ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 1 ΑΑΔ 1126
2 Οκτωβρίου, 1992
[ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΧΑΛΙΦΑ ΚΧΑΛΙΦΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΡΙΑ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΠΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS AD SUBJICIENDUM
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ME TON ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Αίτηση Αρ. 135/92).
Προνομιακά Διατάγματα — Habeas corpus — Ο αιτητής καταδικάσθηκε σε φυλάκιση 40 ημερών με αναστολή και πρόστιμο ΛΚ500, πληρωτέο αμέσως, για απόπειρα εξαγωγής 70.665 Δολ. ΗΠΑ και 365 Αγγλικών λιρών χωρίς την άδεια της Κεντρικής Τράπεζας — Το Δικαστήριο διέταξε την επιστροφή των πιο πάνω ποσών στον αιτητή, αλλά δεν του επεστράφησαν, διότι υποβλήθηκε έφεση εναντίον της επιβληθείσας ποινής σαν ανεπαρκούς απο τον Γενικό Εισαγγελέα — Λόγω της μή επιστροφής των ποσών ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να πληρώσει το πρόστιμο και, σαν αποτέλεσμα, εκδόθηκε ένταλμα φυλάκισής του για ένα χρόνο ή μέχρι την πληρωμή του προστίμου — Κρίθηκε ότι η κράτησή του ήταν νόμιμη.
Στις 17.9.92, ο αιτητής καταδικάσθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας σε φυλάκιση 40 ημερών με αναστολή 3 χρόνων και ΛΚ500 πρόστιμο, πληρωτέο αμέσως, για απόπειρα εξαγωγής 70.665 Δολ. ΗΠΑ και 365 Αγγλικών λιρών χωρίς την άδεια της Κεντρικής Τράπεζας. Το Δικαστήριο διέταξε την επιστροφή στον αιτητή των εν λόγω ποσών, που είχαν παραληφθεί από την Αστυνομία. Αργότερα την ίδια μέρα το Δικαστήριο εξέδωσε ένταλμα φυλάκισης του αιτητή για περίοδο ενός χρόνου ή μέχρι την πληρωμή του προστίμου, μετά από πληροφορία από την Αστυνομία ότι το πρόστιμο δεν είχε πληρωθεί. Το ένταλμα εκτελέστηκε αμέσως και ο αιτητής μεταφέρθηκε τις Κεντρικές Φυλακές.
Ο αιτητής ισχυρίσθηκε ότι η αδυναμία πληρωμής του προστίμου οφειλόταν στο γεγονός ότι η Αστυνομία, παρά την διαταγή του Δικαστηρίου, δεν του είχε επιστρέψει τα πιο πάνω ποσά, διότι ο Γενικός Εισαγγελέας είχε υποβάλει έφεση κατά της επιβληθείσας ποινής σαν έκδηλα ανεπαρκούς. Ο αιτητής υπέβαλε ότι η κράτησή του ήταν παράνομη διότι (i) Κατά την επιβολή του προστίμου το Δικαστήριο δεν είχε καθορίσει την περίοδο φυλάκισης του αιτητή σε περίπτωση που δεν θα πλήρωνε το πρόστιμο, όπως προνοεί το άρθρο 120(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, (ii) το ένταλμα είχε εκδοθεί χωρίς να τηρηθούν οι προϋποθέσεις των άρθρων 120(2), 123 και 124 του Κεφ. 155, και (iii) το ένταλμα είχε εκδοθεί χωρίς να προηγηθεί εξέταση ή έρευνα του κατά πόσο ο αιτητής ηθελημένα είχε παραλήψει να πληρώσει το πρόστιμο. Ο καθ' ου η αίτηση ισχυρίσθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η υπόθεση αυτή δεν μπορούσε να είναι αντικείμενο αίτησης για έκδοση διατάγματος της φύσεως habeas corpus μόνο, αλλά έπρεπε να είχαν καταχωρηθεί αιτήσεις για έκδοση διαταγμάτων certiorari και habeas corpus ταυτόχρονα.
Αποφασίσθηκε ότι:
(α) Τα επίδικα θέματα ήσαν μέσα στα πλαίσια της παρούσας αίτησης για έκδοση διατάγματος habeas corpus μόνο, και γι' αυτό έπρεπε να εξετασθεί η ουσία της αίτησης.
(β) Το άρθρο 120 (1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, δεν είχε εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση, διότι το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν ήταν υποχρεωμένο να καθορίσει ποινή φυλάκισης κατά την επιβολή του προστίμου.
(γ) Τα άρθρα 120(2), 123 και 124 του Κεφ. 155 δεν είχαν εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση, διότι το Δικαστήριο είχε διατάξει την άμεση πληρωμή του προστίμου.
(δ) Δεν υπήρχε υποχρέωση για διεξαγωγή έρευνας κατά πόσο η παράλειψη πληρωμής του προστίμου ήταν εσκεμμένη ή όχι, διότι η αναφερθείσες αυθεντίες είχαν σχέση με την Πολιτική Δικονομία και όχι την Ποινική Δικονομία, και, για όλους τους πιο πάνω λόγους, η κράτηση του αιτητή ήταν νόμιμη δυνάμει απόφασης Δικαστηρίου και κατά συνέπεια η αίτηση έπρεπε να απορριφθεί.
Η αίτηση απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.
Υπόθεση που αναφέρθηκε:
Χαραλαμπίδης, (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 556.
Αίτηση.
Αίτηση με την οποία ο αιτητής ζητά την έκδοση εντάλματος HABEAS CORPUS, που να απευθύνεται προς το Διευθυντή των Κεντρικών Φυλακών για να παρουσιάσει τον αιτητή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αμέσως μετά την λήψη του εντάλματος αυτού, για να αποφυλακιστεί.
Τ. Θ. Οικονόμου με Γ. Κ. Γεωργίου, για τον αιτητή.
Π. Κληρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ. ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Ο αιτητής με την αίτηση αυτή, ζητά την έκδοση εντάλματος HABEAS CORPUS, που να απευθύνεται προς το Διευθυντή των Κεντρικών Φυλακών για να παρουσιάσει τον αιτητή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αμέσως μετά τη λήψη του εντάλματος αυτού, για να αποφυλακιστεί.
Τα γεγονότα όπως εμφαίνονται στην ένορκη δήλωση του δικηγόρου Γ. Κ. Γεωργίου, από τη Λάρνακα, προς υποστήριξη της αίτησης, σε συντομία είναι τα εξής: Ο αιτητής, που κατάγεται από τη Συρία, αποπειράθηκε να εξαγάγει συνάλλαγμα ήτοι 70.665 δολλαρίων Αμερικής και 365 Αγγλικών λιρών, χωρίς την άδεια του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου και στην ποινική υπόθεση 16830/92, του προσήφθησαν οι ακόλουθες κατηγορίες:
(α) Απόπειρα εξαγωγής συναλλάγματος ήτοι 70.665 δολλαρίων Αμερικής και 365 Αγγλικών λιρών, χωρίς άδεια του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, κατά παράβαση του άρθρου 24(1 )(α) του περί Ελέγχου Συναλλάγματος Νόμου, Κεφ. 199 και παραγράφου 1 (1)(3)(β) του Δεύτερου Μέρους του επισυνημμένου Πέμπτου Πίνακα και άρθρων 366 και 367 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και του Νόμου 166/87.
(β) Κατοχή του πιο πάνω συναλλάγματος κατά παράβαση του άρθρου 5 του Κεφ. 199 και παραγράφου 1 (1)(3) του Μέρους ΙΙ του επισυνημμένου 5ου Παραρτήματος.
Στις 17/9/1992, ο αιτητής ύστερα από δική του παραδοχή, καταδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας που διέταξε τα ακόλουθα:
(α) Επέβαλε ως προς την πρώτη κατηγορία φυλάκιση 40 ημερών με αναστολή εκτέλεσης για περίοδο 3 χρόνων και ΛΚ500.= πρόστιμο.
(β) Ως προς τη δεύτερη κατηγορία δεν επέβαλε ποινή.
(γ) Τα ποσά τα οποία παραλήφθηκαν από την Αστυνομία και κρατούνται να επιστραφούν στο δικαιούχο.
(δ) Το πρόστιμο να πληρωθεί αμέσως.
(Βλέπε Παράρτημα Α της αίτησης)
Αργότερα την ίδια ημέρα, δηλαδή στις 17/9/1992, η Ανώτερη Επαρχιακή Δικαστής που επέβαλε την ποινή, εξέδωσε ένταλμα φυλάκισης του αιτητή κατόπιν πληροφορίας από την Αστυνομία, ότι ο αιτητής αδυνατούσε να πληρώσει το πρόστιμο (Βλέπε Παράρτημα Α της ένστασης), για περίοδο ενός χρόνου, εκτός εάν το ποσό των ΛΚ500.= πληρωθεί το συντομότερο (Βλέπε Παράρτημα Γ της ένστασης).
Το πιο πάνω ένταλμα εκτελέστηκε αμέσως και ο αιτητής κρατείται από τις 17/9/1992 στις Κεντρικές Φυλακές, υπό τη φύλαξη του Διευθυντή τους, με βάση το ένταλμα αυτό.
Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση, ο αιτητής αδυνατεί να πληρώσει το ποσό των ΛΚ500.=, γιατί δεν έχει οποιαδήποτε άλλα χρήματα ή περιουσία, εκτός από τα ποσά στα οποία αναφέρεται η πιο πάνω ποινική υπόθεση και τα οποία συνεχίζει να κρατά η Αστυνομία παρά τη διαταγή του Δικαστηρίου περί επιστροφής τους. Επίσης, και οι άλλοι αρμόδιοι Αξιωματικοί της Αστυνομίας Λάρνακας, αρνήθηκαν να επιστρέψουν τα ποσά αυτά, προβάλλοντας ως μόνο λόγο, την πρόθεση της Αστυνομίας να καταχωρήσει έφεση εναντίον της εν λόγω ποινής. Είναι υπό τις πιο πάνω συνθήκες που ο αιτητής παρέλειψε να πληρώσει αμέσως το πρόστιμο, χωρίς να έχει πρόθεση να μην πληρώσει τούτο.
Με βάση τα πιο πάνω γεγονότα, ο δικηγόρος του αιτητή υπέβαλε ότι το πιο πάνω ένταλμα (Βλέπε Παράρτημα Γ στην ένσταση) εκδόθηκε:
"(α) Κατά παράβαση και χωρίς να τηρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 123 και 124 του Νόμου στα οποία, ως άνω ρητά το ένταλμα αναφέρεται.
(β) Κατά παράβαση του άρθρου 120(1) του Νόμου.
(γ) Χωρίς να προηγηθεί απόφαση ή οδηγία Δικαστηρίου για τη φυλάκιση του αιτητή σε περίπτωση παράλειψης του να πληρώσει τη χρηματική ποινή.
(δ) Χωρίς να προηγηθεί εξέταση ή έρευνα του κατά πόσο ο αιτητής ηθελημένα παρέλειψε να πληρώσει τη χρηματική ποινή.
(ε) Κατά παράβαση των Άρθρων 11 και 33 του Συντάγματος και των συναφών Διεθνών Συνθηκών.
(στ) Χωρίς τέτοια εξουσία από το Σύνταγμα, το Νόμο ή τους Κανονισμούς."
Ο καθ' ου η αίτηση καταχώρησε ένσταση. Τα γεγονότα επί των οποίων βασίζεται η ένσταση, εκτίθενται στην επι-συνημμένη ένορκη δήλωση του Ανδρέα Έλληνα, ημερομηνίας 24/9/1992, που είναι δεσμοφύλακας στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας, υπεύθυνος του Γραφείο Παραλαβών και Απολύσεων των Κεντρικών Φυλακών, ο οποίος ισχυρίζεται ότι ο αιτητής νόμιμα και κανονικά κρατείται δυνάμει δικαστικής απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας και ότι κατά της ποινής που επιβλήθηκε, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας υπέβαλε έφεση στις 22/9/1992 για το λόγο ότι η επιβληθείσα ποινή είναι έκδηλα ανεπαρκής (Βλέπε Παράρτημα Β στην ένσταση).
Ο δικηγόρος του καθ' ου η αίτηση, στην πολύ καλή αγόρευσή του, εισηγήθηκε ότι τα επίδικα θέματα δεν είναι μέσα στα πλαίσια της παρούσας αίτησης για έκδοση εντάλματος HABEAS CORPUS και ότι ο αιτητής όφειλε να καταχωρήσει ταυτόχρονα δύο αιτήσεις, ήτοι μια για CERTIORARI και μια για HABEAS CORPUS.
Άκουσα επί μακρόν αγορεύσεις επί του σημείου τούτου. Εξέτασα με μεγάλη προσοχή το σημείο αυτό, καθώς και όλες τις αυθεντίες πού ανέφεραν οι δικηγόροι προς υποστήριξη της επιχειρηματολογίας τους και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι τα επίδικα θέματα είναι μέσα στα πλαίσια της παρούσας αίτησης για έκδοση διατάγματος HABEAS CORPUS. Για το λόγο αυτό, θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της αίτησης.
Ο δικηγόρος του αιτητή στην επίσης πολύ καλή αγόρευσή του, υπέβαλε ότι κατά το χρόνο της επιβολής των ποινών, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας δεν έκανε οποιαδήποτε άλλη διαταγή και ειδικότερα δεν καθόρισε δυνάμει του άρθρου 120(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, τυχόν περίοδο φυλάκισης την οποία ο αιτητής όφειλε να εκτίσει για παράλειψη πληρωμής της πιο πάνω χρηματικής ποινής των ΛΚ500.= και ότι δεν υπήρξε καταδίκη για φυλάκιση. Κατά συνέπεια το ένταλμα φυλάκισης του αιτητή είναι άκυρο.
Ο ισχυρισμός του δικηγόρου του αιτητή ότι το ένταλμα είναι άκυρο, γιατί δεν υπάρχει καταδίκη για φυλάκιση, δεν ευσταθεί. Το Δικαστήριο δεν καθόρισε ταυτόχρονα την περίοδο φυλάκισης σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος δεν πληρώσει το πρόστιμο αμέσως, καθότι εφαρμόζεται το άρθρο 128 του Κεφ. 155.
Το άρθρο 120(1) προνοεί τα ακόλουθα:
"(1) When ordering the payment of a penalty, the Court may, subject to the provisions of section 128 of this Law, specify the period of imprisonment which the person affected shall undergo in default of payment of such penalty and such period may be inserted in any warrant issued under subsection (2) of this section."
Σε μετάφραση η οποία έγινε από την Υπηρεσία Αναθεώρησης και Ενοποιήσεως της Κυπριακής Νομοθεσίας:
"(1) Οσάκις Δικαστήριον διατάττει την πληρωμήν χρηματικής ποινής, τούτο δύναται, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 128 να καθορίση την περίοδον φυλακίσεως την οποίαν το επηρεαζόμενον πρόσωπον θέλει εκτίσει επί παραλείψει πληρωμής της χρηματικής ποινής, η δε περίοδος αύτη δύναται να περιληφθή εν οιωδήποτε εντάλματι εκδοθέντι δυνάμει του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου."
Το άρθρο 128 του Κεφ. 155, προνοεί για φυλάκιση σε σχέση με το πρόστιμο, όπου ο Δικαστής δεν καθόρισε ρητά την περίοδο φυλάκισης σε περίπτωση μη πληρωμής του προστίμου.
Ο δικηγόρος του αιτητή υποστήριξε ότι το επίμαχο ένταλμα εκδόθηκε χωρίς να τηρηθούν οι προϋποθέσεις των άρθρων 120(2), 123 και 124 του Κεφ. 155. Σε συντομία τα άρθρα αυτά προνοούν ότι τότε μόνο εκδίδεται ένταλμα φυλάκισης, όταν ο κατηγορούμενος δεν έχει κινητή ή ακίνητη περιουσία για να ικανοποιηθεί το ένταλμα για εκτέλεση της πληρωμής του προστίμου ή όταν φαίνεται στο Δικαστήριο ότι η κατάσχεση της περιουσίας του διαταχθέντος να καταβάλει χρηματική ποινή προσώπου, θα ήταν καταστρεπτική γι' αυτόν ή την οικογένειά του.
Η θέση αυτή του αιτητή δεν ευσταθεί, γιατί η διαδικασία που προνοούν τα άρθρα αυτά, εφαρμόζεται όταν δεν υπάρχει οιαδήποτε διαταγή από το Δικαστήριο ως προς την πληρωμή του προστίμου. Τα άρθρα αυτά δεν εφαρμόζονται όταν ο Δικαστής διατάξει όπως το πρόστιμο πληρωθεί αμέσως.
Επίσης, ο δικηγόρος του αιτητή υπέβαλε ότι το άρθρο 120(1) του Κεφ. 155, πρέπει να διαβαστεί υπό το φως του άρθρου 11.2 του Συντάγματος, ενόψει του άρθρου 188.1 και επομένως για να φυλακιστεί ο αιτητής έπρεπε η παράλειψή του να πληρώσει το πρόστιμο να ήταν εσκεμμένη (wilful evasion). Προς υποστήριξη της επιχειρηματολογίας του, ανέφερε στο Δικαστήριο τις υποθέσεις In Re Kayttani 3 RSCC 143 (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 556 Χαραλαμπίδης, ημερομηνίας 29/9/1989.
Οι αυθεντίες που παρέθεσε ο δικηγόρος του αιτητή είναι σχετικές με την Πολιτική Δικονομία που δεν έχει εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση όπου εξετάζουμε ποινική υπόθεση. Έχω τη γνώμη ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 11 του Συντάγματος και ότι ο αιτητής κρατείται μετά την καταδίκη του από αρμόδιο Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 11.2.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.