ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9052.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΚΑΛΛΗ, Δ.Δ.
Γεώργιος Κάρμιος και ΄Αλλοι, από τη Λεμεσό,
Εφεσείοντες-Ενάγοντ ες.
και
1. BRITISH EAST MEDITERRANEAN RELAY STATION
OF FOREIGN AND COMMONWEALTH OFFICE
γνωστοί ως B.E.M.R.S. OF ECO, Ζύγι, Λάρνακα,
2. ANTONY KENDAL, ως Διευθυντού και/ή
εκπροσώπου των εναγομένων αρ. 1, Ζύγι,
3. MICHAEL MYNARD, ως Διευθυντού και/ή
εκπροσώπου των εναγομένων αρ. 1, Ζύγι, Λάρνακα,
Εφεσιβλήτων-Εναγομέ νων.
______________________
31 Οκτωβρίου, 1996
.Για τους Εφεσείοντες : Ε. Ευσταθίου.
Για τους Εφεσίβλητους: Ξ. Κληρίδης.
______________________
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.
: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί απότον Δικαστή Π. Καλλή.
______________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με αγωγή τους, που καταχώρησαν στις 11.2.92 οι εφεσείοντες-ενάγοντες ("οι εφεσείοντες") αξίωναν διάφορες θεραπείες σχετιζόμενες με την διακοπή της εργοδότησης τους με τον εφεσίβλητο-εναγόμενο 1 ("ο εφεσίβλητος 1"). Οι εφεσίβλητοι-εναγόμενοι 2 και 3 ("εφεσίβλητοι 2 και 3") είχαν εναχθεί υπό την ιδιότητα τους σαν διευθυντές ή εκπρόσωποι του εφεσίβλητου 1.
Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν εμφάνιση υπό διαμαρτυρία. Στην συνέχεια καταχώρησαν αίτηση με την οποία ζήτησαν την ακύρωση της έκδοσης και επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος λόγω αντικανονικότητας. ΄Ηταν η θέση τους ότι ο μεν εφεσίβλητος 1 δεν είναι εταιρεία ή εγγεγραμμένη εμπορική επωνυμία και δεν έχει νομική οντότητα οι δε εφεσίβλητοι 2 και 3 ενάγονται υπό αντιπροσωπευτική ιδιότητα μη υφιστάμενης νομικής οντότητας.
Η αίτηση συνοδεύετο από ένορκη δήλωση υπαλλήλου του Foreign and Commonwealth Office της Κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου σύμφωνα με την οποία: Η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου έχει υπό την κατοχή της το σταθμό αναμετάδοσης στο Ζύγι όπως επιβεβαιώνεται από τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας (Παράρτημα Β Μέρος ΙΙ Πίναξ Β), το δε Foreign and Commonwealth Office λειτουργεί τον εν λόγω σταθμό ο οποίος είναι γνωστός σαν British Mediterrenean Relay Station. Ο εν λόγω σταθμός δεν είναι συγκροτημένος (incorporated) ή εγγεγραμμένος (registered) υπό το ως άνω όνομα δυνάμει νόμου στο Ηνωμένο Βασίλειο ή στην Κύπρο και δεν είναι νομική προσωπικότης κατά της οποίας μπορεί να εγερθεί αγωγή. Ως εκ τούτου δεν αποτελεί "εναγόμενο" εντός της έννοιας της Δ.1 Θ.2 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Για το λόγο αυτό η έκδοση του κλητηρίου εναντίον του εφεσιβλήτου 1 όπως και η επίδοση του είναι αντικανονική, και ότι το ίδιο ισχύει για τους εφεσίβλητους 1, 2 και 3 αφού αυτοί ενάγονται υπό αντιπροσωπευτική ιδιότητα σαν διευθυντές ή εκπρόσωποι ανύπαρκτης νομικής οντότητας.
Οι εφεσείοντες καταχώρησαν ένσταση. Με σχετική ένορκη δήλωση του εφεσείοντα 4, που συνοδεύει την ένσταση, υποστήριξαν ότι οι εφεσίβλητοι παρεμποδίζονται (are estopped) από του να ισχυρίζονται ότι δεν έχουν δική τους υπόσταση διότι ανέκαθεν εμφανίζονταν σαν εργοδότες των εναγόντων. Συγκεκριμένα, με το όνομα με το οποίο ενάγονται ενεγράφησαν στο μητρώο εργοδοτών του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, υπόγραψαν τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας με τις συντεχνίες, επαρουσιάζοντο και διαπραγματεύοντο για θέματα εργασίας και εμφανίζονταν σε διαιτησίες, εξέδιδαν κανονισμούς και συμμετείχαν σε δικαστικές διαδικασίες.
Τα πιο πάνω γεγονότα δεν αμφισβητήθησαν από τους εφεσίβλητους.
Το πρωτόδικο δικαστήριο με μια εμπεριστατωμένη απόφαση του αφού ανέλυσε σε βάθος τη σχετική νομική θέση χορήγησε το αιτηθέν διάταγμα. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αγωγή δεν είναι δυνατό να ευσταθήσει όπως έχει εγερθεί. ΄Οσον αφορά τον εφεσίβλητο 1 η αγωγή είχε εγερθεί εναντίον μη συγκροτημένου (unincorporated) σώματος και σαν τέτοια δεν νομιμοποιείται ούτε είναι δυνατόν να βασισθεί στη Δ.7 θ.11. ΄Οσον αφορά τους εφεσίβλητους 2 και 3 η αγωγή ακολουθεί την τύχη της αγωγής εναντίον του εφεσίβλητου 1 αφού οι εφεσίβλητοι 2 και 3 δεν ενάγονται προσωπικά αλλά ως διευθυντές και εκπρόσωποι του εφεσίβλητου 1.
Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της πιο πάνω αποφάσεως. Κεντρικό άξονα της επιχειρηματολογίας του ευπαίδευτου συνήγορου των εφεσειόντων, κατά την ακρόαση της έφεσης, αποτέλεσε η πιο πάνω θέση που είχαν προβάλει κατά την πρωτόδικη διαδικασία, ότι δηλαδή οι εφεσίβλητοι 1 παρεμποδίζονται από του να ισχυρίζονται ότι δεν έχουν δική τους υπόσταση.
Αναπτύσσοντας περαιτέρω την επιχειρηματολογία του υποστήριξε ότι οι εφεσείοντες "γνώριζαν ένα όνομα" με το οποίο έκαμναν τις διάφορες επαφές και διερωτήθηκε "προς ποιούς θα κατεύθυναν την αγωγή τους εφόσον δεν γνώριζαν ποιός είναι ο εργοδότης τους;". Υποστήριξε περαιτέρω ότι αν οι εργοδότες είναι το Βρεττανικό Δημόσιο εφαρμόζονται οι αρχές της "κρυμμένης αντιπροσωπείας" - όπως την αποκάλεσε - επειδή οι εφεσίβλητοι 1 ουδέποτε είπαν ότι ενεργούσαν εκ μέρους κάποιου άλλου, και συμπεριφέροντο κατά τον πλέον δυνατό τρόπο ως αντιπροσωπευόμενοι ("principals").
Είναι πρόδηλο από τα πιο πάνω ότι η όλη επιχειρηματολογία του ευπαίδευτου συνήγορου των εφεσειόντων έχει σαν έρεισμα τη θέση των τελευταίων ότι ως εργοδότη τους γνώριζαν τον "British East Mediterranean Relay Station ("B.E.M.R.S.") και δεν γνώριζαν ότι ενεργούσε εκ μέρους κάποιου άλλου. Ωστόσο αυτή η θέση τους αντιμάχεται αυτό τούτο τον τίτλο της αγωγής τους ο οποίος, μετά τις λέξεις "British East Mediterranean Relay Station" αναφέρει "of Foreign and Commonwealth Office, γνωστοί και ως B.E.M.R.S. of Eco, Ζύγι, Λάρνακα". Η έννοια της πιο πάνω αναφοράς - "of Foreign and Commonwealth Office" - δεν μπορεί να είναι άλλη παρά ότι ο B.E.M.R.S. ανήκει στο Foreign and Commonwealth Office" - Υπουργείο Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας . Ακολουθεί πως οι εφεσείοντες γνώριζαν πολύ καλά ποιός είναι ο πραγματικός εργοδότης τους. Επομένως η όλη επιχειρηματολογία των εφεσειόντων η οποία είχε σαν βάση της την αρχή του κωλύματος (estoppel) και τις αρχές που διέπουν τον αντιπρόσωπο και αντιπροσωπευόμενο ("principal and agent") έχει μείνει χωρίς πραγματικό βάθρο.
Αποτελεί σταθερή θέση της νομολογίας ότι μη συγκροτημένα σώματα ("unicorporated") δεν μπορούν να ενάξουν ή να εναχθούν (Βλ. The Club "Limassol Patriotic Union" v. Demetrios Couvas, 18 C.L.R. 1061, Evans v. Hooper (1875) 45 L.J. Q.B. 206, 209. Βλ. και 18 Halsbury's Laws of England, Τρίτη ΄Εκδοση, παραγ. 242 σύμφωνα την οποία: ένας μη εγγεγραμμένος όμιλος δεν μπορεί να ενάγει ή να εναχθεί με το δικό του όνομα..."). Ακολουθεί πως η σχετική κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου δεν πάσχει με οποιοδήποτε τρόπο. Περαιτέρω, εν όψει του γεγονότος ότι το B.E.M.R.S. ανήκει στο Βρεττανικό Foreign and Commonwealth Office, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής ο θ.11 της Δ.7 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, επειδή ο θ.11 δεν τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση αλλοδαπού που διαμένει εκτός δικαιοδοσίας - όπως είναι εδώ η περίπτωση - και διεξάγει επιχειρήσεις εντός της δικαιοδοσίας (Βλ. επεξήγηση του αντίστοιχου αγγλικού θ.11 της Δ.48α στο Annual Practice, 1958, σελ. 1170). ΄Οπως υποδεικνύεται στη St. Gobain v. Hoyermann's Agency (1893) 2 Q.B.D. 96, 102, 103, ο θ.11 δεν πρέπει να ερμηνεύεται με τρόπο που να περιλαμβάνει εντός της δικαιοδοσίας πρόσωπα τα οποία ούτε λόγω εθνικότητας ούτε λόγω διαμονής, είναι ικανά να υπαχθούν εντός της δικαιοδοσίας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΑΠ.