ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1993) 1 ΑΑΔ 517

8 Ιουλίου, 1993

[ΛΟΪΖΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στές]

ΑΡΘΡΟΝ 17(4) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 2.

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΝΟΜΟΝ, ΚΕΦ. 2, ΑΡΘΡΟ 17(4)

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΠΑΡΑΠΟΝΟΝ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ Σ.Π. ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ Μ.Χ.

(Έφεση Αρ. 2/92)

Περί Δικηγόρων Νόμος — Πειθαρχικό Συμβούλιο — Επάρκεια επιβληθείσας ποινής.

Ο παραπονούμενος Εφεσείων ασκούσε το δικηγορικό επάγγελμα και διατηρούσε γραφείο στη Λευκωσία. Ήταν ο δικηγόρος του Συνδέσμου Ιδιοκτητών Δρομώνων Ίππων Κύπρου (ΣΙΔΙΚ). Στις 3.12.91 κατάγγειλε τον συνάδελφο του Μ.Χ. ότι είχε προσφερθεί να παρέχει υπηρεσίες σαν δικηγόρος στον ΣΙΔΙΚ αφιλοκερδώς, ενώ καλά εγνώριζε ότι ο ίδιος ήταν δικηγόρος του ΣΙΔΙΚ. Στην απάντηση του στην καταγγελία ο Μ.Χ. παραδέχθηκε ουσιαστικά την διάπραξη του πειθαρχικού αδικήματος και τόνισε ότι ουδέποτε ήταν η πρόθεσή του να ενοχλήσει τον παραπονούμενο ή να δημιουργήσει πρόβλημα στις σχέσεις του με τους πελάτες του. Ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου εξέφρασε μεταμέλεια και του επιβλήθηκε ποινή προστίμου ΛΚ50. Ο παραπονούμενος ισχυρίσθηκε κατ' έφεση ότι η επιβληθείσα ποινή ήταν έκδηλα ανεπαρκής.

Αποφασίσθηκε ότι:

Ενόψει του απολογητικού τόνου της επιστολής του εκκαλούμενου και επίσης ενόψει της εκφρασθείσας μεταμέλειας, δεν είχαν προβληθεί επαρκείς λόγοι που να δικαιολογούν την επέμβαση του Δικαστηρίου στην επιβληθείσα από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ποινή.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Έφεση.

Έφεση από τον παραπονούμενο εναντίον της απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρων με την οποία καταδίκασε τον εγκαλούμενο σε £50.- πρόστιμο.

Ο εφεσείων παραπονούμενος παρουσιάζεται προσωπικά.

Μ. Τριανταφυλλίδης, Πρόεδρος Πειθαρχικού Συμβουλίου, για το εφεσίβλητο Πειθαρχικό Συμβούλιο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Πρόεδρος Α. Ν. Λοΐζου.

ΛΟΪΖΟΥ, Π.: Ο παραπονούμενος εφεσείων στην υπόθεση αυτή ασκεί το δικηγορικό επάγγελμα και διατηρεί γραφείο στη Λευκωσία. Τυγχάνει δε να είναι ο δικηγόρος του Συνδέσμου Ιδιοκτητών Δρομώνων Ίππων Κύπρου (ΣΙΔΙΚ).

Στις 3 Δεκεμβρίου 1991 με επιστολή του προς τον Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρων, κ. Μ. Τριανταφυλλίδη, Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, κατάγγειλε τον εγκαλούμενο δικηγόρο ότι προσεφέρθη να παρέχει υπηρεσίες ως δικηγόρος στους πιο πάνω πελάτες του γεγονός το οποίο πολύ καλά γνώριζε. Επιπλέον προσεφέρθη να παρέχει τις εν λόγω υπηρεσίες αφιλοκερδώς. Κατέληγε δε στην επιστολή του αυτή με την παρατήρηση ότι: "Η ιδιότης του εν λόγω δικηγόρου δηλαδή το γεγονός ότι τυγχάνει αξιωματούχος του Δικηγορικού Σώματος, αφού είναι ο Γραμματέας του Δικηγορικού Συλλόγου Λευκωσίας, εξανεμίζει οιαδήποτε περιθώρια ανεκτικότητας και επιείκειας εις το να καταγγείλω τούτον ενώπιον σας. Τα δύο διαπραχθέντα σοβαρότατα παραπτώματα υπό το πρίσμα της αναφερθείσης ιδιότητος του εν λόγω δικηγόρου, καθίστανται πλέον σοβαρά και η υποβάθμισις του επαγγέλματος ακόμη σοβαρότερη."

Το αντικείμενο του παραπόνου είναι η ακόλουθη επιστολή του εγκαλουμένου δικηγόρου ημερ. 4 Νοεμβρίου 1991:

"Αγαπητέ Κύριε Θεοχάρους,

Διά του παρόντος επιθυμώ να σας αναφέρω ότι προτίθεμαι να παράσχω τις υπηρεσίες μου ώς δικηγόρος και νομικός σύμβουλος εις την υπό ίδρυσιν Λέσχη Ιπποδρομιών Λεμεσού αφιλοκερδώς.

Επίσης, επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι αφιλοκερδώς προσφέρομαι να παρέχω υπηρεσίες ώς δικηγόρος και νομικός σύμβουλος και εις τον ΣΙΔΙΚ."

Το Πειθαρχικό Συμβούλιο διαβίβασε αντίγραφο της πιο πάνω επιστολής - παραπόνου, στον εγκαλούμενο δικηγόρο και επειδή θα εξετάζετο το ενδεχόμενο άδειας σύμφωνα με το άρθρο 17(2)(δ) του περί Δικηγόρων Νόμων για την έναρξη πειθαρχικής διαδικασίας εναντίον του, τον καλούσε αν επιθυμούσε να εκφράσει τις απόψεις του σχετικά με το θέμα αυτό μέσα σε περίοδο ενός μηνός.

Ο εγκαλούμενος δικηγόρος εις απάντηση απέστειλε στον Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου την ακόλουθη επιστολή ημερομηνίας 1 Ιουνίου 1992:

"Έντιμε κύριε Γενικέ,

Καταγγελία υπό συναδέλφου κ. Στέλιου Παναγίδη εναντίον μου.

Αναφορικά με την πιο πάνω καταγγελία επιθυμώ να σας αναφέρω τα ακόλουθα:

1) Κατά ή περί τον Οκτώβριο του 1991 άρχισαν να γίνονται προσπάθειες για την ίδρυση Λέσχης Ιπποδρομιών Λεμεσού. Συγκεντρώθησαν αρκετοί ιδιοκτήτες αλόγων σε μια συνεδρίαση που έγινε στη Λεμεσό και εξελέγη μια επιτροπή εργασίας δια την προώθηση της ίδρυσης της Λέσχης Ιπποδρομιών Λεμεσού. Εις την πιο πάνω επιτροπή εργασίας ήτο διάφοροι επιχειρηματίες, ιατροί, ιδιωτικοί υπάλληλοι και εγώ. Μου ανατέθη η σύσταση του καταστατικού της υπό ίδρυσης Λέσχης Ιπποδρομιών Λεμεσού. Σε μια από τις συνεδριάσεις τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής εργασίας που εργάζονταν μαζί μου για τον πιο πάνω σκοπό αστειευόμενοι μου είπαν ότι διά την εργασία την οποία κάνω να μην τους χρεώσω αρκετές χιλιάδες και εγώ τους απάντησα ότι αφού όλοι οι υπόλοιποι της επιτροπής δουλεύουν αφιλοκερδώς και εγώ θα κάνω την σύσταση του καταστατικού αφιλοκερδώς. Τότε μου είπαν αυτό το οποίο τους ανάφερα να τους το δώσω και γραπτώς.  Ως πρόεδρος της πιο πάνω επιτροπής εργασίας ήτο ο κ. Κυριάκος Θεοχάρους και εις τον οποίο έστειλα το σχετικό φαξ το οποίο αποτελεί και μέρος της καταγγελίας.

2) Ο λόγος ο οποίος θα προσέφερα τις υπηρεσίες μου αφιλοκερδώς εις την προσπάθεια ίδρυσης της Λέσχης Ιπποδρομιών Λεμεσού ήτο ως ανέφερα και πιο πάνω ότι όλα τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής εργασίας θα εργάζοντο αφιλοκερδώς δια το σκοπό αυτό και εγώ εθεώρησα ότι δεν ήτο σωστό να χρέωνα οποιοδήποτε ποσό.

3) Ο κ. Κυριάκος Θεοχάρους ήτο και εξακολουθεί να είναι ο πρόεδρος του ΣΙΔΙΚ. Εγώ προσωπικά γνώριζα ότι δικηγόρος του ΣΙΔΙΚ ήτο ο κ. Στέλιος Παναγίδης. Επίσης εγώ είμαι μέλος του ΣΙΔΙΚ.

4) Μετά τη δήλωση μου που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο ότι δηλαδή θα προχωρούσα αφιλοκερδώς δια την σύσταση του καταστατικού της υπό Ιδρυσης Λέσχης Ιπποδρομιών Λεμεσού μου αναφέρθη από τον κ. Κυριάκο Θεοχάρους και από άλλο μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ΣΙΔΙΚ εάν μπορούν να ζητούν νομική συμβουλή από εμένα όταν ο δικηγόρος του ΣΙΔΙΚ απουσιάζει είτε στο εξωτερικό είτε για οποιοδήποτε λόγο δεν ανευρίσκεται και είναι επείγουσα περίπτωση. Τότε και εγώ τους ανάφερα θα τους έδιδα την νομική μου συμβουλή εφόσον ήτο αδύνατο και ακατόρθωτο να έρθουν σε επαφή με τον δικηγόρο του ΣΙΔΙΚ και η περίπτωση ήτο επείγουσα και λόγω του ότι είμαι και μέλος του ΣΙΔΙΚ και δικηγόρος τους είναι ο κ. Στέλιος Παναγίδης δεν θα τους εχρέωνα.

5) Ούτε πρόθεση ούτε σκοπό είχα ή έχω να ενοχλήσω τον συνάδελφο κ. Στέλιο Παναγίδη και να προσπαθήσω να του πάρω οποιοδήποτε πελάτη και συγκεκριμένα το ΣΙΔΙΚ. Επίσης εάν προσέξετε εις το φαξ το οποίο έστειλα εις τον κ. Θεοχάρους το κύριο θέμα δι εμέ ήταν η υπό Ιδρυση Λέσχη Ιπποδρομιών Λεμεσού και όχι ο ΣΙΔΙΚ. Επαναλαμβάνω ότι δεν επιθυμούσα να δημιουργήσω οποιοδήποτε πρόβλημα επαγγελματικής σχέσης του συναδέλφου κ. Στέλιου Παναγίδη με το ΣΙΔΙΚ. Εχω την εντύπωση ότι το όλο θέμα και η παρεξήγηση θα ελύετο εάν ο συνάδελφος κ. Στέλιος Παναγίδης την στιγμή που έλαβε γνώση της ενέργειας μου που αποτελεί και το αντικείμενο της καταγγελίας του ερχόταν σε επαφή μαζί μου και του εξηγούσα πως είχε το όλο θέμα.

Επαναλαμβάνω καμμιά πρόθεση είχα να ενοχλήσω τον συνάδελφο κ. Στέλιο Παναγίδη στις επαγγελματικές του σχέσεις με το ΣΙΔΙΚ."

Το Πειθαρχικό Συμβούλιο στη συνεδρία του της 14 Ιουνίου 1992 αφού άκουσε τον παραπονούμενο και τον εγκαλούμενο, αποφάσισε να δώσει άδεια για έναρξη πειθαρχικής διαδικασίας σύμφωνα με το πιο πάνω άρθρο και άρχισε την ακρόαση της υπόθεσης. Το σχετικό πρακτικό, στη συνέχεια, αναφέρει:

"Ακούεται ο εγκαλούμενος σχετικά με την ποινή που θα του επιβληθεί για το παράπτωμά του και εκφράζει τη μεταμέλεια του.

Το Συμβούλιο, αφού έλαβε υπόψη τη μεταμέλεια του εγκαλούμενου, τον καταδικάζει σε πρόστιμο £50."

Εναντίον της απόφασης αυτής ο παραπονούμενος δικηγόρος καταχώρησε την παρούσα έφεση και ο λόγος πάνω στον οποίο την βάσισε είναι ότι "η επιβληθείσα ποινή είναι έκδηλως ανεπαρκής ενόψει της σοβαρότητας των διαπραχθέντων υπό του καταδικασθέντος πειθαρχικών αδικημάτων".

Υποστηρίχθηκε από τον παραπονούμενο δικηγόρο ότι η σοβαρότητα των πειθαρχικών παραπτωμάτων στα οποία υπέπεσε ο εγκαλούμενος δικηγόρος και το γεγονός ότι δεν υπήρξε μεταμέλεια από αυτόν, όπως και το ότι ο κατηγορούμενος δικηγόρος κατέχει το αξίωμα του Γραμματέα του Δικηγορικού Συλλόγου Λευκωσίας που ως εκ της θέσεως του έπρεπε να αποδεικνύει υψηλότερο επίπεδο επαγγελματικής συμπεριφοράς, εδικαιολογούσαν αυστηρότερη ποινή από αυτή που επεβλήθη από το Πειθαρχικό Συμβούλιο.

Δεν συμφωνούμε ότι δεν υπήρξε μεταμέλεια στην παρούσα υπόθεση γιατί σαφώς αναφέρεται σε αυτή το Πειθαρχικό Συμβούλιο στο πρακτικό του που παραθέσαμε ενωρίτερα. Επιπρόσθετα δε, υπάρχει το γεγονός του απολογητικού τόνου της επιστολής του εγκαλουμένου δικηγόρου που παραθέσαμε επίσης στην απόφαση αυτή.

Έχοντας υπόψη την ολότητα των γεγονότων που βρίσκονταν ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου όπως αυτά εξετέθησαν πιο πάνω, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν έχουν προβληθεί επαρκείς λόγοι που να δικαιολογούν την επέμβαση μας στην επιβληθείσα από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ποινή.

Ως εκ τούτου η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο