ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1989) 1E ΑΑΔ 669
14 Νοεμβρίου, 1989
[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΠΙΚΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.Δ.]
ΛΟΥΚΑΣ ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΗΣ,
Εφεσείων,
ν.
1. ΓΛΑΥΚΟΥ ΠΕΤΡΙΔΗ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΣ
2. ΑΝΔΡΕΑ ΚΥΡΙΑΛΛΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΗΣ "ΕΝΩΣΕΩΣ ΝΕΩΝ ΤΡΑΣΤ" ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ ΩΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥΝΤΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΛΕΣΧΗΣ,
Εφεσίβλητων-Αντεφεσειόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 7058).
Φυσική δικαιοσύνη - Πειθαρχικά αδικήματα - Σύνοψη, αλλ' όχι περιοριστική, των κανόνων, που έχουν πηγή τη Φυσική Δικαιοσύνη.
Σωματεία και Λέσχες - Αποβολή μέλους - Επέμβαση Δικαστηρίων - Εφαρμοστέες αρχές.
Ερμηνεία εγγράφων - Σωματεία και Λέσχες - Κανονισμοί - H ερμηνεία δεν πρέπει να είναι γραμματική, αλλά να έχει βάση το πνεύμα, το σκοπό και την πρόθεση των συντακτών του - Στόχος η επίτευξη δίκαιης ερμηνείας, εν όψει των πολλών συμφερόντων, που είχε να εξυπηρετήσει ο ιδρυτικός κώδικας - Απόσπασμα από την απόφαση British Equity ν. Goring (1977) 1 CR. 393 στη σελίδα 396.
Πολιτική Δικονομία - Έξοδα - Συνεκδικαζόμενες αγωγές, εκ των οποίων η μία επέτυχε, αλλά η άλλη απορρίφθηκε - Ουδεμία διαταγή για έξοδα - Υπό τις περιστάσεις ορθή.
Το Διοικητικό Συμβούλιο Σωματείου απέβαλε μέλος του σωματείου προσωρινά για 6 μήνες λόγω συμπεριφοράς, που έθιγε την αξιοπρέπεια και τιμή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Το εν λόγω μέλος του σωματείου (ενάγων-εφεσείων) χρησιμοποίησε την επαύριον υβριστικήν γλώσσα στο σωματείο. Αμέσως το Διοικητικό Συμβούλιο απεφάσισε σύγκληση Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης και έστειλε επιστολήν στον εφεσείοντα στην οποία διατυπώνονταν οι κατηγορίες εναντίον του και εκαλείτο, αν επιθυμούσε, να παρουσιασθεί ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου στο γραφείο της Ενώσεως στις 25.1.79 η ώρα 4.30 το απόγευμα για να δοθεί σ' αυτόν η ευκαιρία να ακουσθεί. Με την ίδια επιστολή πληροφόρησε τον εφεσείοντα ότι, αν ήθελε, μπορούσε να παραστεί στη Γενική Συνέλευση και να υπερασπίσει τον εαυτόν του. O εφεσείων δεν προσήλθε ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου. Όταν του στάληκε φάκελλος, που περιείχε επιστολή με τις κατηγορίες εναντίον του, τον έστειλε πίσω κλειστόν. Εν τέλει δεν παρουσιάσθηκε ενώπιον της Γενικής Συνελεύσεως. H τελευταία τον απέβαλε για πάντα.
O εφεσείων κατεχώρισε δύο αγωγές. H πρώτη προσέβαλε την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου για προσωρινή αποβολή και η δεύτερη την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης.
Οι δύο αγωγές συνεκδικάσθηκαν. H πρώτη έγινε δεκτή επί το ότι το Διοικητικό Συμβούλιο δεν είχε εξουσίαν αποβολής. H δεύτερη απορρίφθηκε. Δεν εκδόθηκε διαταγή για έξοδα.
Γι' αυτό και καταχωρίσθηκε η παρούσα έφεση. Το εφεσίβλητο σωματείο κατεχώρισε αντέφεση για το θέμα των εξόδων.
O εφεσείων ισχυρίζεται πως οι κατηγορίες τόσον ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου όσο και ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης είναι πανομοιότυπες, οπόταν η ακύρωση της μιας έπρεπε να οδηγήσει στην ακύρωση και της άλλης.
Περαιτέρω ο εφεσείων υπεστήριξε ότι αφού είχε αποβληθεί από την Επιτροπή του Διοικητικού Συμβουλίου του Σωματείου, δεν μπορούσε να παρουσιαστεί στη Γενική Συνέλευση και να υπερασπιστεί.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την έφεση και την αντέφεση για έξοδα, αποφάσισε:
(1) Δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι οι κατηγορίες στις δύο περιπτώσεις ήταν πανομοιότυπες.
(2) H εισήγηση του εφεσείοντα ότι δεν μπορούσε να παρευρεθεί στη Γενική Συνέλευση είναι ανυπόστατη.
(3) Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε αποφάσεις Σωματείων των ιδιωτικών λεσχών, στην άσκηση διοικητικής ή οιονεί δικαστικής εξουσίας που απορρέει από τους Κανονισμούς της λέσχης. Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο σε περιπτώσεις που διαπιστώνεται λανθασμένη ερμηνεία των Κανονισμών ή σημειώνεται παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.
(4) Σε σχέση με πειθαρχικά αδικήματα οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης μπορούν να συνοψισθούν, όχι εξαντλητικά, ως εξής:
(1) Ικανοποιητική ειδοποίηση για την ακρόαση.
(2) Πληροφόρηση για το περιεχόμενο της κατηγορίας.
(3) Παροχή ευκαιρίας παρουσίασης και προβολής της υπόθεσής του συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος κλήσεως μαρτύρων.
(4) Αμεροληψία εκ μέρους του σώματος και
(5) Αιτιολόγηση της απόφασης.
(5) H διακριτική εξουσία του πρωτόδικου δικαστηρίου σχετικά με τα έξοδα ενασκήθηκε ορθά.
(6) Ο ισχυρισμός ότι η σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης ήταν άκυρη γιατί δεν έγινε μέσα σε 3 μέρες αφ' ης περιήλθε σε γνώση του Συμβουλίου το παράπτωμα δεν είναι νομικά ορθός. Το σχετικό άρθρο του Καταστατικού του Σωματείου σωστά ερμηνεύθηκε.
Καταστατικά σωματείων και λεσχών δεν πρέπει να ερμηνεύονται κατά γράμμα, αλλά σύμφωνα με το πνεύμα, την πρόθεση και τον σκοπό.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
H αντέφεση Πετρίδη επιτρέπεται.
Αναφερόμενες αποφάσεις:
Maritime Electric Co. ν. General Dairies Ltd. [1937] AC. 610;
Rhyl UDC v. Rhyl Amusements Ltd. [1959] 1 All E.R. 257;
Russel v. Duke of Norfolk [1949] 1 All E.R. 109;
v. (1977) 1 C.R. 393.
Έφεση και αντέφεση.
Έφεση και αντέφεση κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Νικήτας, Π.Ε.Δ. και N. Νικολάου, Ε.Δ.) που δόθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου, 1985 (Αρ. Αγωγών 189/79 και 443/79 με την οποία η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου να αποβάλει τον ενάγοντα από μέλος του Σωματείου "ΤΡΑΣΤ" κηρύχθηκε άκυρη ενώ η αγωγή εναντίον της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης του Σωματείου να τον αποβάλει απορρίφθηκε.
Λ. Κληρίδης, για τον Εφεσείοντα.
N. Ζωμενής, για τον Εφεσίβλητο.
ΜΑΛΑΧΤΟΣ Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα τη δόσει ο Δικαστής κ. Παπαδόπουλος.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Δ.: O εφεσείων είναι οδοντογιατρός στη Λευκωσία. Υπήρξε ενεργό μέλος του Σωματείου "ΤΡΑΣΤ" για περίπου 40 χρόνια. Στη διάρκεια της περιόδου αυτής κατείχε διάφορες θέσεις στη Διοίκηση του Σωματείου. Τον Ιανουάριο 1979 αποβλήθηκε από το Σωματείο. H αποβολή του έγινε σε δύο στάδια. Συγκεκριμένα, στις 10/1/79, το πρώτο στάδιο, το Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου με απόφασή του της ίδιας ημέρας, τον απέβαλε από μέλος για περίοδο έξι μηνών. Στις 25/1/79, το δεύτερο στάδιο, η γενική Συνέλευση του Σωματείου με απόφασή της τον απέβαλε διά παντός. Οι δύο αυτές πράξεις, δηλαδή, η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, αποτέλεσαν τα επίδικα θέματα στις αγωγές 189/79 και 443/ 79. Με τις δυό αγωγές ο εφεσείων ζητούσε όπως οι αντίστοιχες αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και της Γενικής Συνέλευσης κηρυχθούν άκυρες. Στις 19/12/79 το Δικαστήριο αποφάσισε όπως οι υποθέσεις αυτές συνεκδικαστούν.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι σύμφωνα με το Άρθρο 47 των Κανονισμών του Σωματείου, η εξουσία για αποβολή μέλους για το παράπτωμα με το οποίο είχε κατηγορηθεί ο εφεσείων ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου, ανήκε στην Γενική Συνέλευση και όχι στο Διοικητικό Συμβούλιο. Συνεπώς, η εξάμηνη αποβολή του από το Διοικητικό Συμβούλιο κηρύχθηκε άκυρη. Εξάλλου η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης κρίθηκε έγκυρη, και ότι λήφθηκε μέσα στο πλαίσιο των εξουσιών που παρέχουν οι Κανονισμοί στη Γενική Συνέλευση. Είναι την απόφαση αυτή του Πρωτόδικου Δικαστηρίου που εφεσιβάλλει ο εφεσείων. Οι καθ' ων η έφεση έχουν καταχωρίσει αντέφεση εναντίον της απόφασης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου πάνω σε δύο σημεία. Το πρώτο σημείο είναι ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο κακώς δεν επεδίκα- σε έξοδα εις τους εναγόμενους-εφεσίβλητους, και το δεύτερο ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση εναντίον του πρώτου εναγόμενου, Γλαύκου Πετρίδη, ο οποίος ουσιαστικά δεν είχε θέση στην αγωγή αυτή καθότι έπαυσε να είναι γραμματέας ή αξιωματούχος του Σωματείου "ΤΡΑΣΤ".
Νομίζουμε ότι ευχερές στο στάδιο αυτό να αποφασίσουμε την αντέφεση προτού εξετάσουμε την έφεση, η οποία παρουσιάζει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρο από νομικής πλευράς.
Αναφορικά με την αντέφεση, σε σχέση με τον κ. Γλαύκο Πετρίδη, στο βαθμό και έκταση που ακύρωση της αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου στρεφόταν εναντίον του προσωπικά, είναι η σύμφωνος γνώμη και του δικηγόρου του εφεσείοντα κ. Κληρίδη ότι πρέπει να επιτραπεί, άποψη την οποία δεχόμαστε ως σωστή. Στο σημείο αυτό η αντέφεση επιτυγχάνει.
Ως προς το θέμα των εξόδων, ακούσαμε το επιχείρημα του δικηγόρου κ. Ζωμενή. Δεν έχουμε πεισθεί πως δικαιολογείται επέμβασή μας στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Πρωτόδικου Δικαστηρίου στο θέμα αυτό. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο είχε ενώπιόν του τις δυό συνεκδικαζόμενες αγωγές, η μία από τις οποίες πέτυχε και η άλλη απέτυχε. Το αποτέλε- σμα αποτελεί σημαντικό στοιχείο στην άσκηση των εξουσιών του Δικαστηρίου στο θέμα των εξόδων. Κρίνουμε ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια στα πλαίσια των εξουσιών του και αποφασίζουμε ότι δεν υπάρχει πεδίο για δική μας παρέμβαση.
Τώρα θα προχωρήσουμε στην εξέταση της έφεσης. Μια μικρή αναδρομή στα περιστατικά που οδήγησαν στις υποθέσεις αυτές θα είναι χρήσιμη για τη σωστή κατανόηση των επιδίκων θεμάτων.
O εφεσείων στις 8/12/79 κυκλοφόρησε ένα φυλλάδο σε όλα τα μέλη του Σωματείου, συμπεριλαμβανομένων και των μελών εκείνων που βρίσκονταν στο εξωτερικό, με το οποίο εμέμφετο τα μέλη της Επιτροπής του Σωματείου για κακή διαχείριση και τους κατηγορούσε για παράνομη διασπάθιση χρημάτων και ψευδείς δηλώσεις. Ισχυριζόταν στις δηλώσεις του ο εφεσείων ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου έκαμε ψευδείς δηλώσεις στη Γενική Συνέλευση σχετικά με ορισμένα έξοδα και κατηγορούσε το Συμβούλιο ότι όταν ο ίδιος ζητούσε εξηγήσεις, οι Σύμβουλοι φρόντιζαν να συγκα- λύψουν οικονομικές ατασθαλίες.
Ως αποτέλεσμα του φυλαδίου αυτού, που είχε ανασταστώσει τόσο απλά μέλη όσο και μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, συνήλθε το Διοικητικό Συμβούλιο για να εξετάσει την κατάσταση στις 4.1.79. Στη συνάντηση εκείνη αποφάσισαν πως η συμπεριφορά του κ. Παπαστράτη έθιγε την τιμή και την αξιοπρέπεια των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και της Ενώσεως γενικά και τον εκάλεσαν γραπτώς να προσέλθει ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου για να λογοτοδοτήσει και απολογηθεί για τη διαγωγή του. Με σχετική επιστολή τον εκάλεσαν να παρουσιασθεί στη Λέσχη στις 10/1/79, στις 6.30, για να απαντήσει στην υπόθεση εναντίον του. H επιστολή αυτή δόθηκε στον εφεσείοντα. Το επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου τον ανέμενε στην ορισθείσα ώρα. O εφεσείων παρόλο που βρισκόταν στο Σωματείο την ώρα εκείνη και παρά τις προτροπές άλλων μελών του Σωματείου να παρουσιασθεί ενώπιον της Επιτροπής, αρνήθηκε να προσέλθει. Αντ' αυτού, απέστειλε ιδιόχειρη επιστολή στην Επιτροπή με την οποία πρόβαλε τον ισχυρισμό πως η πρόσκληση που του απευθύνθηκε παραβίαζε το Άρθρο 47 του Καταστατικού και γι' αυτό επέλεξε να την αγνοήσει. Το Διοικητικό Συμβούλιο απεφάσισε όπως του επιβάλει ποινή εξαμήνου αποβολής.
Την επομένη της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου, ο εφεσείων χρησιμοποίησε υβριστική γλώσσα και απρεπή συμπεριφορά στο Σωματείο με αποτέλεσμα το Διοικητικό Συμβούλιο να αποφασίσει τη σύγκληση έκτακτης Γενικής Συνέλευσης για να εξετάσει σοβαρές νέες κατηγορίες εναντίον του. H Επιτροπή αποφάσισε τη σύγκληση Γενικής Συνέλευσης στις 25.1.79, ώρα 10.00 π.μ., στο εντευκτήριο του Σωματείου. Το Διοικητικό Συμβούλιο απέστειλε αμέσως διά χειρός επιστολή στον εφεσείοντα, στην οποία διατυπώνονταν οι κατηγορίες εναντίον του και εκαλείτο, αν επιθυμούσε, να παρουσιασθεί ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου στο γραφείο της Ενώσεως στις 25/1/79 η ώρα 4.30 το απόγευμα για να δοθεί σ' αυτόν η ευκαιρία να ακουσθεί. Επίσης, του γνωστοποιήθηκε ότι μπορούσε να παραστεί και κατά τη διεξαγωγή των εργασιών της έκτακτης Γενικής Συνέλευσης για να υπερασπισθεί. H ειδοποίηση για τη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης, σύμφωνα με τους Κανονισμούς, είχε αναρτηθεί στον πίνακα των ανακοινώσεων του Σωματείου και περιήλθε στη γνώση του εφεσείοντα. H ειδοποίηση επίσης δημοσιεύθηκε σε τρεις ημερήσιες εφημερίδες την 21/1/79.
Στις 23.1.79 παραδόθηκε στον εφεσείοντα φάκελος με τις γραπτές κατηγορίες που είχαν προσαφθεί, ο εφεσείων όμως επέλεξε να μην ανοίξει το φάκελο, τον οποίο επέστρεψε. Τελικά η Γενική Συνέλευση συγκροτήθηκε στις 25/1/79, όπως είχε προγραμματισθεί. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, ο εφεσείων αποβλήθηκε για πάντα από το Σωματείο. H απόφασή του γνωστοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 27/1/79. O ίδιος ο εφεσείων επέλεξε να μην παραστεί στη Γενική Συνέλευση.
Οι λόγοι τους οποίους έχει προβάλει ο εφεσείων για την ανατροπή της απόφασης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, είναι οι πιο κάτω:
Είναι η θέση του πως η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου αφορά τα ίδια αδικήματα για τα οποία λήφθηκε απόφαση από τη Γενική Συνέλευση και εφόσον η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου είχε ακυρωθεί με την απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, πρέπει να συμπαρασύρει και την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης. O εφεσείων ισχυρίζεται πως οι κατηγορίες τόσον ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου όσο και ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης είναι πανομοιότυπες, οπόταν η ακύρωση της μιας έπρεπε να οδηγήσει στην ακύρωση και της άλλης.
Άλλος λόγος είναι πως, αφού ο εφεσείων είχε αποβληθεί από την Επιτροπή του Διοικητικού Συμβουλίου του Σωματείου, δεν μπορούσε να παρουσιαστεί στη Γενική Συνέλευση και να υπερασπιστεί και για το λόγο αυτό η διαδικασία της Γενικής Συνέλευσης πρέπει να κριθεί άκυρη.
Επίσης ο εφεσείων ισχυρίζεται πως η Γενική Συνέλευση δεν είχε συγκληθεί μέσα σε τρεις μέρες από την ημερομηνία που περιήλθε σε γνώση της Επιτροπής το παράπτωμά του και ότι η παράλειψη προσκρούει στους Κανονισμούς.
Το πρώτο θέμα που θα εξατάσουμε είναι κατά πόσο η αποβολή του εφεσείοντα από το Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου για έξι μήνες και η μεταγενέστερη αποβολή του από τη Γενική Συνέλευση για πάντα, βασίσθησαν πάνω στα ίδια ακριβώς γεγονότα. Τα ευρήματα και συμπεράσματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου στο σημείο αυτό είναι:
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αρχικά έκαμε αναφορά στο τεκμήριο 12, στις παραγράφους 2(α)(β) και (γ) οι οποίες αναφέρουν:
"2. Αι εναντίον υμών κατηγορίαι έχουν ως εξής:
(α) Κατά ή περί την 24ην ή/και την 31ην Δεκεμβρίου, 1978 εις τον εντευκτήριον του Σωματείου διαταράξατε την τάξιν και ευπρέπειαν διά της εκστομίσεως των ακολούθων επί παρουσία μαρτύρων:
'Να τους χέσω. Να τους κάτσω πάνω (με χειρονομίαν του μεσαίου δακτύλου). Όλοι τους του Διοικητικού Συμβουλίου είναι κλέφτες και απατεώνες'.
(β) Κατά ή περί την 5ην Ιανουαρίου, 1979 διαταράξατε την τάξιν και ευπρέπειαν διά της εκστομίσεως, εις το εντευκτήριον, των ακολούθων:
'Όλον το Διοικητικόν Συμβούλιον αποτελείται από απατεώνες. Απατεώνες όλου του κόσμου ενωθείτε'.
(γ) H ως άνω διαγωγή σας θεωρείται υπό τον Διοικητικού Συμβουλίου, εν όψει μάλιστα της συνεχίσεως εκστομίσεως των ως άνω και εις την Γενικήν Συνέλευσιν της 29.11.1978 και αλλαχού ως και της διατυπώσεως τούτων γραπτώς διά φυλλαδίου ημερ. 8.12.1978, τόσον σοβαρά ώστε να αποτελεί αντικείμενον εξετάσεως υπό της Γενικής Συνελεύσεως προς τον σκοπόν λήψεως αποφάσεως περί οριστικής σας αποβολής εκ της Ενώσεως."
Δεν έχουμε καμιά δυσκολία, συνεκτιμώντας τη μαρτυρία ενώπιόν του, να συμφωνήσουμε με το Πρωτόδικο Δικαστήριο πως οι πιο πάνω αναφορές δεν υποστηρίζουν καθόλου την εισήγηση του εφεσείοντα πως κατηγορήθηκε για αδικήματα για τα οποία είχε ήδη τιμωρηθεί. Επομένως, η απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν συμπαρασύρει και την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης. Δεν έχουμε αμφιβολία πως τα συμπεράσματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου από τη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του, δεν δικαιολογούν την εισήγηση του εφεσείοντα πως οι κατηγορίες ήσαν πανομοιότυπες με εκείνες που αποτέλεσαν το αντικείμενο της ακυρωθείσας απόφασης. Το κατηγορητήριο που εξέτασε η Γενική Συνέλευση, αναφέρεται σε διαγωγή, πράξεις και ενέργειες του εφεσείοντα, που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο εξέτασης από το Διοικητικό Συμβούλιο όταν του επιβλήθηκε η εξάμηνη αποβολή.
Τον άλλο λόγο έφεσης, ότι δεν μπορούσε να παρευρεθεί στή Γενική Συνέλευση και να απολογηθεί γιατί είχε ήδη αποβληθεί, τον κρίνουμε εντελώς ανυπόστατο. Του είχε απευθυνθεί πρόσκληση από το ίδιο το Διοικητικό Συμβούλιο να παρευρεθεί και να δώσει εξηγήσεις για ισχυριζόμενη κακή συμπεριφορά. Του δόθηκε η ευκαιρία να παρουσιαστεί και να υπερασπιστεί. H παράλειψή του ήταν θεληματική και καθαρά δική του επιλογή. Με τη διαπίστωση αυτή καταρρίπτεται και ο ισχυρισμός του ότι του αποστερήθηκε το δικαίωμα να υπερασπισθεί, όπως προβλέπουν οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης. Μπορούμε να παρεμβάλουμε εδώ πως το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε αποφάσεις Σωματείων και ιδιωτικών λεσχών, στην άσκηση διοικητικής ή οιονεί δικαστικής εξουσίας που απορρέει από τους Κανονισμούς της λέσχης. Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο σε περιπτώσεις που διαπιστώνεται λανθασμένη ερμηνεία των Κανονισμών ή σημειώνεται παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. Οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης δεν απαριθμούνται εξαντλητικά σε κανένα νομικό σύγγραμμα. Αποβλέπουν στην προστασία του θεμέλιου της δικαιοσύνης. Πολλοί από αυτούς ευρίσκονται ενσωματωμένοι σε Νόμους. Στο μεγαλύτερο μέρος διαμορφώθηκαν μέσα από τον έλεγχο που ασκείτο από τα Ανώτερα Δικαστήρια στα Κατώτερα Δικαστήρια ή οργανισμούς, πειθαρχικά σώματα, δημόσια ιδρύματα, ιδιωτικές λέσχες και λοιπά. (Βλέπε Maritime Electric Co. ν. General Dairies Ltd [1937] A.C. 610, Rhyl UDC v. Rhyl Amusements Ltd [1959] 1 All E.R. 257). Σε σχέση με πειθαρχικά αδικήματα οι κανόνες αυτοί μπορούν να συνοψισθούν, όχι εξαντλητικά, ως εξής:
(1) Ικανοποιητική ειδοποίηση για την ακρόαση,
(2) Πληροφόρηση για το περιεχόμενο της κατηγορίας,
(3) Παροχή ευκαιρίας παρουσίασης και προβολής της υπόθεσης του συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος κλήσεως μαρτύρων,
(4) Αμεροληψία εκ μέρους του σώματος και
(5) Αιτιολόγηση της απόφασης.
Όπως αναφέραμε πιο πάνω, έχουμε επισημάνει ορισμένες βασικές αρχές φυσικής δικαιοσύνης αν και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εξαντλείται το θέμα. Μπορούμε να αναφέρουμε εδώ τι είπε ο Lord Justice Tucker στην υπόθεση Russell ν. Duke of Norfolk [1949] 1 All E.R. 109, στη σελίδα 118:
"There are in my view no words which are of universal application to every kind of inquiry and every kind of domestic tribunal. The requirements of natural justice must depend on the circumstances of the case, the nature of the inquiry, the rules under which the tribunal is acting, the subject-matter that is being dealt with and so forth."
Όπως αναφέρουμε πιο πάνω, τα γεγονότα καταρρίπτουν τον ισχυρισμό του εφεσείοντα ότι δεν του δόθηκε η ευκαιρία να παρουσιασθεί και να εκθέσει την υπόθεσή του. O ίδιος προτίμησε να αντιμετωπίσει τόσο τη Γενική Συνέλευση όσο και το Διοικητικό Συμβούλιο, όπως σωστά διαπιστώνει το Πρωτόδικο Δικαστήριο, με περιφρόνηση, ενώ αντίθετα το Διοικητικό Συμβούλιο του φέρθηκε τουλάχιστον με ανοχή.
Ως προς τον τελευταίο νομικό ισχυρισμό, ότι είχε υποχρέωση το Διοικητικό Συμβούλιο να συγκαλέσει έκτακτη Γενική Συνέλευση μέσα σε τρεις μέρες, πιστεύουμε πως η μόνη λογική εξήγηση της σχετικής πρόνοιας των Κανονισμών είναι αυτή που δόθηκε από το Πρωτόδικο Δικαστήριο.
Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο οι Κανονισμοί ιδιωτικής λέσχης ή οργάνωσης να μην είναι πολύ σαφείς. Πολλές φορές οι Νομικοί χρειάσθησαν "toil, tears and sweat" (μόχθο, δάκρυα και ιδρώτα), για να τους ερμηνεύσουν, όπως αναφέρει και ο Lord Denning στο βιβλίο του "The Discipline of Law", σ. 149.
Οι Κανονισμοί αυτοί πρέπει να ερμηνεύονται με το πνεύμα που αναφέρεται στην υπόθεση British Equity ν. Goring (1977) 1 CR 393 στη σελίδα 396:
"They should be construed, not literally according to the very letter, but according to the spirit, the purpose, the intendment, which lies behind them, so as to ensure - especially in a matter affecting the constitution - that they should be interpreted fairly, having regard to the many interests which its constitutional code is designed to serve."
(Σε πρόχειρη μετάφραση)
"Πρέπει να ερμηνεύονται, όχι κατά γράμμα αλλά σύμφωνα με το πνεύμα, το σκοπό και την πρόθεση του Κανονισμού, ώστε να διασφαλίζεται - ιδιαίτερα σε ζητήματα που άπτονται της υπόστασης της οργάνωσης - μια ειδική ερμηνεία, έχοντας υπόψη τα πολλά συμφέροντα που ο ιδρυτικός κώδικας είχε σκοπό να εξυπηρετήσει."
Δεν μπορεί να ερμηνευθεί η σχετική πρόνοια του Καταστατικού ότι επιβάλλει υποχρέωση για σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης μέσα σε τρεις μέρες από τη διάπραξη αδικήματος. Ό,τι επιβάλλει είναι ότι η σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης πρέπει να αποφασίζεται μέσα σε τρεις μέρες από την ημέρα που έγινε το παράπονο για αδίκημα που δικαιολογεί τέτοια σύγκληση. Κάθε άλλη ερμηνεία θα ήταν παράλογη.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Διοικητικό Συμβούλιο συνήλθε την ίδια ημέρα που πήρε τα παράπονα εναντίον του εφεσείοντα και συγκάλεσε τη Γενική Συνέλευση σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καταστατικού. Βρίσκουμε ότι δεν υπήρξε παρατυπία ή παρέκκλιση από τις πρόνοιες των Κανονισμών της Λέσχης.
Για τους πιο πάνω λόγους, η αντέφεση του Πετρίδη επιτρέπεται. H Έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αντέφεση επιτρέπεται.