ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 147/96.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.Αναφορικά με το ΄Αρθρο 155.4 του Συντάγματος και τα
άρθρα 3 και 9 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης
(Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964.
και
Αναφορικά με την αίτηση του ALEXANDER VALENTINOVICH
BOTROV κρατούμενου στις Κεντρικές Φυλακές για άδεια για
να καταχωρηθεί αίτηση για έκδοση διατάγματος φύσεως
Certiorari και αναφορικά με την αίτηση για έκδοση του στη
Ρωσσική Ομοσπονδία που εκκρεμεί ενώπιον του Επαρχιακού
Δικαστηρίου Λάρνακας υπ΄ αρ. 1/96.
και
Αναφορικά με την ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού
Δικαστηρίου Λάρνακας με ημερομηνία 31η Ιουλίου, 1996
με την οποία απέρριψε προδικαστικήν ένσταση του κ. BOTROV.
____________________
9 Αυγούστου, 1996
.Για τον Αιτητή: κ. Γ. Μυλωνάς.
______________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η Ρωσσική Ομοσπονδία ζήτησε την έκδοση του αιτητή. Αμέσως μετά την καταχώρηση της εξουσιοδότησης του αρμόδιου υπουργού και προτού λάβει χώραν οποιαδήποτε άλλη διαδικασία ο αιτητής έθεσε προδικαστικά τη θέση ότι δεν υπάρχει συνθήκη μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ρωσσικής Ομοσπονδίας για παροχή συνδρομής σε θέματα ποινικού και αστικού δικαίου. Διατύπωσε περαιτέρω τη θέση ότι έστω και αν υπάρχει συνθήκη βάσει του Ν 172/86 πάλι δεν χωρεί έκδοση καθότι η συνθήκη αυτή δεν έχει συναφθεί μεταξύ των δυο κρατών αλλά μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ΄Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (Ε.Σ.Σ.Δ.) η οποία δεν υφίσταται πλεόν σαν κρατική οντότητα.
Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε τις προδικαστικές θέσεις του αιτητή. ΄Εκρινε ότι υπάρχει συνθήκη μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ρωσσικής Ομοσπονδίας διαδόχου κατάστασης της Ε.Σ.Σ.Δ. η οποία εφαρμόζεται στην περίπτωση του αιτητή.
Ακολούθησε η παρούσα αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης για ένταλμα της φύσεως Certiorari για ακύρωση της πιο πάνω απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου.
Νομικό στήριγμα της αίτησης ήταν: Η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου να απορρίψει την προδικαστική ένσταση είναι αποτέλεσμα εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του Νόμου και ειδικότερα των άρθρων 3, 7(1) και 7(2) του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970, τα οποία αναφέρουν ότι χωρεί έκδοση μόνον σε κράτος "συνάψαντα συνθήκη" και του άρθρου 2 του Ν 97/70 που ερμηνεύει τον ως άνω όρο ως "ξένον κράτος μεθ΄ ου συνήφθη συνθήκη εκδόσεως τελούσα εν ισχύϊ".
Η πιο πάνω νομική θέση επαναλήφθηκε κατά την ενώπιον μου αγόρευση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή. Υπέβαλε ότι ο Ν 97/70 δεν επιτρέπει έκδοση φυγοδίκου σε κράτος το οποίο δεν έχει το ίδιο συνάψει συνθήκη. ΄Εστω και αν η συνθήκη η οποία έχει υπογραφεί από την Ε.Σ.Σ.Δ. έχει κληρονομηθεί από την Ρωσσική Ομοσπονδία σαν διάδοχο κράτος η συνθήκη αυτή μπορεί να ισχύσει για οποιουσδήποτε άλλους λόγους αλλά για σκοπούς εκδόσεως φυγοδίκων δεν έχει ισχύ επειδή η Ρωσσία δεν είναι κράτος "συνάψαν συνθήκην μετά της Δημοκρατίας" δυνάμει του Ν 97/70.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή δεν αμφισβήτησε ότι η Ρωσσική Ομοσπονδία έχει κληρονομήσει την συνθήκη που έχει κυρωθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία από τον Ν 172/86 αλλά ισχυρίστηκε ότι ο δικός μας Ν 97/70 δεν επιτρέπει την έκδοση σε κράτος που δεν έχει συνάψει συνθήκη με την Κυπριακή Δημοκρατία. Μόνο το κράτος που την έχει συνάψει μπορεί να επωφεληθεί από τις πρόνοιες της συνθήκης.
Στο παρόν στάδιο το δικαστήριο εξετάζει κατά πόσο θα χορηγήσει την αιτούμενη άδεια. Δεν υπεισέρχεται στην ουσία της αίτησης. Είναι αρκετό να φαίνεται πως υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και/ή ότι υπάρχει συζητήσιμο θέμα για χορήγηση της αιτούμενης θεραπείας. Και αν ακόμη ο αιτητής ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση ή/και συζητήσιμο ζήτημα δεν είναι αρκετό για να του δοθεί άδεια καταχώρησης αίτησης για προνομιακό ένταλμα όταν υπάρχει άλλο ένδικο μέσο, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Στην Αντώνης Χριστοδουλίδης, Αίτηση 117/93/29.7.93, το δικαστήριο αρνήθηκε την χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για ένταλμα Certiorari. Επρόκειτο για αίτηση με την οποία επιδιώκετο ακύρωση απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου που σχετίζετο με απόρριψη προδικαστικής ένστασης για έλλειψη αρμοδιότητας σε ποινική υπόθεση. Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος επρόκειτο να υποστεί την ταλαιπωρία μιας
δίκης κρίθηκε ότι δεν αποτελούσε εξαιρετική περίσταση.Πρόκειται για διαδικασία που αποβλέπει στην έκδοση του αιτητή. Σε περίπτωση που ήθελε αποφασιστεί η έκδοση του αιτητή ο τελευταίος έχει δικαίωμα, δυνάμει του άρθρου 10 του Ν 97/70, να υποβάλει αίτηση για Habeas Corpus. Υπάρχει επομένως άλλο ένδικο μέσο που προβλέπεται από το Νόμο. Εφόσον υπάρχει το ένδικο μέσο του Habeas Corpus θεωρώ ότι το γεγονός ότι ο αιτητής θα υποστεί την ταλαιπωρία της διαδικασίας για έκδοση του δεν αποτελεί εξαιρετική περίσταση
. Για το λόγο αυτό η αίτηση απορρίπτεται. Ανεξάρτητα από την ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου θεωρώ ότι η καταφυγή στη διαδικασία των προνομιακών ενταλμάτων οποτεδήποτε ένας διάδικος διαφωνεί με μια ενδιάμεση απόφαση του δικαστηρίου είναι ανεπιθύμητη. Οδηγεί στον κατατεμαχισμό και την αποτελμάτωση της κυρίως διαδικασίας. Πρέπει να αποθαρρύνεται (Χριστοφίδου ν. Νέμιτσας κ.α. (1963) 2 Α.Α.Δ. 269).Παρά την πιο πάνω κατάληξη μου θα εξετάσω την ουσία της ένστασης του αιτητή για να είναι καταγραμμένα τα σχετικά συμπεράσματα μου.
Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο ζητήματα έκδοσης φυγοδίκων από την Κυπριακή Δημοκρατία στη Ρωσσική Ομοσπονδία διέπονται ή όχι από την Συνθήκη μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ε.Σ.Σ.Δ. η οποία έχει κυρωθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία από τον Κυρωτικό της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ε.Σ.Σ.Δ. για παροχή Νομικής Συνδρομής σε Θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου Νόμο του 1986 (Ν 172/86) ("η Συνθήκη του 1986").
Ο ευπαίδετος συνήγορος του αιτητή δέχθηκε, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ότι η Συνθήκη του 1986 έχει κληρονομηθεί από τη Ρωσσική Ομοσπονδία. Ανεξάρτητα από τη θέση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή, αφού εξέτασα προσεκτικά το ζήτημα κρίνω ότι το ζήτημα της εκδόσεως φυγοδίκων από την Κυπριακή Δημοκρατία στη Ρωσσική Ομοσπονδία διέπεται από τη Συνθήκη του 1986. Η Συνθήκη του 1986 συνεχίζει να τυγχάνει εφαρμογής μετά τη διάλυση της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. σε ότι αφορά εκδόσεις φυγοδίκων μεταξύ Κύπρου και Ρωσσικής Ομοσπονδίας. Και συνεχίζει να τυγχάνει εφαρμογής λόγω της συμπεριφοράς των δυο μερών δηλαδή της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ρωσσικής Ομοσπονδίας (Βλ. Oppenheim's International Law, 9η έκδοση, Τόμος Ι, σελ. 230, υποσημείωση 17, δεύτερη παράγραφος). Μπορώ να λάβω δικαστική γνώση του γεγονότος ότι μετά τη διάλυση της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. η Ρωσσική Ομοσπονδία έχει επικαλεσθεί αποκλειστικά την Συνθήκη του 1986 στις αιτήσεις της για έκδοση φυγοδίκων η δε Κυπριακή Δημοκρατία έχει προωθήσει το σχετικό αίτημα με βάση την Συνθήκη (Βλ. Petrov v. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών, Πολιτική ΄Εφεση 9697/1.8.96)
.Αυτή η συμπεριφορά αποτελεί, κατά την κρίση μου, αμοιβαία αναγνώριση και συμφωνία για την συνέχιση των διευθετήσεων για έκδοση όπως αυτές προβλέπονται από την Συνθήκη του 1986
(United States Government v. Bowe (1989) 3 All E.R. 315).Ειδικά και σε σχέση με Συνθήκες για έκδοση φυγοδίκων τα Δικαστήρια της Ν. Αφρικής έχουν αποφανθεί ότι η Συνθήκη της Ν. Αφρικής με την Ομοσπονδία της Ροδεσίας και της Νυασυλάνδης ήταν δεσμευτική για τα πρώην συστατικά μέλη της Ομοσπονδίας τα οποία κατέστησαν ξεχωριστά κράτη μετά τη διάλυση της Ομοσπονδίας (Βλ. Oppenheim's, πιο πάνω, σελ. 219, υποσημείωση 4, δεύτερη παράγραφος)
.
΄Οπως έχω ήδη αποφανθεί το θέμα της εκδόσεως πολιτών από την Κυπριακή Δημοκρατία στη Ρωσσική Ομοσπονδία διέπεται από τη Συνθήκη του 1986. Η Συνθήκη του 1986 έχει δημιουργήσει δικαιώματα και υποχρεώσεις και στα δυο συμβαλλόμενα μέρη. Εφόσον η Ρωσσική Ομοσπονδία έχει κληρονομήσει την Συνθήκη του 1986 - και αυτό το δέχεται και ο αιτητής - έχει, ταυτόχρονα, κληρονομήσει και όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από τη Συνθήκη. Ποιά είναι αυτά τα δικαιώματα και υποχρεώσεις; Προδιαγράφονται από το άρθρο 37(1) της Συνθήκης του 1986.
Σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία του το άρθρο 37(1) της Συνθήκης του 1986 όχι μόνο δημιουργεί στο κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος την υποχρέωση έκδοσης προσώπων που βρίσκονται στο έδαφος του αλλά δημιουργεί - σιωπηρά - και δικαίωμα στο κράτος που υποβάλλει την αίτηση για έκδοση να του εκδοθούν τα πρόσωπα εκείνα.
Κρίνω ότι η Ρωσσική Ομοσπονδία ως κληρονόμος της Συνθήκης του 1986 πρέπει να θεωρείται σαν ένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη της Συνθήκης. Εκεί που οι πρόνοιες της Συνθήκης του 1986 συγκρούονται με εκείνες του Νόμου 97/70, υπερέχουν οι πρόνοιες της Συνθήκης (Βλ. Petrov, πιο πάνω)
.Η κατάληξη μου ότι η Ρωσσική Ομοσπονδία πρέπει να θεωρείται σαν ένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη της Συνθήκης του 1986 την καθιστά, κατά την κρίση μου, ξένο κράτος με το οποίο η Κυπριακή Δημοκρατία έχει συνάψει συνθήκη εκδόσεως όπως προβλέπεται από το Νόμο 97/70. Ακολουθεί πως η σχετική ένσταση του αιτητή θα αποτύγχανε και επί της ουσίας της.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.