ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική έφεση αρ.9189
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΚΑΛΛΗ, Δ/στωνΓεώργιου Κ. Μιχαήλ
εφεσείοντα-εναγομένου
- και -
Ελευθέριου Δημητρίου
εφεσίβλητου-ενάγοντα
---------------------
Ημερομηνία:
9.12.96Για τον εφεσείοντα: κ.Χρ.Κληρίδης με τον κ.Χρ.Χριστοφή
Για τον εφεσίβλητο: κα.Στ.Ερωτοκρίτου με τον κ.Α.Χάσικο
----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ
.: Η υπό συζήτηση έφεση αφορά αντιδικία που δημιουργήθηκε από τη σύγκρουση των οχημάτων των διαδίκων. Στις 31.7.90 ο εφεσείων-εναγόμενος οδηγούσε το αυτοκίνητο του XC374 στην οδό Γράμμου με πρόθεση να στρίψει αριστερά στην Μάνης, ενώ ο εφεσίβλητος-ενάγοντας το βυτιοφόρο QT622 στη Μάνης με πρόθεση να στρίψει δεξιά στη Γράμμου. Η Μάνης είναι ο κύριος δρόμος, ενώ η Γράμμου πάροδος που οδηγεί σε αυτή και η συμβολή ελέγχεται με σήμα "Αλτ", επί της Γράμμου. Το πλάτος της οδού Μάνης είναι 6.80μ., και του βυτιοφόρου του εφεσίβλητου 2.30μ. Η σύγκρουση εντοπίστηκε σε σημείο του δρόμου 1.30μ. από τη δεξιά πλευρά του πεζοδρομίου, σε σχέση με την πορεία του εφεσίβλητου.Οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου, στις οποίες θα αναφερθούμε αμέσως παρακάτω δεν αμφισβητούνται. Εισηγείται ο συνήγορος του εφεσείοντα πως σύμφωνα με αυτές, η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι για το δυστύχημα ευθύνεται εξ ολοκλήρου ο πελάτης του, είναι εσφαλμένη. Προτείνει πως ευθύνεται και ο εφεσίβλητος, εναντίον του οποίου θα έπρεπε να επιμεριστεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο ένα ποσοστό συντρέχουσας αμέλειας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε πως η σύγκρουση έγινε γιατί ο εφεσείων, χωρίς να σταματήσει καθόλου στο σημείο Αλτ στη συμβολή της Γράμμου με τη Μάνης, μπήκε στη Μάνης και κτύπησε το βυτιοφόρο, που οδηγούσε ο εφεσίβλητος. Το Δικαστήριο, τεκμηριώνοντας την άποψη του αυτή, αναφέρθηκε και στην υπόθεση Αδαμής κ.α. ν. Νατάσα Ηρακλέους (1982) 1 Α.Α.Δ. 746 όπου πράγματι ελέχθη πως το καθήκον ενός οδηγού να μην εισέλθει σε δρόμο, εκτός αν είναι ασφαλές να το πράξει, δεν υπόκειται στην επιφύλαξη πως πρέπει να υποθέσει ότι οι οδηγοί που χρησιμοποιούν το δρόμο αυτό, θα είναι στην ορθή πλευρά του. Αυτό που διέλαθε όμως της προσοχής του πρωτόδικου δικαστή είναι πως με βάση τα γεγονότα της πιο πάνω υπόθεσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε επιμερίσει την ευθύνη των οδηγών σε ίσο ποσοστό. Είχε διαπιστώσει δηλαδή πως ο οδηγός του αυτοκινήτου στον κύριο δρόμο εκινείτο στη λανθασμένη πλευρά του δρόμου, ενώ ο εφεσείων είχε βγει από μια πάροδο. Με την υιοθέτηση της πιο πάνω αρχής το Εφετείο αναφέρεται ειδικά στο καθήκον του οδηγού που έβγαινε από την πάροδο, γιατί είχε υποβληθεί εκ μέρους του πως δεν ήταν υπαίτιος οποιασδήποτε ευθύνης. Το Εφετείο επικύρωσε την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου για ίσο καταμερισμό της ευθύνης, και απέρριψε την έφεση.
Κρίνουμε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο έκαμε λάθος όταν κατέληξε πως ο εφεσίβλητος δεν ήτο υπεύθυνος συντρέχουσας αμέλειας για τους εξής λόγους: Η πρόθεση του ήταν να στρίψει δεξιά στην πάροδο. Αντί όμως να προχωρήσει προς το κέντρο του ανοίγματος της παρόδου και να στρίψει ακολουθώντας ορθή γωνία προς την αριστερή της πλευρά, από αρκετή απόσταση πριν την πάροδο έπιασε τη δεξιά πλευρά του δρόμου με διαγώνια δεξιά κλίση προς το σημείον "Αλτ". Ενώ βρισκόταν αρκετά μέτρα πριν από την πάροδο, και στην εσφαλμένη πλευρά του δρόμου μπήκε στον κύριο δρόμο, χωρίς να σταματήσει στο αλτ, ο εφεσίβλητος με αποτέλεσμα τη σύγκρουση.
Υποστήριξε η δικηγόρος του εφεσίβλητου πως ο τρόπος οδήγησης του πελάτη της, και δέκτηκε πως κρατούσε λίγο την δεξιά πλευρά του δρόμου, δεν είχε οποιαδήποτε αιτιώδη συνάφεια με το δυστύχημα, που οφειλόταν εξ ολοκλήρου στο γεγονός ότι ο εφεσείων εισήλθε στον κύριο δρόμο χωρίς να σταματήσει στο "αλτ".
Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση αυτή. Αν ο εφεσίβλητος οδηγούσε με τον τρόπο που περιγράψαμε πιο πάνω, και που κατά τη γνώμη μας ήταν ο επιμελής τρόπος οδήγησης, η σύγκρουση πιθανό να μη συνέβαινε, γιατί ο δρόμος έχει πλάτος 6.80μ. ενώ το βυτιοφόρο 2.10μ.
Κατά συνέπεια έχουμε την άποψη πως ο εφεσίβλητος ευθύνεται κατά 30% για το δυστύχημα. Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου θα τροποποιηθεί ανάλογα. Οι αποζημιώσεις είχαν προσυμφωνηθεί στη βάση πλήρους ευθύνης. Για μεν τον εφεσείοντα σε £9.000 επί της ανταπαιτήσεως του, ενώ για τον εφεσίβλητο σε £600, στην απαίτηση του.
Η έφεση γίνεται αποδεκτή. Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ακυρώνεται. Εκδίδεται απόφαση υπέρ του εφεσείοντα για ποσό £2.280, με έξοδα στην έφεση. Αναφορικά με τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας ο εφεσείων δικαιούται τα έξοδα του, στην κλίμακα £1.000-3.000, ενώ ο εφεσίβλητος στην κλίμακα £200-500.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΜΑΑ