ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική έφεση αρ.8637
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΚΑΛΛΗ, Δ/στων
ΜΕΤΑΞΥ:
1. Καρπή Καζαντζιάν, από τη Λευκωσία
2. Γιερτσιάν Καζαντζιάν, από τη Λευκωσία
εφεσειόντων - εναγομένων
ν.
1. Ανδρέα Ελληνίδη, από τη Λευκωσία
2. Σωτηρούλλας Ελληνίδη, από τη Λευκωσία
εφεσιβλήτων - εναγόντων
----------------------------------- -
Ημερομηνία
: 30.5.96Για τους εφεσείοντες-εναγόμενους: κ.Σ.Ντεβλετιάν
Για τους εφεσίβλητους-ενάγοντες:κ.Αντ.Πασχαλίδης και κ.Γ.Τεουλίδης.
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ,Δ.: Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι και οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες συνέστησαν το 1976 συνεταιρισμό με την επωνυμία RENATA SHOES, με κύρια εμπορική δραστηριότητα την πώληση παπουτσιών. Οι εφεσίβλητοι αποφάσισαν να αποσυρθούν από το συνεταιρισμό, δεν επήλθε όμως συμφωνία με τους εφεσείοντες ως προς τους όρους της αποχώρησης, δηλαδή ποιό ποσό θα΄πρεπε να τους καταβληθεί
, μιας και ο συνεταιρισμός θα συνέχιζε να λετουργεί με τους εφεσείοντες ως μοναδικούς συνεταίρους. Η υπόθεση κατέληξε στο Δικαστήριο με την καταχώρηση εκ μέρους των εφεσιβλήτων της αγωγής 200/82 εναντίον των εφεσειόντων. Στις 17.11.85 δηλώθηκε προκαταρκτικός συμβιβασμός στην αγωγή αυτή, που κατεγράφη από το Δικαστήριο..
Η απόφαση, αντικείμενο της παρούσας έφεσης, και η συζήτηση που έγινε ενώπιον μας, εστιάζεται αποκλειστικά στον πιο πάνω συμβιβασμό, που κατέστη συμφωνία επί Δικαστηρίω, στις 13.11.85. Αποτέλεσμα της επίτευξης του ήταν η απόσυρση της αγωγής των εφεσιβλήτων. Παραθέτουμε αυτούσια την επίμαχη συμφωνία, όπως κατεγράφη από το Δικαστήριο.
"Η παρούσα υπόθεσις έχει κατ' αρχήν διευθετηθεί. Οι διάδικοι έχουν συμφωνήσει τις αρχές και τους όρους κάτω από τους οποίους θα αποσυρθούν ως μέτοχοι από τον συνεταιρισμόν αμφότεροι οι ενάγοντες και θα παραμείνουν μόνον οι εναγόμενοι. Εναντι της καταβολής υπό των τελευταίων ορισμένων ποσών προς τους ενάγοντες αναφορικώς με την αξίαν του μεριδίου των εναγόντων εις την επιχείρησιν κατά το τέλος Μαίου 1981 συμπεριλαμβανομένου του "αέρα" (goodwill) της επιχειρήσεως κατά την ημερομηνίαν εκείνην και ετέρου ποσού που θα αντιπροσωπεύσει δικαίαν αποζημίωσιν καταβλητέα εις τους ενάγοντες εκ του λόγου ότι από το τέλος Μαίου 1
Ο κ.Καλοπετρίδης παρουσίασε την έκθεση, που ανέλαβε να ετοιμάσει βάσει της πιο πάνω συμφωνίας, στην οποία καταλήγει πως οι εφεσίβλητοι δικαιούνται να πληρωθούν ποσό £16,100, ως αποζημίωση για την αποχώρηση τους από τον συνεταιρισμό, στον οποίο και θα παρέμεναν μόνο οι εφεσείοντες. Οι τελευταίοι όμως δεν συμφώνησαν με το πόρισμα της έκθεσης του κ.Καλοπετρίδη, και δεν πλήρωσαν στους εφεσίβλητους το πιο πάνω ποσό, οι οποίοι και προχώρησαν στην καταχώρηση της αγωγής, που είναι το αντικείμενο της υπό εκδίκαση έφεσης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε σε έκταση με τα επίδικα ζητήματα καΙ αφού άκουσε και αξιολόγησε τη μαρτυρία που προσήχθη ενώπιον του κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι εφεσίβλητοι είχαν δίκαιο στην αγωγή τους, με αποτελέσμα να εκδώσει απόφαση υπέρ τους για £13,600. Η διαφορά του επιδικασθέντος ποσού από την αρχική απαίτηση των εφεσιβλήτων προκύπτει από το γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αφαίρεσε την υπολογισθείσα αύξηση στην εμπορική φήμη της επιχείρησης, για την περίοδο
1981-1985, που ήταν £5,000. Το δικάσαν Δικαστήριο εξέφρασε την άποψη πως ο κ.Καλοπετρίδης παρέβη τους όρους εντολής του, γιατί ανέθεσε σε ειδικό εμπειρογνώμονα να εκτιμήσει την αξία της εμπορικής φήμης του συνεταιρισμού. Τέτοια εξουσιοδότηση, είπε το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν είχε, και θα έπρεπε ο ίδιος να κάνει και αυτή την εκτίμηση. Κατά συνέπεια το Δικαστήριο δεν επεδίκασε το μερίδιο, που αναλογούσε στους εφεσίβλητους, δηλαδή £2,500, που θεώρησε πως διαχωριζόταν από τα υπόλοιπα κονδύλια που συναποτελούσαν το συνολικό ποσό της αποζημίωσης. Οι εφεσίβλητοι δεν καταχώρησαναντέφεση εναντίον αυτού του μέρους της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, την οποία υποστηρίζουν στο σύνολο της.
Ο δικηγόρος των εφεσειόντων στην μακροσκελή, και καλά προπαρασκευασμένη αγόρευση του, εισηγήθηκε πως η πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη και πρέπει να ακυρωθεί. Βασικό επιχείρημα του για να προωθήσει τη θέση του ήταν πως, η έκθεση του κ.Καλοπετρίδη είναι ουσιαστικά εσφαλμένη, και εξέρχεται των όρων της εντολής του, όπως αυτοί περιέχονται στην επίμαχη συμφωνία των διαδίκων. Ο δικηγόρος των εφεσειόντων ασχολήθηκε με το κάθε ένα από τα στοιχεία που μέτρησαν στον υπολογισμό της αποζημίωσης, που ο κ.Καλοπετρίδης έκρινε ως πληρωτέα στους εφεσίβλητους. Ο συνήγορος στάθηκε ιδιαίτερα στην αξία, κατά το τέλος Μαϊου 1981, του αποθεματικού σε παπούτσια, που υπολόγισε σε £20,000. Εισηγήθη δε πως, η αξία τούτη παρουσιαζόταν μεν στα βιβλία του συνεταιρισμού, αλλά η πραγματική αξία αμέσου πωλήσεως των παπουτσιών ήταν εξευτελιστική ή ανύπαρκτη, δεδομένου ότι μετά το 1981, και μέχρι της ετοιμασίας της εκθέσεως του κ.Καλοπετρίδη το 1985, η αξία του αποθεματικού έπεφτε συνεχώς. Θα σχολιάσουμε ειδικά αυτό το επιχείρημα στη συνέχεια της απόφασης μας.
Η αντιμετώπιση της υπόθεσης από το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν, κατά τη γνώμη μας, ορθή. Ο δικηγόρος των εφεσειόντων είχε, καθ΄όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, λαθεμένη προσέγγιση της νομικής πτυχής της υπόθεσης γιατί παραγνώρισε ή υποτίμησε το κεντρικό σ' αυτή στοιχείο, που είναι η συμφωνία των διαδίκων αναφορικά με τον τρόπο επίλυσης της διαφοράς τους. Αυτή τη συμφωνία είχε καθήκον το Δικαστήριο να εφαρμόσει. Είναι οι ίδιοι οι διάδικοι που επέλεξαν τον κ.Καλοπετρίδη ως το πλέον κατάλληλο πρόσωπο να υπολογίσει την πληρωτέα αποζημίωση στους εφεσίβλητους, δηλώνοντας ρητά πως θα δεσμεύονταν από το πόρισμα της έκθεσης του. Είναι γεγονός πως όταν απεσύρθη η αγωγή 200/82, ο δικηγόρος των εφεσειόντων δήλωσε στο Δικαστήριο πως επεφύλασσε τα δικαιώματα του που θα προέκυπταν από ορισμένα λάθη στην έκθεση Καλοπετρίδη. Η δήλωση όμως αυτή δεν μεταβάλλει τη νομική κατάσταση της υπόθεσης, που εδράζεται στη συμφωνία που κατεγράφη από το Δικαστήριο, και την εν συνεχεία απόσυρση της αγωγής, που θεωρήθηκε ως διευθετηθείσα με την ολοκλήρωση της. Η επιλογή από τους διάδικους του κ.Καλοπετρίδη δεν ήταν τυχαία. Ο κ.Καλοπετρίδης ήταν ο λογιστής του συνεταιρισμού και συνεπώς γνώστης αφενός μεν της οικονομικής κατάστασης του, και αφετέρου ήταν πρόσωπο της απολύτου εμπιστοσύνης των διαδίκων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκανε αναφορά στην Αγγλική νομολογία, που επαναλήφθηκε ενώπιον μας και που σχετίζεται με το υπό συζήτηση θέμα. Συνοψίζουμε παρακάτω τις νομικές αρχές που εφαρμόζονται: Οταν οι διάδικοι συμφωνούν στην επίλυση εκκρεμούσης διαφοράς των, με την ανάθεση σε τρίτο πρόσωπο της μελέτης και υποβολής πορίσματος γι' αυτή, δεσμεύονται από το πόρισμα. Το Δικαστήριο θα εφαρμόσει τη συμφωνία, ως μια συνήθη σύμβαση, που οι διάδικοι συνήψαν. Τότε μόνο το Δικαστήριο δεν θα εφαρμόσει τη συμφωνία αν ο διορισθείς ειδικός, ας τον πούμε έτσι, αποδεδειγμένως ενήργησε μεροληπτικά ή εδολιεύθη. Επίσης, το Δικαστήριο δεν θα εφαρμόσει τη συμφωνία αν η έκθεση του ειδικού είναι τόσο εσφαλμένη που θα ήταν άδικο να εφαρμοστεί, γιατί τούτο θα ισοδυναμούσε με παράβαση των όρων εντολής του. Και βεβαίως η συμφωνία δεν θα εφαρμοστεί αν διαπιστωθεί παρέκκλιση από τους όρους εντολής, σε βαθμό που θα παραβιάζονταν ουσιαστικά οι πρόνοιες της.
Στην υπό συζήτηση έφεση το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε, ως πραγματικό γεγονός, πως η έκθεση του κ.Καλοπετρίδη έγινε μέσα στα πλαίσια της εντολής του και επομένως δεσμεύει τους διαδίκους. Συμφωνούμε με αυτό το συμπέρασμα. Εχουμε τη γνώμη, πρόσθετα με αυτά που αναφέρουμε πιο πάνω, πως τα επιχειρήματα των εφεσειόντων είναι αβάσιμα. Τούτο δε αποδεικνύεται και από το εξής: Στην υπό έφεση αγωγή οι εφεσείοντες εγείρουν ανταπαίτηση που, αν θεωρητικά γίνει αποδεκτή, σημαίνει πως οι εφεσίβλητοι δεν έχουν να παίρνουν τίποτε, ή μερικές εκατοντάδες λίρες μόνον, όταν αποσυρθούν από τον συνεταιρισμό. Αυτή ήταν και η ενώπιον μας εισήγηση, μολονότι δεν αποκρυσταλλώθηκε. Μα, εάν αυτή ήταν η θέση των εφεσειόντων, τότε γιατί συμφώνησαν να διορισθεί ανεξάρτητος εκτιμητής για να υπολογίσει την πληρωτέα στους εφεσίβλητους αποζημίωση, που συναποτελείται, όπως ρητά αναφέρεται στη συμφωνία από: "τα ποσά προς στους ενάγοντες αναφορικώς με την αξία του μεριδίου των εναγόντων στην επιχείρηση κατά το τέλος Μαϊου του 1981" και "ετέρου ποσού που θα αντιπροσωπεύσει δικαίαν αποζημίωσιν καταβλητέαν εις τους ενάγοντες εκ του λόγου ότι από το τέλος Μαϊου 1981 και μέχρι σήμερα οι εναγόμενοι εκαρπούντο δια αποκλειστικόν όφελος"
Αναφορικά με το μεγαλύτερο ποσό που προστέθηκε στην αποζημίωση, που ήταν το μερίδιο των εφεσιβλήτων στην αξία του αποθεματικού, παρατηρούμε πως, βάσει της επίδικης συμφωνίας, τούτο θα έπρεπε να υπολογιστεί χρονικά στο τέλος Μαϊου 1981. Ενώπιον δε του πρωτόδικου Δικαστηρίου υπήρχε μαρτυρία, του κ.Καλοπετρίδη, την οποία και αποδέκτηκε, πως το ποσό αυτό του το εδήλωσαν οι ίδιοι οι διάδικοι, και παρουσιαζόταν και στα βιβλία του συνεταιρισμού. Αν στο μέλλον η αξία των παπουτσιών εμειώθη πολύ ή εις το ελάχιστο, τούτο είναι άσχετο στοιχείο σε ότι αφορά τη συμφωνία των διαδίκων. Ο κ.Καλοπετρίδης έλαβε υπόψιν του διάφορα στοιχεία στον υπολογισμό της αποζημίωσης, όπως π.χ. το αποθεματικό του συνεταιρισμού κατά το τέλος Μαίου 1981, τα κέρδη του συνεταιρισμού, που πράγματι υπήρχαν πριν το 1981 και την εμπορική φήμη της επιχείρησης, για να καταλήξει στο ποσό της πληρωτέας αποζημίωσης.
Εχοντας υπόψιν τα πιο πάνω, κρίνουμε πως η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ορθή. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.
Δ.
Δ.
/ΜΑΑ Δ.