ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική έφεση αριθ.8419
ΕΝΩΠΙΟΝ
:, ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΚΑΛΛΗ, Δ/στων1. Ηρόδοτου Αβραάμ, άλλως Δώρου Φασουλή, από τη Λευκωσία
2. Νίκου Παρταση, από τη Λευκωσία
εφεσείοντες
ν.
1. Στυλιανού Νικολάου, από τον Στρόβολο
2. Ανδρέα Νικολαϊδη, από την Αγλαντζιά
εφεσίβλητοι
----------------------------------- -
14 Ιουνίου, 199
6Για τους εφεσείοντες: κ.Γ.Κορφιώτης
Για τους εφεσίβλητους: κ.Θ.Ιωαννίδης
----------------------------------- --
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Κάποιος Κλεόπας Νικολάου ενοικίασε από τον ιδιοκτήτη του ένα υποστατικό, που διαμόρφωσε σε δισκοθήκη. Ο ίδιος μετενοικίασε στους εφεσίβλητους-ενάγοντες τη δισκοθήκη ως επιχείρηση με όλον τον εξοπλισμό της. Αυτοί με τη σειρά τους πώλησαν την εμπορική εύνοια στη δισκοθήκη, με τον εξοπλισμό της, στους εφεσείοντες-εναγόμενους. Η συμφωνία αυτή, αντικείμενο της επίδικης διαφοράς, επιμαρτυρείται σε έγγραφο που υπέγραψαν στις 17.9.84. Η βασική πρόνοια της σύμβασης διαλαμβάνει πως οι εφεσίβλητοι πώλησαν στους εφεσείοντες την εμπορική εύνοια της δισκοθήκης με τον εξοπλισμό της, έναντι του συνολικού τιμήματος των £16,000. Πληρώθηκαν £5,000 ως προκαταβολή, το δε υπόλοιπο θα εξοφλείτο με δόσεις από £450 η κάθε μια, από 30.9.84. Οι εφεσείοντες παρέλαβαν τη δισκοθήκη και κατέβαλαν έναντι του πιο πάνω τιμήματος συνολικό ποσό £7,800. Λειτούργησαν τη δισκοθήκη για 18 μήνες και την παρέδωσαν στο Νικολάου, αρνούμενοι να πληρώσουν το υπόλοιπο ποσό, που πρόβλεπε η σύμβαση, στους εφεσίβλητους. Οι εφεσείοντες πλήρωναν οι ίδιοι το μηνιαίο ενοίκιο στο Νικολάου. Στην πραγματικότητα πλήρωσαν το ενοίκιο τεσσάρων μόνο μηνών από την πιο πάνω περίοδο.
Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν αγωγή εναντίον των εφεσειόντων, στην οποία αξίωναν το υπόλοιπο του τιμήματος, επικαλούμενοι την επίδικη γραπτή συμφωνία. Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται πως η σύμβαση ήταν εξ΄υπαρχής άκυρη για δυο βασικά λόγους ότι:
(α) Οι εφεσίβλητοι δεν είχαν τη συγκατάθεση του Κλεόπα Νικολάου να πωλήσουν την εύνοια της επιχείρησης και τον εξοπλισμό της, και
(β) Ο εξοπλισμός της δισκοθήκης δεν ήταν περιουσία των εφεσιβλήτων αλλά του Κλεόπα Νικολάου και ως εκ τούτου δεν μπορούσαν να μεταβιβάσουν νόμιμη κυριότητα στους εφεσείοντες.
Από την πιο πάνω, σύντομη έστω, αναφορά στα γεγονότα και τον καθορισμό των επιδίκων ζητημάτων, καταλαβαίνει κανείς πως η υπόθεση ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν απλή, με την έννοια ότι τα επίδικα ζητήματα ήσαν καθορισμένα. Παρέμεινε δε να προσκομιστεί η εκατέρωθεν μαρτυρία, όπου χρειαζόταν, και να προβληθεί η νομική επιχειρηματολογία. Οταν διαβάσαμε τα πρακτικά της δίκης διαπιστώσαμε τη βασανιστική, και αχρείαστη διαδικασία, την οποία αναγκαστικά ακολούθησε το Δικαστήριο λόγω των αδικαιολογήτων ενστάσεων πάνω σε ζητήματα άσχετα με την ουσία της υπόθεσης, που προβλήθηκαν από το δικηγόρο των εφεσειόντων, που ήταν άλλος από το δικηγόρο που παρουσίασε ενώπιον μας την έφεση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων, αφού συμπέρανε πως η υπογραφείσα σύμβαση ήταν καθόλα έγκυρη. Διαπίστωσε όμως πως μικρό μέρος του εξοπλισμού, που παρέδωσαν οι εφεσίβλητοι στους εφεσείοντες, ανήκε πράγματι στο Νικολάου, και μείωσε στην απόφαση του κατά £1,000 το υπόλοιπο ποσό που είχαν να παίρνουν οι εφεσίβλητοι.
Η ενώπιον μας έφεση επικεντρώθηκε σε ένα σημείο. Εισηγήθηκε ο δικηγόρος των εφεσειόντων πως η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι μικρό μόνο μέρος του εξοπλισμού της δισκοθήκης δεν ανήκε στους εφεσίβλητους, δεν υποστηριζόταν από τη μαρτυρία. Διατείνεται, επί του προκειμένου, πως το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού δεν ανήκε στους εφεσίβλητους, και γι' αυτό δεν επισυνάφθηκε ο κατάλογος των αντικειμένων στην υπογραφείσα σύμβαση, ενώ ρητά προβλέπεται σ' αυτή πως θα επισυναπτόταν τέτοιος κατάλογος. Λέει επίσης, πως ο υπολογισμός της αξίας του εξοπλισμού σε £1,000, που το ίδιο το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν ανήκε στους εφεσίβλητους, είναι αυθαίρετος, γιατί δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας επ΄αυτού. Διαζευκτικά, υπέβαλε ενώπιον μας, πως έστω και αν δεκτούμε ως ορθή τη διαπίστωση του Δικαστηρίου για τη μικρή ποσότητα των αντικεμένων που δεν ανήκαν στους εφεσίβλητους, η επίδικη σύμβαση είναι εξ υπαρχής άκυρη, γιατί οι εφεσίβλητοι πώλησαν στους εφεσείοντες πράγματα που δεν τους ανήκαν και επομένως δεν μπορούσαν νομίμως να μεταβιβάσουν κυριότητα σε αυτά.
Ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων διαφωνεί με τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως μικρό μέρος του εξοπλισμού δεν ανήκε σ' αυτούς. Υπέβαλε δε πως η αναντίλεκτη μαρτυρία αποδεικνύει πως ολόκληρος ο εξοπλισμός της δισκοθήκης ανήκε στους εφεσίβλητους. Δεν καταχώρησαν όμως αντέφεση.
Στην ενώπιον μας εφεση, όπως είπαμε πιο πριν, εγείρεται ένα ουσιαστικό σημείο που δημιουργείται αποκλειστικά από τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως μικρό μέρος του εξοπλισμού, που πώλησαν οι εφεσίβλητοι στους εφεσείοντες, δεν τους ανήκε. Αν η διαπίστωση αυτή βασίζεται στην προσαχθείσα μαρτυρία, τότε θα εξεταστούν οι πιθανές νομικές επιπτώσεις στην επίδικη σύμβαση. Συναφώς, ο συνήγορος των εφεσειόντων εισηγείται πως οι εφεσίβλητοι απέκρυψαν το γεγονός τούτο από τους εφεσείοντες οι οποίοι, όταν το διαπίστωσαν, ακύρωσαν τη σύμβαση, επικαλούμενοι τις διατάξεις των άρθρων 14 και 12.2 του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου, Κεφ.267.
Επισημαίνουμε πως ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων δεν καταχώρησε αντέφεση εναντίον της διαπίστωσης του Δικαστηρίου, πως μικρό μέρος των πωληθέντων πραγμάτων στη δισκοθήκη δεν ανήκε στους εφεσίβλητους, και υπελόγισε μάλιστα την αξία τους σε £1,000, μολονότι ενώπιον μας διαφώνησε με αυτή τη διαπίστωση και εισηγήθηκε πως αποδείκτηκε θετικά ότι το σύνολο του εξοπλισμού της δισκοθήκης ανήκε στους εφεσίβλητους.
Το άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου, 14/60, και η Δ.35 Κ.8 των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας, παρέχουν ευρύτατη εξουσία στο εφετείο να εξετάζει την ουσία της υπό έφεση απόφασης, με απώτερο σκοπό την επίλυση των πραγματικών επιδίκων ζητημάτων, για πλήρη και ουσιαστική απονομή δικαιοσύνης. (Δες: πολιτική έφεση 8058 Holiday Tours Ltd v. Γεώργιου Κούτα κ.α. ημερ. 8.10.93). Ας μας επιτραπεί να παρατηρήσουμε όμως πως οι διάδικοι οφείλουν να συμμορφώνονται σχολαστικά με τους κανόνες και τη νομολογία που ρυθμίζουν τη δικαστική διαδικασία, και πως είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για την παρουσίαση της υπόθεσης τους.
Διαβάσαμε με πολλή προσοχή τη μαρτυρία που προσκομίστηκε. Πράγματι, αποδείκτηκε από τους εφεσίβλητους, αναντίλεκτα, πως ολόκληρος ο εξοπλισμός της δισκοθήκης ανήκε σ΄αυτούς. Τούτο κατέθεσαν τόσο οι ίδιοι, που προσκόμισαν και αποδεικτικό υλικό της αγοράς όλων των πραγμάτων στη δισκοθήκη, αλλά και ο Νικολάου, στον οποίο κατά τους ισχυρισμούς των εφεσειόντων, ανήκαν τα αντικείμενα. Ο Νικολάου κατάθεσε πως πολλά πράγματα που του ανήκαν, όπως η πίστα, αντικαταστάθηκαν από τους εφεσίβλητους. Ολα τα πράγματα όμως της δισκοθήκης κατά την παράδοση στους εφεσείοντες, ήταν ιδιοκτησία των εφεσιβλήτων. Ο ίδιος απαίτησε από αυτούς, με αγωγή, (αρ.3570/85) τα πράγματα ή την αξία τους, που ανήκαν στον ίδιο και τα αντικατέστησαν οι εφεσίβλητοι χωρίς να του παραδώσουν τα δικά του. Η αγωγή συμβιβάστηκε με απόφαση υπέρ του για £1,000. Αποζημιώθηκε δηλαδή για τα πράγματα που του ανήκαν, αλλά δεν υπήρχαν στη δισκοθήκη, μιας και είχαν αντικατασταθεί από τους εφεσίβλητους.
Κατά συνέπεια το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε όταν έκανε την επίμαχη διαπίστωση. Τούτο αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι υπολόγισε την αξία των πραγμάτων, που ανήκαν στον Νικολάου, σε £1,000, γιατί ο ίδιος δέκτηκε το ποσό τούτο ως αποζημίωση. Ομως, όπως είπαμε πιο πριν, ο ίδιος είπε πως η αποζημίωση τούτη ήταν για τα πράγματα του, που είχαν αντικατασταθεί από τους εφεσίβλητους και δεν του παραδόθηκαν.
Με βάση τα πιο πάνω αδιαμφισβήτητα γεγονότα, κρίνουμε πως η έφεση παραμένει χωρίς βάση, και δεν χρειάζεται να πούμε ο,τιδήποτε άλλο παρά να την απορρίψουμε με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.
Δ.
Δ.
/ΜΑΑ Δ.