ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 1 ΑΑΔ 55

23 Ιανουαρίου, 1997

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

THANOS HOTELS SUPPLIERS LTD (EX DERMAPLAST INDUSTRIES LTD) ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Εφεσείοντες,

v.

HELLENIC LEATHERBOARD CO. S.A. ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 8625 & 8626).

 

Δίκαιο των Συμβάσεων — Πώληση αγαθών — Αποδοχή των εμπορευμάτων από τους αγοραστές και έκδοση μεταχρονολογημένων επιταγών για το τίμημά τους, το οποίο τελικά δεν πληρώθηκε λόγω ανακύψαντος προβλήματος αναφορικά με την καταλληλότητα των εμπορευμάτων και επίσης λόγω μη ανταπόκρισής τους στο δείγμα που έδωσαν οι πωλητές τους αγοραστές — Ζημία των αγοραστών που προέκυψε από τη διάθεση των ελαττωματικών εμπορευμάτων σε άλλες βιομηχανίες — Ισχυρισμός για απώλεια πελατών στο μέλλον — Αγωγή των πωλητών επί των συναλλαγματικών και ανταπαίτηση των αγοραστών για αποζημιώσεις — Κατά πόσο οι αγοραστές εδικαιούντο και σε επιδίκαση τόκου ίσου με εκείνο της απόφασης που εκδόθηκε υπέρ των πωλητών στην αγωγή — Αποκρυστάλλωση δικαιώματος των πωλητών για είσπραξη του επιδικασθέντος ποσού — Εφαρμοστέες αρχές.

Πολιτική Δικονομία — Δικόγραφα — Καθορίζουν τα επίδικα θέματα — Δεν είναι επιτρεπτή η εξέταση θεμάτων που δεν εγείρονται σ' αυτά — Το πρόβλημα λύεται με εξασφάλιση άδειας για τροποποίηση — Κατά πόσο είναι επιτρεπτή η εκ των υστέρων τροποποίηση δικογράφου.

Από το 1978 μέχρι το 1980, οι ενάγοντες προμήθευαν με συνθετικό δέρμα τους εναγόμενους οι οποίοι ασχολούνταν με την παραγωγή πλαστικού υλικού. Αφού συγκολλούσαν τα δύο αυτά υλικά, οι εναγόμενοι, το διέθεταν ως φίπρα σε βιομηχανίες κατασκευής υποδημάτων. Τέθηκαν σε διάφορα διαστήματα, δεκα-επτά συνολικά παραγγελίες. Για τις δύο τελευταίες παραγγελίες το υλικό θεωρήθηκε εντελώς ακατάλληλο.  Οι εναγόμενοι εξέδωσαν μεταχρονολογημένες συναλλαγματικές με ημερομηνία λήξης 15.11.1980 και 14.1.1981 για πληρωμή των δύο τελευταίων παραγγελιών για συνολικό ποσό $11.500. Το ποσό αυτό δεν πληρώθηκε και αποτέλεσε αντικείμενο αγωγής των πωλητών επί των συναλλαγματικών. Οι εναγόμενοι καταχώρησαν ανταπαίτηση ισχυριζόμενοι ότι το υλικό των δύο τελευταίων παραγγελιών δεν ανταποκρινόταν στο δείγμα που τους είχαν δώσει αρχικά οι πωλητές και επίσης ήταν ακατάλληλο για τον ειδικό σκοπό για τον οποίο όπως είχαν γνωστοποιήσει τους πωλητές, προοριζόταν. Οι αποζημιώσεις που αξίωναν ήταν για (α) αχρήστευση ολόκληρου του μεταποιημένου υλικού (β) έξοδα αντικατάστασής των διατεθέντων σε βιομηχανίες ποσοτήτων (γ) απαίτηση της μιας από τις βιομηχανίες (Krashias) για ζημιά που υπέστη από τη χρήση ακατάλληλου υλικού και (δ) αδυναμία να προμηθεύσουν πλέον τις εταιρείες με τις οποίες ήταν ήδη συμβεβλημένοι με κατάλληλο, όπως και πριν υλικό.

Στις 24.3.86 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση υπέρ των εναγόντων στην απαίτηση για το ποσό των συναλλαγματικών με τόκο προς 8% ετησίως από 14.1.1981 που ήταν η ημερομηνία λήξης της δεύτερης συναλλαγματικής. Στις 16.12.91 εκδόθηκε απόφαση επί της ανταπαίτησης. Αποφασίστηκε ότι οι εναγόμενοι εδικαιούντο σε αποζημίωση για πέντε χιλιάδες μεταποιηθέντα και διατεθέντα φύλλα που ανήρχετο σε ΛΚ500 (καταγράφηκε λανθασμένα ως ΛΚ792), πλέον το αντίστοιχο μέρος του τιμήματος που ανήρχετο σε ΗΠΑ$9.600.  Επίσης ποσό ΛΚ6.457 για απώλεια των εναγομένων να προμηθεύουν στο μέλλον με "φίπρα" τους πελάτες με τους οποίους είχαν συμφωνίες.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε απαίτηση των εναγομένων για επιδίκαση αποζημίωσης για στοιχείο που δεν συμπεριλαμβανόταν στην ανταπαίτηση δηλαδή για επιδίκαση ανάλογου τόκου, ίσου με εκείνο τον οποίο οι εναγόμενοι υποχρεούνταν να καταβάλουν δυνάμει της εκδοθείσας απόφασης και να τρέχει από την ίδια ημερομηνία, δηλαδή την 14.1.1981.

Οι ενάγοντες στην έφεση ισχυρίστηκαν ότι εσφαλμένα τους καταλογίσθηκε ευθύνη και εσφαλμένα επιδικάσθηκαν αποζημιώσεις διότι:  (α) οι εναγόμενοι μεταποίησαν το υλικό προτού το διαθέσουν και (β) δεν αποδείχθηκε ότι η φίπρα που διατέθηκε σε τρίτους περιείχε υλικό των εναγόντων.  Επίσης ότι δεν έπρεπε να επιδικασθεί το ποσό των ΛΚ6.457 για μελλοντικές απώλειες των εναγομένων.

Οι εναγόμενοι προσέβαλαν με αντέφεση (α) τη μη επιδίκαση των εξόδων μεταποίησης (β) τη μη επιδίκαση ζημίας την οποία υπέστη η βιομηχανία "Krashias" για την οποία ευθύνονταν οι εναγόμενοι έναντι της (γ) τη μη επιδίκαση αποζημίωσης για τα χίλια μη διατεθέντα φύλλα και (δ) τη μη επιδίκαση τόκου προς αντιστάθμιση του τόκου του πληρωτέου δυνάμει της απόφασης επί της απαίτησης.

Αποφασίστηκε ότι:

Έφεση:

Η θέση των εναγόντων ότι δεν έπρεπε να επιδικασθεί το ποσό των ΛΚ6.457, είναι ορθή. Οι υπόλοιποι λόγοι της έφεσης δεν ευσταθούν.

Αντέφεση:

Επιδικάζονται τα ποσά, τα οποία αναλύονται λεπτομερώς στην απόφαση, αναφορικά με τις απαιτήσεις των εναγομένων, εκτός από την απαίτηση για επιδίκαση τόκου. Ο τόκος δεν επιδικάσθηκε διότι δεν επρόκειτο περί ζημίας απορρέουσας από παράβαση των εναγόντων, αλλά από τους χειρισμούς των εναγομένων οι οποίοι αποδέχθηκαν την έκδοση απόφασης υπέρ των εναγόντων για το τίμημα πλέον τόκου.  Με την αποδοχή έκδοσης απόφασης στην απαίτηση αποκρυσταλλώθηκε το δικαίωμα των εναγόντων για είσπραξη του ποσού που επιδικάσθηκε υπέρ τους. Η κατάσταση δεν θα άλλαζε ακόμα και αν οι εναγόμενοι συμπεριλάμβαναν το στοιχείο του τόκου στην ανταπαίτησή τους.

Η πρωτόδικη απόφαση επί της ανταπαίτησης παραμερίζεται και αντικαθίσταται με έκδοση απόφασης υπέρ των εναγομένων και εναντίον των εναγόντων για ποσό ΛΚ9.642,54 και ΗΠΑ$11.500. 

Η έφεση και η αντέφεση επιτράπηκαν μερικώς. Δεν εκδόθηκε διαταγή για έξοδα ούτε στην έφεση ούτε στην αντέφεση.

Υπόθεση που αναφέρθηκε:

Kemal v. Kasti (1962) C.L.R. 317.

Έφεση.

Έφεση από τους ενάγοντες κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Δημητρίου, Π.E.Δ. και Nαθαναήλ, E.Δ.), που δόθηκε στις 16 Δεκεμβρίου, 1991 (Aρ. Αγωγής 2184/81), με την οποία επιδικάσθηκαν αποζημιώσεις εναντίον τους για ζημιά που προέκυψε από την προμήθεια ακατάλληλων εμπορευμάτων στους εναγομένους. Aντέφεση των εναγομένων για την μη επιδίκαση α) των εξόδων μεταποίησης, β) αποζημίωσης για ζημιά για την οποία ήταν υπόλογοι έναντι συγκεκριμένης βιομηχανίας, γ) των αποζημιώσεων για τη μη διάθεση αριθμού εμπορευμάτων και τόκου.

Κ. Μιχαηλίδης, για τους Εφεσείοντες στην Έφεση 8625.

Α. Μυλωνάς, για τους Εφεσίβλητους στην Έφεση 8625.

Α. Μυλωνάς, για τους Εφεσείοντες στην Έφεση 8626.

Κ. Μιχαηλίδης, για τους Εφεσίβλητους στην Έφεση 8626.

Cur. adv. vult.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Οι εναγόμενοι ασχολούνταν με την παραγωγή πλαστικού υλικού το οποίο, κατόπιν συγκόλλησης του με συνθετικό δέρμα (δερματοχαρτόνι), το διέθεταν (ως "φίπρα" πλέον) σε βιομηχανίες κατασκευής υποδημάτων. Από το 1978 μέχρι τις αρχές του 1980, το συνθετικό δέρμα οι εναγόμενοι το προμηθεύονταν από τους ενάγοντες. Οι εναγόμενοι έθεσαν, σε διάφορα διαστήματα, δεκαεπτά συνολικά παραγγελίες.  Οι πρώτες δεκαπέντε ήταν για ενενήντα πέντε τόνους τέτοιου υλικού που βρέθηκε να ήταν ικανοποιητικό. Ενώ στις τελευταίες δύο, μια τον Αύγουστο του 1980 και άλλη τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο του 1980, οι οποίες αφορούσαν συνολικά πέντε τόνους αποτελούμενους από έξι χιλιάδες φύλλα, ανά ήμισυ στην κάθε περίπτωση, το  υλικό θεωρήθηκε εντελώς ακατάλληλο. Αυτό ήταν το πρόβλημα το οποίο απασχόλησε στην παρούσα υπόθεση.

Προς πληρωμή των τελευταίων δύο παραγγελιών, οι εναγόμενοι εξέδωσαν αντίστοιχες συναλλαγματικές, με ημερομηνία λήξης η μια 15 Νοεμβρίου 1980, και η άλλη 14 Ιανουαρίου 1981. Το συνολικό τους ποσό ανερχόταν σε ΗΠΑ $11,500. Το οποίο εν τέλει δεν πληρώθηκε ένεκα του ανακύψαντος προβλήματος. Οι ενάγοντες, στους οποίους οι εναγόμενοι έθεσαν το πρόβλημα, διατυπώνοντας συνάμα και σχετική αξίωση, επέμεναν στην πληρωμή των συναλλαγματικών, απορρίπτοντας τα περί ακαταλληλότητας του πωληθέντος υλικού. Η υπόθεση κατέληξε κατά το 1981 στο δικαστήριο, με αγωγή που κίνησαν οι πωλητές επί των συναλλαγματικών. Οι εναγόμενοι καταχώρησαν ανταπαίτηση.  Διατείνονταν ότι το υλικό των τελευταίων δύο παραγγελιών δεν ανταποκρινόταν στο δείγμα το οποίο τους είχαν αρχικά δώσει οι πωλητές και στη βάση του οποίου τέθηκαν εν συνεχεία όλες οι παραγγελίες, αλλά και ούτε ήταν κατάλληλο για τον ειδικό σκοπό για τον οποίο, όπως είχαν αρχικά γνωστοποιήσει στους πωλητές, προοριζόταν το υλικό. Η θέση τους, όπως την εξεδίκευσαν, ήταν ότι κατόπιν μεταποίησης του υλικού σε "φίπρα" και αφού διατέθηκε σε βιομηχανίες, ήτοι, στην "Krashias" και "BATA", διαπιστώθηκε πως ήταν εντελώς ακατάλληλο λόγω παντελούς έλλειψης ανθεκτικότητας. Ως αποτέλεσμα, οι εναγόμενοι αξίωναν αποζημιώσεις που κατατάσσονταν στις εξής γενικές κατηγορίες: α) αχρήστευση ολόκληρου του μεταποιημένου υλικού που συμπεριλάμβανε το τίμημα του και τα έξοδα μεταποίησης. β) έξοδα αντικατάστασης των διατεθέντων σε βιομηχανίες ποσοτήτων, στα οποία περιλαμβανόταν και το τίμημα πρόσκτησης πρόσθετου συνθετικού δέρματος από άλλους προμηθευτές. γ) απαίτηση της μιας από τις βιομηχανίες, ήτοι, της "Krashias" για ζημία την οποία υπέστη από την χρήση του ακατάλληλου υλικού. και δ) αδυναμία τους πλέον να προμηθεύσουν τις βιομηχανίες υπόδησης με τις οποίες ήταν συμβεβλημένοι - την "Krashias" και "BATA" - με πρόσθετες ποσότητες "φίπρας" κατασκευασμένης με συνθετικό δέρμα των εναγόντων - αλλά κατάλληλο όπως και πριν - του οποίου η τιμή ήταν αισθητά χαμηλότερη από άλλο ανάλογο που διατίθετο στην αγορά.

Στις 24 Μαρτίου 1986, εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση υπέρ των εναγόντων στην απαίτηση για το ποσό των συναλλαγματικών, με τόκο προς 8% ετησίως από 14 Ιανουαρίου 1981, που ήταν η ημερομηνία λήξης της δεύτερης συναλλαγματικής. Παρέμεινε η ανταπαίτηση.  Η ακρόαση της άρχισε στις 26 Ιανουαρίου 1989 κατόπιν διαφόρων τροποποιήσεων. Απόφαση εκδόθηκε  στις 16 Δεκεμβρίου 1991. Το δικαστήριο κατέληξε ότι οι επίδικες παραγγελίες είχαν πράγματι γίνει, όπως άλλωστε και όλες οι προηγούμενες, στη βάση του αρχικά δοθέντος δείγματος και στη βάση του ειδικού σκοπού χρήσης του υλικού τον οποίο κατέστησαν γνωστό στους ενάγοντες.  Καταλόγισε ως εκ τούτου ευθύνη στους ενάγοντες για την καταβολή αποζημιώσεων στους εναγομένους. Θα αναφερθούμε στη συνέχεια στο πώς το δικαστήριο αντίκρυσε αυτό το θέμα.

Κατά την αποτίμηση της αποζημίωσης το δικαστήριο έλαβε υπόψη το εύρημα του ότι διατέθηκαν σε βιομηχανίες πέντε χιλιάδες μεταποιημένα φύλλα ενώ τα υπόλοιπα χίλια παρέμειναν στην αρχική τους κατάσταση δεόντως αποθηκευμένα αλλά εν τέλει, με την πάροδο του χρόνου, καταστράφηκαν αφού οι ενάγοντες δεν επέδειξαν για αυτά οποιοδήποτε ενδιαφέρον.  Ωστόσο, σε σχέση με τα εν λόγω χίλια φύλλα, το δικαστήριο κατέληξε ότι δεν έγινε από τους εναγόμενους προσπάθεια μείωσης της ζημίας και έτσι δεν τους επιδίκασε οποιοδήποτε ποσό. Σημειώνουμε ότι η κατάληξη αυτή βρίσκεται σε αντίθεση με μαρτυρία, την οποία το δικαστήριο πίστωσε ως αξιόπιστη, πως αυτά ήταν εντελώς άχρηστα.

Για τα πέντε χιλιάδες μεταποιηθέντα και διατεθέντα φύλλα, το δικαστήριο κατέληξε ότι οι εναγόμενοι δικαιούνταν αποζημίωση μόνο προς 10 σεντ το καθένα που ήταν το κέρδος το οποίο θα προσπορίζονταν, συνολικού ύψους £500 το οποίο όμως το δικαστήριο λανθασμένα κατέγραψε ως £792.=, - θα το θεωρήσουμε γραφικό λάθος - πλέον το αντίστοιχο μέρος του τιμήματος το οποίο ανερχόταν σε ΗΠΑ $9,600. Το δικαστήριο παραγνώρισε εντελώς τα έξοδα μεταποίησης στα οποία υποβλήθηκαν οι εναγόμενοι και τα οποία ανέρχονταν σε £0.80 ανά φύλλο για εκείνα που διατέθηκαν στη βιομηχανία "Krashias" και, καθώς προκύπτει από τη μαρυτία, περισσότερα, ίσως κατά 10 σ., για εκείνα που διατέθηκαν στη βιομηχανία "BATA". Πάντως πρόκειται για συνολικό ποσό  τουλάχιστο £4.000= για πέντε χιλιάδες φύλλα.

Έπειτα, το δικαστήριο επεσήμανε ότι από τα πέντε χιλιάδες μεταποιηθέντα και διατεθέντα φύλλα δεν επιστράφηκαν στους εναγομένους όλα. Ας σημειωθεί αναφορικά με αυτό, ότι η βιομηχανία "Krashias" επέστρεψε μόνο τετρακόσια πενήντα ένα,  αξίας £982.80 από περίπου τρεις χιλιάδες παραδοθέντα, ενώ η βιομηχανία "BATA" επέστρεψε μόνο 900 από 1,800 παραδοθέντα.  Το δικαστήριο δεν προέβη στην περίπτωση των επιστραφέντων από τη βιομηχανία "BATA" στο ίδιο εγχείρημα με εκείνο της περίπτωσης της βιομηχανίας "Krashias". Επιδίκασε, ωστόσο, για το σύνολο των φύλλων, ποσό ύψους £1,762 (£537+1,225) το οποίο αντιπροσώπευε τη διαφορά στην τιμή κτήσης άλλου συνθετικού δέρματος ποσότητας έξι χιλιάδων φύλλων, προς αντικατάσταση των έξι χιλιάδων ακατάλληλων. Αυτό θα ήταν βέβαια ορθό αν πράγματι αντικαθίσταντο στο σύνολό τους τα ήδη διατεθέντα ακατάλληλα. Στην περίπτωση της βιομηχανίας "BATA" συνάγεται η αντικατάσταση του συνόλου παρόλον που μόνο τα μισά επιστράφηκαν.  Στην περίπτωση όμως της βιομηχανίας "Krashias", η μεγαλύτερη ποσότητα χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή σανδάλων τα οποία διατέθηκαν στην αγορά και δεν υπήρχε εκεί θέμα αντικατάστασης. Τουναντίον, προέκυψε σε σχέση με εκείνα, θέμα πρόκλησης συγκεκριμένης ζημιάς ύψους £2,397.74 την οποία η βιομηχανία "Krashias" αξίωσε από τους εναγόμενους. 

Ας σημειωθεί ότι αυτή την τελευταία ζημιά, την οποία και οι ίδιοι οι εναγόμενοι ανταπαίτησαν από τους ενάγοντες, το δικαστήριο δεν την επιδίκασε διότι, καθώς ανέφερε, δεν υπήρχε μαρτυρία που να την αποδείκνυε και εξ άλλου την είχαν αντικρούσει και οι ίδιοι οι εναγόμενοι όταν την διεκδικούσε από αυτούς η βιομηχανία "Krashias". Η εντύπωση του δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε μαρτυρία που να αποδείκνυε την έλευση της εν λόγω ζημιάς ήταν εσφαλμένη. Μαρτυρία υπήρχε και προερχόταν από μάρτυρα τον οποίο το δικαστήριο δέχθηκε ως αξιόπιστο. Η αρνητική, σε κάποια φάση, τοποθέτηση των εναγόμενων στο θέμα, εξηγήθηκε και δεν μπορούσε να αναιρέσει μια αποδειχθείσα πραγματικότητα.

Τέλος, σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο της ανταπαίτησης, το δικαστήριο επιδίκασε και ποσό £6,457 το οποίο αντιπροσώπευε απώλεια των εναγομένων και το οποίο προέκυψε από αδυναμία τους πλέον να προμηθεύουν στο μέλλον με "φίπρα" τους πελάτες με τους οποίους είχαν συμφωνίες, σε τιμές χαμηλές σε βαθμό που μόνο το συνθετικό δέρμα των εναγόντων επέτρεπε.  Πρέπει να υποδείξουμε, εμφαντικά μάλιστα, ότι δεν υπάρχει στην ανταπαίτηση ισχυρισμός ότι οι ενάγοντες είχαν αναλάβει υποχρέωση να προμηθεύουν τους εναγόμενους και στο μέλλον με οποιαδήποτε ποσότητα συνθετικού δέρματος και, βέβαια, ούτε δόθηκε τέτοια μαρτυρία.  Είναι προφανές ότι η κάθε παραγγελία αποτελούσε αυτοτελή συμφωνία η οποία ενσωμάτωνε ό,τι αρχικά αποτέλεσε την βάση στην οποία ήδη αναφερθήκαμε.

Επιπλέον, με την τελική αγόρευση του συνηγόρου των εναγομένων, το δικαστήριο κλήθηκε να επιδικάσει και αποζημίωση για στοιχείο το οποίο δεν συμπεριλαμβανόταν στη διατυπωθείσα ανταπαίτηση. Ο συνήγορος εισηγήθηκε πρωτόδικα ότι σε περίπτωση επιδίκασης προς όφελος των εναγομένων ποσό το οποίο θα αντιστοιχούσε με το τίμημα για το οποίο είχε ήδη εκδοθεί απόφαση εναντίον τους, θα έπρεπε ωσαύτως να επιδικαστεί και ανάλογος τόκος, ίσος με εκείνο τον οποίο οι εναγόμενοι υποχρεούνταν να καταβάλουν δυνάμει της εκδοθείσας απόφασης και να τρέχει από την ίδια ημερομηνία, ήτοι, την 14 Ιανουαρίου 1981.  Αλλιώς οι ενάγοντες θα εισέπρατταν αναφορικά με ακριβώς το ίδιο στοιχείο - το τίμημα - περισσότερα από ό,τι θα ανακτούσαν οι εναγόμενοι οι οποίοι ως εκ τούτου θα υφίσταντο, κατά τον συνήγορό τους, αδικία. Εισηγήθηκε λοιπόν ότι το δικαστήριο θα έπρεπε, προκειμένου να παράσχει δικονομική κάλυψη σε τέτοιο τόκο, να δώσει οδηγίες για την εκ των υστέρων τροποποίηση της ανταπαίτησης ώστε να τον περιλαμβάνει. Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα τόσο διότι το στοιχείο αυτό δεν ζητήθηκε με την ανταπαίτηση όσο και διότι δεν υπήρξε "ειδική μαρτυρία" προς απόδειξή του.

Το ίδιο αίτημα επαναλήφθηκε και ενώπιόν μας.  Ο συνήγορος των εναγομένων εισηγήθηκε αφενός ότι η έλευση τέτοιας ζημίας - από τη διαφορά στον τόκο - ήταν αυταπόδεικτη και αφετέρου παρέπεμψε στην υπόθεση Kemal v. Kasti (1962) C.L.R. 317 στην οποία το Εφετείο ενέκρινε την επιδίκαση κονδυλίου, δίνοντας συνάμα οδηγίες για σχετική τροποποίηση της έκθεσης απαίτησης.  Ας σημειωθεί, ωστόσο, ότι σε εκείνη την υπόθεση είχε υποβληθεί με την τελική αγόρευση πρωτόδικα και αίτηση για τροποποποίηση όσο και αν ήταν παράτυπη: βλ. την απόφαση του Ιωσηφίδη, Δ. στη σελ. 323.  Το Εφετείο εκεί κατέληξε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα αποδέκτηκε την παράτυπη αίτηση και εσφαλμένα κατέληξε ότι μπορούσε, κατόπιν παραχώρησης άδειας για τροποποίηση, να θεωρήσει την έκθεση απαίτησης ως τροποποιημένη χωρίς να επέλθει στην πραγματικότητα η τροποποίηση. Όμως στην προκείμενη περίπτωση δεν έγινε ποτέ προσπάθεια για τροποποίηση ώστε να περιληφθεί στην ανταπαίτηση το εν λόγω στοιχείο. Αυτό όμως, όπως θα αναφέρουμε αργότερα, δεν ήταν το μόνο πρόβλημα.

Οι ενάγοντες προσέβαλαν με την έφεσή τους τόσο τις πρωτόδικες καταλήξεις αναφορικά με την από μέρους τους ύπαρξη ευθύνης όσο και κάποιες από τις πτυχές των επιδικασθεισών αποζημιώσεων. Οι δύο από αυτές συνίστανται στα εξής.  Παραπονούνται ότι εσφαλμένα επιδικάστηκαν αποζημιώσεις (α) διότι οι εναγόμενοι μεταποίησαν το υλικό προτού το διαθέσουν και (β) διότι, καθώς προβάλλουν, δεν αποδείκτηκε ότι η "φίπρα" που διατέθηκε σε τρίτους περιείχε υλικό των εναγόντων. Η τρίτη και τελευταία πτυχή - υπήρχε ακόμα μια που όμως εγκαταλείφθηκε - στρέφεται εναντίον της επιδίκασης του ποσού των £6,457 για μελλοντικές απώλειες των εναγομένων.

Οι εναγόμενοι προσέβαλαν με αντέφεση (α) τη μη επιδίκαση των εξόδων μεταποίησης που ανέρχονταν σε £0.80 σ. ανά φύλλο. (β) τη μη επιδίκαση του ποσού των £2,397 ζημίας την οποία υπέστη η βιομηχανία "Krashias" και για την οποία ευθύνονταν οι εναγόμενοι έναντί της. (γ) τη μη επιδίκαση αποζημίωσης για τα χίλια μη διατεθέντα φύλλα. και (δ) τη μη επιδίκαση τόκου προς αντιστάθμιση του τόκου του πληρωτέου δυνάμει της απόφασης επί της απαίτησης.

Πρώτα η έφεση. Η θέση των εναγόντων αναφορικά με ό,τι τους καταλογίστηκε ως ευθύνη, παραγνωρίζει τόσο τη διατυπωθείσα ανταπαίτηση όσο και τη δοθείσα μαρτυρία. Ο συνήγορός τους δεν ανέφερε στην αγόρευσή του οτιδήποτε που να δικαιολογεί τη λεπτομερή ενασχόληση. Οι πρωτόδικες καταλήξεις αναφορικά με το θέμα ευθύνης είναι πλήρως δικαιολογημένες, ακόμα, θα λέγαμε και αναπόφευκτες.  Ως προς τους προταθέντες λόγους για προσβολή των αναφερθεισών πτυχών σε σχέση με τις επιδικασθείσες αποζημιώσεις, είναι αρκετό να υποδείξουμε τα εξής. Για τον πρώτο, ότι είναι εντελώς άσχετο το ότι το υλικό μεταποιήθηκε.  Άλλωστε, σύμφωνα με τη μαρτυρία που δέχθηκε το δικαστήριο, οι ενάγοντες γνώριζαν μέσω του αντιπροσώπου τους ότι αυτό θα συνέβαινε. Για τον δεύτερο, ότι το περί του αντιθέτου εύρημα του δικαστηρίου υποστηριζόταν από όγκο πιστωθείσας ως αξιόπιστης μαρτυρίας η οποία παρέμεινε χωρίς αντίκρουση.  Και για τον τρίτο, ότι από τα όσα ήδη αναφέραμε, η θέση των εναγόντων πως δεν έπρεπε να επιδικαστεί το ποσό των £6,457 είναι προδήλως ορθή.

Προχωρούμε στην αντέφεση. Και παίρνουμε τα όσα προβάλλονται με τη σειρά που τα αναφέραμε. Πρώτο, η παράλειψη του δικαστηρίου να επιδικάσει τα έξοδα μεταποίησης είναι εντελώς ακατανόητη. Ζητείται η επιδίκαση ποσού μόνο 80 σ. ανά φύλλο.  Που είναι, όπως ήδη παρατηρήσαμε, το λιγότερο. Συνεπώς, για πέντε χιλιάδες φύλλα, τα έξοδα ανέρχονταν σε συνολικό ποσό £4,000.=.  Επιδικάζουμε λοιπόν το ποσό αυτό προς όφελος των εναγομένων. Δεύτερο, η ζημία ύψους £2,397 για την οποία οι εναγόμενοι ήταν, καθώς αναφέραμε, υπόλογοι έναντι της βιομηχανίας "Krashias", θα έπρεπε να είχε επιδικαστεί προς όφελος των εναγομένων και την επιδικάζουμε. Τρίτο, η μη επιδίκαση αποζημίωσης για τα χίλια μη διατεθέντα φύλλα ήταν - και πάλι όπως αναφέραμε - αδικαιολόγητη γιατί παραγνώριζε μαρτυρία πιστωθείσα ως αξιόπιστη.  Το ύψος της αποζημίωσης σε αυτό τον τομέα ανερχόταν σε ΗΠΑ $1,900.= που ήταν το τίμημα πρόσκτησης.  Επιδικάζουμε και αυτό το ποσό. Τέταρτο είναι η μη επιδίκαση τόκου επί του ποσού που αντιπροσωπεύει το τίμημα: αρχικά ΗΠΑ $9,600 ενώ τώρα ΗΠΑ $9,600 + ΗΠΑ $1,900 = σύνολο ΗΠΑ $11,500. Το ότι οι εναγόμενοι δεν επιχείρησαν να επιφέρουν σχετική τροποποίηση στην ανταπαίτηση, όταν οι ίδιοι προωθούσαν την επιδίκαση του αντίστοιχου ποσού πλήρως ενήμεροι για την ύπαρξη του προβλήματος μπροστά στο οποίο παρέμειναν αδρανείς, θα αποτελούσε λόγο αρκετό για τη μη εκδήλωση πρωτοβουλίας από μέρους του δικαστηρίου. Ωστόσο, ακόμα και η συμπερίληψη του εν λόγω στοιχείου στην ανταπαίτηση δεν θα μπορούσε να μεταβάλει το αποτέλεσμα.  Και τούτο διότι δεν πρόκειται για ζημιά η οποία απορρέει από την όποια παράβαση των εναγόντων αλλά από τους χειρισμούς των ιδίων των εναγομένων οι οποίοι αποδέχθηκαν την έκδοση απόφασης υπέρ των εναγόντων για το τίμημα πλέον τόκο όταν, με την ανταπαίτησή τους, επιχειρούσαν ταυτόχρονα ανατροπή αυτής της εξέλιξης. Με την αποδοχή έκδοσης απόφασης στην απαίτηση αποκρυσταλλώθηκε το δικαίωμα των εναγόντων για είσπραξη του προς όφελος τους επιδικασθέντος ποσού.  Η αναστολή της τότε εκδοθείσας απόφασης μετέθετε την πληρωμή αλλά δεν μετέβαλε την κατάσταση σε ό,τι αφορά το επιδικασθέν ποσό. Τρόπος για παροχή θεραπείας στους εναγομένους αναφορικά με το επακόλουθο αυτής της κατάστασης δεν προσφέρεται από το νόμο όσο παράδοξο και αν μοιάζει το αποτέλεσμα.

Όπως λοιπόν αναφέραμε, τα ποσά στα οποία δικαιούνται οι εναγόμενοι είναι: £500.00+982.80+2,397.74+1,762.00+4,000.00 = £9,642.54 και ΗΠΑ$9,600+1,900 = ΗΠΑ$11,500. Η πρωτόδικη απόφαση επί της ανταπαίτησης παραμερίζεται και αντικαθίσταται από την ακόλουθη, την αριθμητικώς διαφοροποιημένη. Εκδίδεται απόφαση υπέρ των εναγομένων και εναντίον των εναγόντων για ποσό £9,642.54 και ΗΠΑ$11,500.=. Την πρωτόδικη διαταγή για έξοδα την αφήνουμε άθικτη. Στην έφεση και αντέφεση, ενόψει του αποτελέσματος, δεν εκδίδουμε οποιαδήποτε διαταγή.

H έφεση και η αντέφεση επιτρέπονται μερικώς. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα ούτε στην έφεση ούτε στην αντέφεση.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο