πως το αίτημα για επανεκδίκαση δεν μπορεί να πετύχει.
Αναφορικά με το τελευταίο αίτημα - για παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης - ο εφεσείων δεν μας έχει υποδείξει ποιό ήταν το σφάλμα του πρωτόδικου δικαστηρίου το οποίο δικαιολογεί τον παραμερισμό. Έχει προβεί μόνο σε ασαφείς και αόριστους ισχυρισμούς.
Μετά από προσεκτική εξέταση της πρωτόδικης απόφασης δεν έχουμε εντοπίσει οποιοδήποτε σφάλμα το οποίο να δικαιολογεί επέμβασή μας. Το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι ο εφεσείων απέτυχε να στοιχειοθετήσει οποιοδήποτε αστικό αδίκημα υποστηρίζεται πλήρως από το ενώπιόν του υλικό. Τα γεγονότα τα οποία έθεσε ο εφεσείων ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου, έστω και αν εγένοντο δεκτά, δεν μπορούσαν να θεμελιώσουν οποιαδήποτε αιτία αγωγής εναντίον των εφεσιβλήτων.
Η έφεση δεν μπορεί να πετύχει και απορρίπτεται με έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.