ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 8622
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΚΑΛΛΗ, Δ.Δ.Κώστας Αργυρού, από το Μαζωτό
Εφεσείων-Εναγόμενος
- και -
1. Apollo 11 Bus Co Ltd, από τη Λάρνακα,
2. Παναγιώτης Θεοδοσίου, από τη Λάρνακα
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων
___________
22 Νοεμβρίου, 1996
Για τον εφεσείοντα: Α. Μαθηκολώνης.
Για τους εφεσίβλητους 1 και 2: Α. Ποιητής.
___________
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ
.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλειο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
___________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ
.: Η αγωγή στην παρούσα υπόθεση αφορά αξίωση των εναγόντων-εφεσιβλήτων και κυρίως του ενάγοντος 2 εναντίον του εναγόμενου-εφεσείοντος για συνεισφορά σε εγγύηση που αμφότεροι έδωσαν για λογαριασμό των εναγόντων 1 της εταιρείας που ήταν και ο πρωτοφειλέτης. ΄Ηταν ο ισχυρισμός του ενάγοντος 2 ότι κατέβαλε ολόκληρο το ποσό της εγγύησης με αποτέλεσμα να αξιώνει συνεισφορά από τους συνεγγυητές του κατ΄ αναλογία, στο ποσοστό που αναλογεί στον κάθε εγγυητή. Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι ο ενάγων 2 απέδειξε ότι κατέβαλε το ποσό της εγγύησης που του αναλογούσε ως εγγυητής και έτσι προχώρησε και εξέδωσε απόφαση υπέρ του και εναντίον του εναγόμενου για £6.522,60, με τόκο μέχρι την εξόφληση. Εναντίον της απόφασης ο εναγόμενος άσκησε έφεση στην οποία προβάλλει τον ισχυρισμό ότι τα διάφορα συμπεράσματα του δικαστηρίου όπως για παράδειγμα ότι ο ενάγων 2 κατέβαλε ως εγγυητής το ποσό των £52.181,00 ή ότι δικαιούται σε αναγωγή ή συνεισφορά κατά του εναγόμενου είναι αντίθετα προς το σύνολο της ενώπιον του δικαστηρίου γραπτής και προφορικής μαρτυρίας. Επίσης ο εναγόμενος-εφεσείων προβάλλει τον ισχυρισμό ότι ενώ από την προσαχθείσα μαρτυρία προκύπτει ότι το ποσό της ενοικιαγοράς καταβλήθηκε και εξοφλήθηκε από τους ενάγοντες 1, το δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε ότι πληρώθηκε από τον ενάγοντα 2.Τα γεγονότα όπως τα αποδέκτηκε το δικαστήριο έχουν ως ακολούθως: Ο ενάγων 2 μαζί με άλλους, μεταξύ των οποίων ο εναγόμενος, σύστησαν την εταιρεία περιορισμένης ευθύνης Βάρκα Λτδ, με σκοπό την αγορά μηχανήματος για ανόρυξη άμμου από τη θάλασσα. Το τίμημα ανερχόταν στο ποσό των £60.000. Ποσό £45.000 εξασφαλίστηκε από τους ενάγοντες 1, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης κύριος μέτοχος της οποίας ήταν ο ενάγων 2, με την ενοικιαγορά τριών λεωφορείων της. Την αποπληρωμή του ποσού της ενοικιαγοράς εγγυήθηκε τόσο ο ενάγων 2, όσο και άλλοι επτά μέτοχοι της εταιρείας Βάρκα Λτδ. Περαιτέρω ποσό £10.00 καταβλήθηκε από τον εναγόμενο, που εξασφάλισε με ενοικιαγορά εκσκαφέα ιδιοκτησίας του, ενώ τέλος ποσό £5.000 καταβλήθηκε από δύο άλλους μετόχους που επίσης εξασφάλισαν το ποσό με ενοικιαγορά του δικού τους εκσκαφέα. Τόσο ο εναγόμενος όσο και οι άλλοι δύο μέτοχοι κατέβαλαν τις δικές τους δόσεις κανονικά και εξόφλησαν τις ενοικιαγορές τους. Η εταιρεία Βάρκα Λτδ κατέβαλε έναντι της ενοικιαγοράς που εξασφαλίστηκε από τους ενάγοντες 1 συνολικά το ποσό των £6.637,5 το δε υπόλοιπο £52.181,00 καταβλήθηκε, όπως κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο, από τον ενάγοντα 2 ύστερα από δανειοδότησή του από τους ενάγοντες 1, ιδιοκτήτες των λεωφορείων που είχαν χρησιμοποιηθεί για την ενοικιαγορά. Το ποσό αυτό μαζί με άλλα χρέη ο ενάγων 2 οφείλει στους ενάγοντες 1, εταιρεία στην οποία θα πρέπει να σημειωθεί είναι και ο κύριος μέτοχος. Ο ενάγων 2 με την αγωγή του αξιώνει από τον εναγόμενο που ήταν εγγυητής τη συνεισφορά του στο ύψος του 1/8 του πιο πάνω ποσού.
Η μαρτυρία που προσήχθη αποτελείται από την κατάθεση του ενάγοντος 2 ο οποίος ανέφερε ότι ο ίδιος κατέβαλε το ποσό των £51.181,00 που δανείστηκε προσωπικά από τους ενάγοντες 1, πρωτοφειλέτες στην ενοικιαγορά. Εκτός από τον ενάγοντα 2 κατέθεσαν τόσο ο Γεώργιος Λοΐζου λογιστής της εταιρείας, όσο και ο Αντρέας Παστελλίδης υπεύθυνος του υποκαταστήματος της Λαϊκής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ στο οποίο γίνονταν οι πληρωμές. Ο Παστελλίδης κατέθεσε ότι τα ποσά πληρώθηκαν από τον ενάγοντα 2 για λογαριασμό των εναγόντων 1. Οι πληρωμές πραγματοποιούνταν με επιταγές των εναγόντων 1, είτε με οπισθογραφημένες επιταγές της εταιρείας Amathus Navigation Ltd προς τους ενάγοντες 1.
Ο Μ.Ε. 5 Γιώργος Λοΐζου, ελεγκτής της εταιρείας των εναγόντων 1 αλλά και του ενάγοντος 2, κατάθεσε ότι έλεγχος των βιβλίων των εναγόντων 1 δείχνει ότι ο ενάγων 2 ήταν χρεωμένος με διάφορα ποσά που κυμαίνονταν από £11.590 μέχρι £97.274.
Το πρωτόδικο δικαστήριο δέκτηκε ότι για τη συγκεκριμένη σύμβαση ενοικιαγοράς ο ενάγων 2 κατέβαλε το ποσό σαν εγγυητής και συνεπώς δικαιούται σε συνεισφορά εκ μέρους του εναγόμενου, συνεισφορά την οποία υπολόγισε στο ποσό των £6.522.60.
Με την παρούσα έφεση όπως είδαμε ο εφεσείων-εναγόμενος ισχυρίζεται ότι το πιο πάνω συμπέρασμα του δικαστηρίου, ότι δηλαδή ο ενάγων 2 ήταν το πρόσωπο που κατέβαλε τις οφειλές των εναγόντων 1 ως εγγυητής, δεν ευσταθεί. Θα πρέπει να πούμε από την αρχή ότι από τη δοθείσα μαρτυρία δεν δικαιολογείται η κατάληξη από το πρωτόδικο δικαστήριο στο συμπέρασμα αυτό. Οι πληρωμές στις οποίες προέβαινε ο ενάγων 2 γίνονταν, όπως ανέφερε και ο Μ.Ε.2 υπάλληλος της Λαϊκής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ, από τον ενάγοντα 2 αλλά για το λογαριασμό της εταιρείας Απόλλων 11, ενάγοντες 1. Οι ενάγοντες 1 είναι και ο πρωτοφειλέτης στην ενοικιαγορά. Εκτός της πιο πάνω μαρτυρίας θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ενάγων 2 δεν προέβαινε στις συγκεκριμένες πληρωμές ύστερα από πίεση που ασκήθηκε εναντίον του, είτε γιατί εκδόθηκε οποιοδήποτε ένταλμα εκποίησης κινητών, είτε καταχωρήθηκε αίτηση μηνιαίων δόσεων ή υπήρξε οποιοσδήποτε άλλος τρόπος εκτέλεσης, αλλά στην προσπάθειά του να αποφύγει εκποίηση των αυτοκινήτων των εναγόντων 1, εταιρείας της οποίας ήταν ο κυριότερος μέτοχος. Είναι προφανές τόσο από τα πιο πάνω όσο και από το γεγονός ότι οι επιταγές εκδίδονταν από τους ενάγοντες 1, ενώ πληρωμές έγιναν και με οπισθογράφηση επιταγών εταιρειών οι οποίες όφειλαν στους ενάγοντες 1 ποσά, ότι τα ποσά καταβλήθηκαν για λογαριασμό των εναγόντων 1. Με άλλα λόγια είναι φανερό ότι το χρέος εξόφλησε η πρωτοφειλέτρια εταιρεία, ενάγων 1 και όχι ο εγγυητής, ενάγων 2. Δεν αποδίδουμε οποιαδήποτε σημασία στο επιχείρημα ότι η μερίδα του ενάγοντος 2 στα βιβλία της εταιρείας των εναγόντων 1 ήταν χρεωμένη με τα αντίστοιχα ποσά. Μια τέτοια διευθέτηση, που όπως είναι φανερό μπορούσε εύκολα να διευθετηθεί από τον ενάγοντα 2, ήταν καθαρά λογιστική πράξη και μπορούσε να γίνει προς εξυπηρέτηση οποιουδήποτε σκοπού.
Εν όψει των πιο πάνω θεωρούμε ότι η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι τα συγκεκριμένα ποσά καταβλήθηκαν από τον ενάγοντα 2 δεν δικαιολογείται από τη μαρτυρία και συνεπώς η απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί.
Η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται. Η αξίωση του ενάγοντος απορρίπτεται. Τα έξοδα τόσο ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου όσο και κατά τη δευτεροβάθμια διαδικασία θα βαρύνουν τον ενάγοντα 2.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΜΔ