ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1989) 1E ΑΑΔ 70
27 Μαρτίου, 1989
[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, ΠΙΚΗΣ, Δ.Δ.]
Λ.Π. ΦΡΑΓΚΕΣΚΙΔΗΣ & ΣΙΑ ΛΤΔ.,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
ν.
ΙΩΑΝΝΗ ΜΑΜΑ,
Εφεσίβλητον-Ενάγοντος.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 7264).
Κατοχή υποστατικού - Προσκεκλημένος (Invitee) - Το καθήκον τον κατόχου τον υποστατικού απέναντι στον προσκεκλημένο του - Ποιος θεωρείται ως προσκεκλημένος - Η πρόσκληση μπορεί να είναι γραπτή ή προφορική, ρητή ή σιωπηρά.
Κατοχή υποστατικού - Αδειούχος (Licensee) - Ευθύνη κατόχου τον υποστατικού απέναντι στον αδειούχο - Ποια η διαφορά του καθήκοντος απέναντι σε προσκεκλημένο - Η διαφορά εξαντλείται σε θέματα κινδύνων, που προέρχονται από τη στατική κατάσταση τον υποστατικού - Καθ' όσον αφορά κινδύνους, που προέρχονται από ανθρώπινες δραστηριότητες, οι δυο κατηγορίες εξομοιούνται και το καθήκον προσοχή είναι το ίδιο, είτε πρόκειται για προσκεκλημένο είτε πρόκειται για αδειούχο.
Αμέλεια - Καθήκον προσοχής προς τον πλησίον - Ποιος θεωρείται ως "πλησίον".
Η εφεσείουσα εταιρεία ασχολείται με πώληση και εφαρμογή ελαστικών σε αυτοκίνητα. Ο εφεσίβλητος εισήλθε στα υποστατικά της εφεσείουσας και εζήτησε φούσκωμα των ελαστικών του. Κατά τη διάρκεια του φουσκώματος έγινε έκρηξη του ελαστικού, με αποτέλεσμα τον εκσφενδονισμό της στεφάνης του τροχού, που κτύπησε και τραυμάτισε τον εφεσίβλητο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε ευθύνη για αμέλεια στην εφεσείουσα, επειδή παρέλειψε να δώσει προειδοποίηση για τον κίνδυνο εκρήξεως ταυ ελαστικού και παρέλειψε να πάρει προστατευτικά μέτρα για την προστασία του.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την έφεση, με διαφωνία του Δικαστή Μαλαχτού - αποφάσισε:
(Α) Από τον Δικαστή Πική: α) Δεν αμφισβητείται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση ο εφεσίβλητος ήταν προσκεκλημένος (INVITEE) της εφεσείουσας εν τη εννοία του άρθρου 51(2)(β) του Περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, ο κάτοχος υποστατικών, που επιθυμεί να περιορίσει τις κινήσεις των προσκεκλημένων του μέσα στα υποστατικά, πρέπει να το πράξει ειδικά και ρητά. Διαφορετικά είναι υπόλογος για οποιαδήποτε ζημιά, που οι επισκέπτες του θα υποστούν, ως αποτέλεσμα λογικά προβλεπτού κινδύνου. Το γεγονός ότι ο κίνδυνος είναι ασυνήθιστος δεν αποκλείει την ευθύνη.
(Β) Το ότι πιθανότητα εκδηλώσεως κινδύνου ήταν μικρή δεν απαλλάσσει τον κάτοχο των υποστατικών από το καθήκον λήψεως προστατευτικών μέτρων, αν ο κίνδυνος είναι προβλεπτός.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο κίνδυνος ήταν προβλεπτός.
Β. Από τον Δικαστή Στυλιανίδη: α) Το καθήκον προσοχής κατόχου υποστατικών προς προσκεκλημένο του (INVITEE) διαφέρει από το καθήκον προσοχής προς αδειούχο (LICENSEE), προκειμένου περί κινδύνων, που εκπηγάζουν από τη στατική κατάσταση του υποστατικού. Ο κάτοχος έχει καθήκον προς τον πρώτο να λάβει φροντίδα, ώστε το υποστατικό να είναι εύλογα ασφαλές. Ο κάτοχος όμως δεν είναι ασφαλιστής. Το καθήκον του δεν είναι να εμποδίσει ασυνήθιστο κίνδυνο, αλλά να εμποδίσει ζημιά από ασυνήθιστο κίνδυνο, τον οποίον γνωρίζει ή οφείλει να γνωρίζει. Το καθήκον απέναντι σε απλό αδειούχο περιορίζεται σε προειδοποίηση του αδειούχου για κάθε κρυμμένο ή λανθάνοντα κίνδυνο, τον οποίον ο κάτοχος γνωρίζει ή κατά τεκμήριον πρέπει να θεωρηθεί ότι γνωρίζει.
β) Προσκεκλημένος είναι πρόσωπο, που εισέρχεται στο υποστατικό με πρόσκληση του κατόχου, αν ο κάτοχος θέσει κάποιο χρηματικό ή υλικό συμφέρον. Η πρόσκληση μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρά, γραπτή ή προφορική.
γ) Όταν πρόκειται για κίνδυνο, που πηγάζει από ανθρώπινη δραστηριότητα, τότε το καθήκον προσοχής είναι το ίδιο είτε πρόκειται για προσκεκλημένο είτε πρόκειται για αδειούχο.
δ) Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ήταν πρακτικά δυνατή η λήψη συγκεκριμένων προστατευτικών μέτρων, αλλά η εφεσείουσα μπορούσε με ευκολία να προειδοποιήσει τον εφεσίβλητο για τον κίνδυνο, που προερχόταν από τη γέμιση με αέρα των ελαστικών. Δεν προειδοποίησε τον εφεσίβλητο, και για το λόγο αυτό η έφεση πρέπει να απορριφθεί. Ο κίνδυνος έκρηξης του ελαστικού και εκτίναξης της στεφάνης ήταν ασυνήθιστος, αλλά με βάση την μαρτυρία εύλογα προβλεπτός. Η εφεσείουσα τον εγνώριζε ή έπρεπε να τον γνωρίζει.
ε) Η εφεσείουσα υπέχει ευθύνη για τον τραυματισμό του εφεσιβλήτου και με βάση το αστικό αδίκημα της αμέλειας λόγω παραβάσεως του καθήκοντος προσοχής προς τον πλησίον. Πλησίον είναι πρόσωπο, που με λογική πρόβλεψη, είναι ενδεχόμενο να επηρεασθεί από την διεξαγωγή της συγκεκριμένης δραστηρότητας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Slater ν. Clay Cross Co. Ltd. [1956] 2 All E.R. 625;
A. C. Billings and Sons Ltd. v. Riden [1957] 3 All E.R. 1;
G.Ι.P. Constructions v. Neophytou and Another (1983) 1 C.L.R. 669; Stone v. Taffe and Another [1974] 3 All E. R. 1016;
British Railways Board v. Herrington [1972] 1 All E.R. 749;
Thake and Another v. Maurice [1986] 1 All E.R. 497;
Vasiliou v. Constantinides and Another (1972) J.S.C. 877;
Indermaur v. Dames [1866] L. R. 1 C. P. 274;
Fairman v. Perpetual Investment Building Society [1923] A. C. 74;
Mersey Docks and Harbour Board v. Procter [1923] A. C. 253;
Ellis v. Bulham Borough Council [1937] 3 All E.R. 454;
Thomson v. Cremin and Others [1953] 2 All E.R. 1185;
London Graving Dock Co. Ltd. v. Horton [1951] 2 All E.R. 1;
Hawkins v. Goulsdon and Purley Urban District Council [1954] 1 All E.R.
97;
Dunster v. Abbott [1953] 2 All E.R. 1572;
Kassinou v. Efstathiou (1984) 1 C.L.R. 77.
Έφεση.
Έφεση από τους εναγόμενους εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Νικήτας Πρ. Ε.Δ. ) που δόθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου, 1986 (Αριθμός Αγωγής 3749/80) με την οποία καταδικάστηκαν να πληρώσουν στον ενάγοντα το ποσό των £5, 300. = για γενικές και ειδικές αποζημιώσεις.
I. Μαυρονικόλας, για τους εφεσείοντες.
Α Κούτρας και Μ. Τσαγγαρίδης, για τον εφεσίβλητο.
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.; Η παρούσα υπόθεση εγέρθηκε σαν αποτέλεσμα δυστυχήματος που έγινε την 25 Ιανουαρίου, 1980 στο προαύλιο των υποστατικών της εταιρείας Λ.Π. Φραγκεσκίδης & Σία στη Λευκωσία, 4ης εναγομένης, σαν συνέπεια του οποίου ο Ενάγων που είναι υπάλληλος του Τμήματος Δασών τραυματίστηκε στο αριστερό πόδι και έτσι ήγειρε την παρούσα υπόθεση για αποζημιώσεις λόγω ισχυριζόμενης αμέλειας των εναγομένων. Οι εναγόμενοι 1, 2 και 3 στην αγωγή είναι υπάλληλοι της εναγομένης εταιρείας της οποίας κύριες δραστηριότητες είναι η πώληση και εφαρμογή ελαστικών οχημάτων διαφόρων τύπων καθώς επίσης η επένδυση και αναγόμηση παλαιών ελαστικών. Αντικείμενο μαρτυρίας στην παρούσα υπόθεση υπήρξε μόνο η ευθύνη για το δυστύχημα γιατί στην αρχή της ακροαματικής διαδικασίας οι ειδικές και γενικές αποζημιώσεις επί πλήρους ευθύνης συμφωνήθηκαν στο ποσό των £800. - και £4, 750. - αντίστοιχα.
Τα σχετικά γεγονότα της υπόθεσης όπως τα βρήκε το πρωτόδικο Δικαστήριο και τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν, εν συντομία είναι τα ακόλουθα. Την 25 Ιανουαρίου, 1980, ο ενάγων ενοικίασε το φορτηγό αυτοκίνητο του Μάρτυρος Ενάγοντος 1, με αριθμό JP 423 για να του μεταφέρει 11/2 τόνο κριθαριού που ο Ενάγων παρέλαβε την ίδια μέρα από τις αποθήκες της Επιτροπής Σιτηρών, στο χωριό Κατύδατα όπου διαμένει. Μετά την παραλαβή του φορτίου ο Μάρτυς Ενάγοντος 1 συνοδευόμενος πάντοτε από τον ενάγοντα πήγε κατευθείαν στα υποστατικά των εναγόμενων με σκοπό την αντικατάσταση των ελαστικών των δεξιών πισινών τροχών με επενδυμένα (καπλαμάδες) τα οποία είναι διπλά. Εκεί ο ενάγων θα παρελάμβανε με την ευκαιρία αυτή ένα ελαστικό ιδιοκτησίας του, το οποίο είχε παραδώσει στους εναγόμενους για επένδυση προηγουμένως. Μόλις έφθασαν στα γραφεία των εναγόμενων ο ενάγων ζήτησε το ελαστικό, αλλά του λέχθηκε ότι δεν ήταν έτοιμο και επέστρεψε αμέσως στο υπόστεγο που στάθμευσε το φορτηγό αυτοκίνητο του Μάρτυρα Ενάγοντος 1, το οποίο υπόστεγο είναι στο προαύλιο των ρηθέντων γραφείων. Την αλλαγή των πισινών δεξιών ελαστικών του αυτοκινήτου την έκαμε ο δεύτερος εναγόμενος ενώ ο ενάγων και ο οδηγός ανέμεναν στο υπόστεγο. Μετά το πέρας της εργασίας ο εναγόμενος 2 άλλαξε με εντολή του οδηγού το μπροστινό δεξιό λάστιχο αντικαθιστώντας το με ένα από το δυο παλαιά ελαστικά που είχε ενωρίτερα αφαιρέσει από τους δεξιούς πισινούς τροχούς. Αφού ο οδηγός διευθέτησε το λογαριασμό του μπήκε στο αυτοκίνητο με τον ενάγοντα, αλλά ενώ απομακρυνόταν ο προϊστάμενος του εργαστηρίου, εναγόμενος 1, πληροφόρησε τον οδηγό ότι το μπροστινό δεξιό ελαστικό δεν είχε αέρα και κατόπιν τούτου ο εναγόμενος 2 ανέλαβε να γεμίσει το λάστιχο χρησιμοποιώντας για το σκοπό αυτό ένα από τους αεροσυμπιεστές που διαθέτει το εργαστήριο. Για να φουσκώσει το λάστιχο ο χειριστής του μηχανήματος εφαρμόζει σε αυτό ειδική βαλβίδα που φέρει το λάστιχο πίεσης και υπάρχει επίσης μετρητής ρολόϊ που δείχνει στο χειριστή την ποσότητα αέρος που εισέρχεται στο λάστιχο. Ο μετρητής σύμφωνα με την περιγραφή του οδηγού έχει διάμετρο τρεις ίντζες περίπου και αποτελείται από μαύρο πλαστικό ενώ ο δείκτης του είναι λευκού χρώματος και υπάρχουν προφανώς στην πλάκα του μετρητή ρίγες.
Όταν ο εναγόμενος 2 απέσυρε τη βαλβίδα του αεροσυμπιεστή επρόσεξε ότι η βαλβίδα του ελαστικού έχανε αέρα και το ελαστικό ξεφούσκωνε. Στη συνέχεια προχώρησε σε ένα πάγκο στο βάθος του εργαστηρίου για να πάρει το κατάλληλο εργαλείο για να τη διορθώσει. Την ώρα εκείνη ή όταν επέστρεφε στο αυτοκίνητο εσημειώθηκε ισχυρή έκρηξη του ελαστικού με αποτέλεσμα η μεταλλική στεφάνη του τροχού να εκσφενδονιστεί και τραυματίσει τον ενάγοντα ο οποίος ευρίσκετο σε μικρή απόσταση από το αυτοκίνητο.
Η ισχυριζόμενη αμέλεια των εναγόμένων αναφέρεται στην τέταρτη παράγραφο της Εκθέσεως Απαιτήσεως η οποία έχει ως ακολούθως:
"Εις τι σημείον και καθ' ον χρόνον οι Εναγόμενοι 1, 2 και 3 ησχολούντο με την επιδιόρθωσιν των ως άνω ελαστικών χωρίς να λάβουν τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα τοσούτον αμελώς ενήργησαν με συνέπειαν τα ως άνω ελαστικά ένεκεν υπερβολικής πιέσεως αέρος να υποστούν έκρηξιν και οι ασφάλειες (κοινώς βρασιόλες) των ελαστικών των οποίων το βάρος εκάστης ασφάλειας υπερβαίνει τες τρεις οκάδες να εκτιναχθεί και να κτυπήσει τον ενάγοντα στο αριστερό πόδι, να προκαλέσει εις τούτον εκτεταμένας σωματικάς βλάβας και άλλας ζημίας και/ή απωλείας ως θα εκτεθώσιν εν λεπτομερεία."
Σχετικές λεπτομέρειες της αμέλειας των εναγόμενων δίδονται στην πέμπτη παράγραφο της Εκθέσεως Απαιτήσεως ως εξής:
"(α) Οι εναγόμενοι παρέλειψαν να λάβουν τα δέοντα και/ή αναγκαία μέτρα προς αποφυγήν του δυστυχήματος.
(β) Οι εναγόμενοι παρέλειψαν να προειδοποιήσουν τον ενάγοντα διά τους κινδύνους τους οποίους εγνώριζαν και/ ή ώφειλαν να γνωρίζουν.
(γ) Οι εναγόμενοι παρέλειψαν κατά την παροχήν αέρος πιέσεως εις τα ελαστικά να λάβουν τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα ήτοι την τοποθέτησιν των ελαστικών εις ειδικόν ασφαλιστικόν μηχάνημα κατά την παροχήν αέρος εις τα ελαστικά προς παρεμπόδισιν τυχόν εκρήξεως και εν συνεχεία εκτοξεύσεως των σιδηρών δίσκων (κοινώς βρασιόλων).
(δ) Οι εναγόμενοι δεν εχρησιμοποίησαν κατά την παροχήν αέρος πιέσεως εις τα ελαστικά τον απαραίτητον μετρητήν αέρος."
Οι εναγόμενοι στην υπεράσπισή τους αρνούνται ότι επέδειξαν αμέλειαν ή παραβίασαν οιονδήποτε καθήκο που τους επιβάλλει ο νόμος.
Προς υποστήριξη της υπόθεσής του ο ενάγων έδωσε μαρτυρία και κάλεσε άλλους τέσσερις μάρτυρες περιλαμβανομένου και του οδηγού του αυτοκινήτου. Ο κύριος σκοπός της μαρτυρίας του ενάγοντος και του οδηγού του αυτοκινήτου ήταν για να αποδειχθεί ο ισχυρισμός της τέταρτης παραγράφου της Εκθέσεως Απαιτήσεως ότι η έκρηξη του ελαστικού οφείλετο σε υπερβολική πίεση.
Επί του σημείου αυτού το Δικαστήριο στη σελίδα 54 των πρακτικών λέγει τα εξής:
"Ο οδηγός του φορτηγού είπε στο Δικαστήριο ότι ο εναγόμενος 2 έβαζε αέρα για αρκετή ώρα πράγμα που επανέλαβε και ο ενάγων. Οι δύο μάρτυρες ήθελαν να δείξουν ότι αιτία της εκρήξεως ήταν προφανώς η υπερβολική πίεση αέρα. Μάλιστα ο Μ.Ε. 1 ανάφερε ότι από τη θέση του - όπως είπε καθόταν στο τιμόνι πάνω ακριβώς από το ελαστικό - μπορούσε να παρακολουθεί άνετα τον εναγόμενο 2 και πρόσεξε ότι ο δείκτης του μετρητή αέρα δεν λειτουργούσε καθόλου. Παρά τη σχετικά μακρά και επίμονη αντεξέτασή του ο μάρτυς ήταν κατηγορηματικός πάνω και στα δύο σημεία. Με αυτό θέλω να πω ότι ο μάρτυς επέμενε ότι η θέση του του επέτρεπε να βλέπει καλά τον εναγόμενο και επομένως είχε την ευχέρεια να διαπιστώσει την ελαττωματικότητα του μετρητή."
Επισημαίνω εδώ ότι υπάρχει ουσιώδης αντίφαση με όσα ανάφερε ο ενάγων. Στη μαρτυρία του δήλωσε απερίφραστα ότι ύστερα από την προειδοποίηση ότι το λάστιχο δεν είχε αρκετό αέρα κατέβηκε από το αυτοκίνητο με τον οδηγό και κατά τον κρίσιμο χρόνο οι δυο τους στέκονταν σε κάποια απόσταση από τον εναγόμενο 2. Συνοπτικά η εκδοχή του τελευταίου είναι ότι ο μετρητής που χρησιμοποίησε ήταν σε καλή κατάσταση και ότι έδωσε στο λάστιχο μέχρι 115 λίπρες, την κανονική, κατά τη μαρτυρία του, πίεση για λάστιχο εκείνου του τύπου.
Περαιτέρω στη σελίδα 56 των πρακτικών το Δικαστήριο λέγει:
"Με τέτοια αντιφατική μαρτυρία, όπως την ανέλυσα πιο πάνω, από τον ενάγοντα και τον οδηγό δεν είναι δυνατό να αχθεί κανείς σε συμπέρασμα ότι ο μετρητής, είχε οποιοδήποτε ελάττωμα ή ακόμη ότι δόθηκε περισσότερος αέρας απ' όσο έπρεπε. Άλλωστε δεν έχει προσαχθεί μαρτυρία από εμπειρογνώμονα ότι δεν λειτουργούσε ο μετρητής αν και η περίπτωση έτυχε εξετάσεως και από μηχανικό των Δημοσίων Έργων όπως πληροφόρησε το Δικαστήριο ο Μ.Ε. 2 υπαστυνόμος Πέτρου. Ας σημειωθεί ότι ο μάρτυς αυτός πήγε στο τόπο του ατυχήματος με τον Μ.Ε. 3 και προέβησαν σε έρευνα. Προσθέτω ότι ο Μ.Ε. 4 έδωσε τέσσερις πιθανούς λόγους για την έκρηξη του ελαστικού που προκάλεσε την εκτίναξη της στεφάνης, ανάμεσα στους οποίους και η υπερβολική πίεση, αλλά πάλιν η μαρτυρία αυτή δεν είναι αρκετή για να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του ενάγοντα. Ασφαλώς η απόδειξη ενός τέτοιου ισχυρισμού θα θεμελίωνε αμέλεια από μέρους των εναγομένων, αλλά για τους λόγους που ανέπτυξα απορρίπτω ανεπιφύλακτα την υπόθεση του ενάγοντα που βασίζεται στο στοιχείο αυτό."
Οι άλλοι τρεις πιθανοί λόγοι της έκρηξης του ελαστικού που δόθηκαν από τον Μ.Ε. 4, ο οποίος είναι Επιθεωρητής Ασφαλείας στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, είναι η φθορά του μεταλλικού τροχού (ριμ), της στεφάνης και η κατάσταση του ιδίου του ελαστικού που ήταν επενδυμένο (καπλαμάς), δηλαδή δεν επρόκειτο περί καινούργιου ελαστικού. Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι ο δεύτερος εναγόμενος στη μαρτυρία του έδωσε συγκεκριμένη εξήγηση για το δυστύχημα. Στην ουσία είπε ότι το ριμ του τροχού και η στεφάνη όπως διαπίστωσε εκ των υστέρων βγάζοντας το ελαστικό ήταν σκουριασμένα σε βαθμό που η στεφάνη δεν εφάρμοζε καλά και έτσι η έκρηξη του ελαστικού τίναξε τη στεφάνη από τη θέση της. Συμπλήρωσε δε λέγοντας ότι η κατάσταση του ριμ δεν φαινόταν εξωτερικά πριν αφαιρεθεί το ελαστικό.
Μετά το ως άνω εύρημα του Δικαστηρίου ότι η έκρηξη δεν οφείλετο σε υπερβολική παροχή αέρος το Δικαστήριο αναφέρθηκε στο άρθρο 51 του Νόμου περί Αστικών Αδικημάτων Κεφ. 148 σύμφωνα με το οποίο αμέλεια είναι παράβαση καθήκοντος επιμέλειας και περιλαμβάνει την επιμέλεια την οποία υποθετικά καταβάλλει ο μέσος λογικός άνθρωπος κάτω από τις ίδιες αντικειμενικά συνθήκες που ενήργησε ο δράστης. Βασικό χαρακτηριστικό της αμέλειας είναι κατ' αρχή η έλλειψη προσοχής την οποία ο δράστης όφειλε και μπορούσε εκ των περιστάσεων να καταβάλει για να μη προκαλέσει ζημία στον πλησίο του. Το κριτήριο είναι πάντοτε αντικειμενικό, γενικό και αφηρημένο. Τα στοιχεία του μέσου συνετού ανθρώπου και του πλησίον διαγράφουν τα όρια της επιμέλειας την οποία όφειλε να καταβάλει ο συγκεκριμένος δράστης. Τέλος, η έννοια του καθήκοντος επιμέλειας ολοκληρώνεται με το στοιχείο της δυνατότητας προβλέψεως ότι δηλαδή η ενεργούμενη παρά το καθήκο επιμέλειας πράξη μπορεί να προκαλέσει το συγκεκριμένο ζημιογόνο αποτέλεσμα.
Στην παρούσα περίπτωση το Δικαστήριο βρήκε ότι ο ενάγων εφεσίβλητος ήτο προσκεκλημένος (invitee) και ότι οι εναγόμενοι παρέλειψαν να λάβουν τα ενδεδειγμένα μέτρα για την προστασία του και παρέλειψαν να τον προειδοποιήσουν για τον κίνδυνο του ελαστικού και έτσι έδωσε απόφαση εναντίον των εναγομένων 2 και 4. Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της δίκης η υπόθεση εναντίον των εναγόμένων 1 και 3 αποσύρθηκε.
Οι λόγοι εφέσεως όπως έχουν συζητηθεί υπό του δικηγόρου των εφεσειόντων μπορούν να συνοψισθούν ως ακολούθως:
(1) Το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι ήτο ανθρωπίνως αδύνατο να προβλεφθεί ότι η στεφάνη ή το ριμ ήταν σκουριασμένα καθότι δεν εφαίνοντο και αυτό διαπιστώθηκε μετά την έκρηξη, και
(2) Το Επαρχιακό Δικαστήριο εσφαλμένως βρήκε ότι οι εφεσείοντες δεν εξάσκησαν την απαιτούμενη προσοχή στην εκτέλεση της εργασίας τους.
Στην παρούσα υπόθεση οι εναγόμενοι σαν κάτοχοι των υποστατικών που διεξήγετο η εργασία (invitors) είναι υπόλογοι στον φιλοξενούμενο (invitee) για ζημιά που προξενείται σ' αυτόν από ασυνήθη κίνδυνο επί της περιουσίας των, την ύπαρξη του οποίου εγνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν.
Η ερώτηση που εγείρεται είναι κατά πόσο ο κίνδυνος ήταν προβλεπτός ή όχι. Η απάντηση πρέπει να είναι "Όχι δεν ήταν προβλεπτός". Ο δεύτερος εναγόμενος δεν επέδειξε οιαδήποτε αμέλεια διά την οποία ο τέταρτος εναγόμενος να θεωρηθεί ως εκ προστήσεως υπεύθυνος (vicariously liable). Ακόμη και σε περίπτωση που θα επρόκειτο περί προβλεπτού κινδύνου το μεταλλικό κλουβί ως μέτρο προστασίας, το οποίο εισηγήθηκε ο Μ.Ε. 4, δεν είναι πρακτικά εφαρμόσιμο προπάντων όταν το ελαστικό είναι εφαρμοσμένο επί του οχήματος. Αναφορικά με το σχεδιάγραμμα Τεκμήριο 4, το οποίο παρουσίασε ο μάρτυρας αυτός και το οποίο είναι φωτοαντίγραφο της σελ. 65 του σχετικού βιβλίου πρόκειται περί εργοστασίου και αναγράφονται τα εξής:
"At this factory a steel cage guard for tyre inflation (see illustration below) was provided and the Cautionary Placard drawing attention to the dangers during the removal, assembly and inflation of tyres was posted in a prominent position."
Κάτω από το σχεδιάγραμμα αναγράφονται τα εξής:
"The description of accidents and accompanying illustrations or diagrams in this publication are intended only for future guidance in safety matters and not to convey implication as to the extent, if any, to which particular individuals or firms may have been to blame in connection with the accidents in question."
Λόγω των ανωτέρω θα επέτρεπα την έφεση.
ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος-ενάγων με την άγωγη του στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αξιούσε από τέσσερις εναγόμενους - την εταιρεία Λ.Π. Φραγκεσκίδης & Σία Λτδ. (η "Εταιρεία") και τρεις υπαλλήλους της - ειδικές και γενικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες που έπαθε σε ατύχημα από αμέλεια των εναγόμενων ενώ βρισκόταν στα υποστατικά της εταιρείας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η εταιρεία και ο υπάλληλος - εναγόμενος 2 ήταν ένοχοι αμέλειας και υπεύθυνοι για το ατύχημα.
Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα είναι:
Η εταιρεία είναι κάτοχος ακινήτου στο οποίο διεξάγει επιχειρήσεις - πωλήσεις, επιδιορθώσεις, εφαρμογή ελαστικών αυτοκινήτων και επένδυση και αναγόμωση παλιών ελαστικών.
Ο εφεσίβλητος - δασοκόμος στο Τμήμα Δασών - πήγε στο υποστατικό της εταιρείας στις 25 Ιανουαρίου, 1980, για νόμιμη εργασία, να παραλάβει ελαστικό το οποίο παράδωσε προηγούμενα για επένδυση. Ο εφεσείων - υπάλληλος, στην εκτέλεση των συνηθισμένων καθηκόντων του, αντικατάστησε τα πισινά ελαστικά ενός φορτηγού αυτοκινήτου με καινούρια και το δεξιό μπροστινό με ένα από τα δύο παλιά που αφαίρεσε από τους πισινούς τροχούς. Ο ίδιος γέμισε το ελαστικό αυτό, χρησιμοποιώντας αεροσυμπιεστή του εργαστηρίου. Τότε σημειώθηκε ισχυρή έκρηξη του ελαστικού αυτού, με αποτέλεσμα η μεταλλική στεφάνη μεταξύ του τροχού και του ριμ να εκτιναχθεί και να κτυπήσει τον εφεσίβλητο, προξενώντας του σοβαρές σωματικές βλάβες.
Η αιτία της έκρηξης του ελαστικού δεν διακριβώθηκε. Μόνο για την εκτίναξη της στεφάνης ο υπάλληλος αυτός είπε στη μαρτυρία του ότι αργότερα εξακρίβωσε ότι το ριμ του τροχού ήταν σκουριασμένο σε βαθμό που η στεφάνη δεν εφάρμοζε καλά πριν την αφαίρεση του ελαστικού και ότι η κατάσταση του ριμ δεν φαινόταν εξωτερικά.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Μ.Ε. 4 - Άθου Χαραλάμπους - Επιθεωρητή Ασφάλειας στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που δεν αμφισβητήθηκε και έγινε δεκτή από το Δικαστήριο, η δραστηριότητα αερογεμίσματος ελαστικού ενέχει στοιχείο κινδύνου. Συγκεκριμένα είπε:
"... κατά τη διάρκεια του φουσκώματος ελαστικών, ιδιαίτερα ελαστικών τα οποία υποστηρίζονται με επιπρόσθετα εξαρτήματα, όπως στεφάνη, υπάρχει κίνδυνος εκσφενδονίσεως της στεφάνης όταν ακόμα και αν εκραγεί το ελαστικό, κομμάτια από το ίδιο το ελαστικό και της στεφάνης να φύγουν. Αυτό είναι κάτι που ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις φουσκώματος ελαστικών οχημάτων, διά αυτό το λόγο πρέπει ο εργαζόμενος ή οποιοσδήποτε ευρίσκεται εκεί να έχει υπόψη ότι υπάρχει κίνδυνος. Εφόσο υπάρχει κίνδυνος και όπου υπάρχει κίνδυνος πρέπει να λαμβάνονται μέτρα."
Το Δικαστήριο απόδωσε την ευθύνη για το ατύχημα στην εταιρεία και τον υπάλληλο γιατί:
(ι) Δεν προειδοποίησαν το εφεσίβλητο, ο οποίος δεν είχε γνώση, για τον ασυνήθιστο κίνδυνο που συνεπάγετο η επαγγελματική τους δραστηριότητα.
(ιι) Δεν πήραν προστατευτικά μέτρα, όπως τοποθέτηση του ελαστικού σε προφυλακτικό κατασκεύασμα, το οποίο είχαν στη διάθεσή τους και χρησιμοποιούσαν για καινούρια ελαστικά, και
(ιιι) Παράλειψαν να ασκήσουν λογική φροντίδα έναντι του εφεσίβλητου.
Ο δικηγόρος των εφεσειόντων υπόβαλε ενώπιόν μας ότι ο κίνδυνος δεν ήταν εύλογα προβλεπτός, τα προστατευτικά μέτρα στα οποία αναφέρθηκε το Δικαστήριο ήταν ανεφάρμοστα και έξω από τα όρια της πρακτικότητας και ότι, κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης, οι εναγόμενοι δεν παρέλειψαν να εκτελέσουν οποιοδήποτε καθήκο που επιβάλλει ο Νόμος.
Ο δικηγόρος του εφεσίβλητου, από την άλλη, εισηγήθηκε ότι ο εφεσίβλητος ήταν στο υποστατικό της εταιρείας για νόμιμη εργασία σαν invitee (προσκεκλημένος). Υπήρχε ασυνήθιστος προβλεπτός κίνδυνος, τον οποίο οι εναγόμενοι εγνώριζαν, ή όφειλαν να γνωρίζουν και υποστήριξε ότι τα ευρήματα και συμπεράσματα του Δικαστηρίου ήταν ορθά και απροσμάχητα.
Το ζήτημα διέπεται από τις πρόνοιες του Αρθρου 51 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, ο οποίος κωδικοποιεί το Αγγλικό Κοινοδίκαιο. Δεν είναι όμως πλήρης και ερμηνεύεται με βάση το Αγγλικό Δίκαιο - [Alexandros Paikkos ν. Antonis Kontemeniotis, (1989) 1 C. L. R. 50, στην οποία αναφέρεται όλη η προηγούμενη νομολογία].
Ο κάτοχος υποστατικού, ακίνητης ιδιοκτησίας, έχει τον έλεγχο και την άμεση επίβλεψή του. Αυτός περαιτέρω έχει εξουσία να επιτρέπει ή να απαγορεύει την είσοδο σ' αυτό. Η ευθύνη βασίζεται στην κατοχή και τον έλεγχο.
Το Κοινοδίκαιο και το Άρθρο 51(2)(β) του Κεφ. 148 αναγνωρίζουν διαφορετική ευθύνη στον κάτοχο ακίνητης ιδιοκτησίας έναντι δύο κατηγοριών προσώπων που εισέρχονται και ευρίσκονται σε ακίνητο με την άδειά του, εκτός βεβαίως εκείνων που εισέρχονται με βάση σύμβαση που καθορίζει τις υποχρεώσεις των μερών: Τα πρόσωπα που πηγαίνουν με πρόσκληση - ρητή ή σιωπηρή - και τους απλούς αδειούχους. Με την ορολογία που επικράτησε οι πρώτοι είναι "προσκεκλημένοι" ("invitees") και οι δεύτεροι "αδειούχοι" ("licensees") παρόλον ότι τα προσωνύμια αυτά δεν είναι πολύ επιτυχή.
Η νομική προσέγγιση για τους επεμβασίες (trespassers) είναι εντελώς διαφορετική - (Vasiliou ν. Constantinides & Another (1972) J.S.C., 877 και British Railways Board ν. Herrington [1972] 1 All E.R. 749).
"Προσκεκλημένος" ("invitee") είναι πρόσωπο που εισέρχεται στο υποστατικό με πρόσκληση του κατόχου, από το οποίο ο κάτοχος έχει κάποιο χρηματικό ή υλικό συμφέρο.
Στην υπόθεση Indermaur ν. Dames [1866] L. R. 1 C.P. 274, ο Δικαστής Willes αναφέρτηκε στον ενάγοντα - προσκεκλημένο και είπε στη σελ. 285:
"... the capacity in which the plaintiff was there was that of a person on lawful business, in the course of fulfilling a contract in which both the plaintiff and the defendant had an interest...".
Οι πλείστες αυθεντίες μιλούν για κοινό συμφέρο του κατόχου και του προσκεκλημένου. Η πρόσκληση είναι παράκληση εισόδου στο υποστατικό για τους σκοπούς της επιχείρησης του κατόχου. Η πρόσκληση μπορεί να είναι γραπτή, ή προφορική, ή εξυπακουόμενη, ή με συμπεριφορά. (Fairman ν. Perpetual Investment Building Society [1923] A.C. 74; Mersey Docks and Harbour Board v. Procter [1923] A. C. 253, 272; Ellis v. Fulham Borough Council [1937] 3 All E.R. 454.)
Στην παρούσα περίπτωση ο εφεσίβλητος ήταν προσκεκλημένος.
Η έκταση του καθήκοντος του κατόχου έναντί του έχει καθοριστεί από το Δικαστή Willes στην κλασσική υπόθεση Indermaur ν. Dames (ανωτέρω), στη σελ. 288:
"The class to which the customer belongs includes persons who go (... ) upon business which concerns the occupier, and upon his invitation, express or implied.
And, with respect to such a visitor, at least, we consider it settled law, that he, using reasonable care on his part for his own safety, is entitled to expect that the occupier shall on his part use reasonable care to prevent damage from unusual danger which he knows or ought to know; and that, where there is evidence of neglect, the question whether such reasonable care has been taken (by notice, lighting, guarding, or otherwise), and whether there was contributory negligence in the sufferer, must be determined by a jury as a matter of fact".
Ο κάτοχος δεν απαλλάσσεται ευθύνης με την ανάθεση της εκτέλεσης του καθήκοντος αυτού σε υπάλληλο, ή αντιπρόσωπο, ή ανεξάρτητο εργολάβο - (Thomson ν. Cremin and Others [1953] 2 All E.R. 1185).
Ο κάτοχος έχει καθήκο προς τον προσκεκλημένο να λάβει φροντίδα όπως το υποστατικό είναι εύλογα ασφαλές, δεν είναι όμως ασφαλιστής. Το καθήκο δεν είναι να εμποδίσει ασυνήθιστο κίνδυνο, αλλά να εμποδίσει ζημιά από ασυνήθιστο κίνδυνο, τον οποίο γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει.
Στην υπόθεση London Graving Dock Co., Ltd. v. Horton [1951] 2 All E.R. 1, στις σελ. 4 - 5 ο Λόρδος Porter είπε για τον ασυνήθιστο κίνδυνο:
"To my mind, danger may be unusual though fully recognised, and I am not prepared to accept the view that the word 'unusual' is to be construed subjectively as meaning 'unexpected' by the particular invitee concerned. Moreover, I get little assistance from the alternative word 'unexpected,' suggested by PHILLIMORE, L.J. [1915] 1 K.B. 596, in Norman v. Great Western Ry. Co. I think 'unusual' is used in an objective sense and means such danger as is not usually found in carrying out the task or fulfilling the function which the invitee has in hand, though what is unusual will, of course, vary with the reasons for which the invitee enters the premises."
Ο προσκαλών έχει ευθύνη για κίνδυνο τον οποίο γνωρίζει, ή οφείλει να γνωρίζει. Έχει υποχρέωση να γνωρίζει εκείνο που ένας λογικός άνθρωπος γνωρίζει ή θεωρείται ότι γνωρίζει.
Στην υπόθεση Hawkins ν. Goulsdon and Purley Urban District Council [1954] 1 All E. R. 97, ο Δικαστής Denning είπε στις σελ. 105-106:
"... If the occupier actually knows the physical condition of the premises, and a reasonable man would have realised that it was a danger, the occupier must be taken in law to have knowledge of the danger, because he ought to have realised it too. He ought to know what a reasonable man would know. I think that explanation is correct...
Thus far I have considered only the authorities, but when we come to consider the matter on principle it is clear that there should be no difference between an act of commission and an act of omission. If an occupier actually knows of a state of affairs on his land which a reasonable man would realise was a danger, he should not be allowed to escape from his responsibilities on the plea that he was not a reasonable man and did not realise it. I ought to add that when I speak of the 'actual knowledge' of the occupier of the existing state of affairs, I include also his presumed knowledge of it."
To καθήκον απέναντι σε απλό αδειούχο περιορίζεται σε προειδοποίησή του για κάθε κρυμμένο ή λανθάνοντα κίνδυνο τον οποίο γνωρίζει, ή κατά τεκμήριο πρέπει να θεωρηθεί ότι γνωρίζει.
Η διάκριση μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών περιορίζεται στο καθήκο του κατόχου για τη στατική κατάσταση των πραγμάτων. Αναφορικά με το καθήκο για τις "δραστηριότητες" σε υποστατικά οι δυο κατηγορίες εξομοιώνονται.
Ο Δικαστής Denning εις την υπόθεση Dunster ν. Abbott [1953] 2 All E.R. 1572, στη σελ. 1574 είπε:
"In this case, however, it does not matter whether the plaintiff was an invitee or a licensee. That distinction is only material in regard to the static condition of the premises. It is concerned with dangers which have been present for some time in the physical structure of the premises. It has no relevance in regard to current operations, that is, to things being done on the premises, to dangers which are brought about by the contemporaneous activities of the occupier or his servants or of anyone else."
(Βλ. επίσης Hawkins v. Goulsdon and Parley Urban District Council (ανωτέρω).
Στην υπόθεση Slater v. Clay Cross Co. Ltd. [1956] 2 All E.R. 625, αποφασίστηκε ότι οι εναγόμενοι έχουν καθήκο στη διεξαγωγή της επιχείρησής τους να λάβουν λογικά μέτρα να μην υποστεί ζημιά οποιοσδήποτε που είναι νόμιμα εκεί, ανεξάρτητα εάν είναι προσκεκλημένος ή αδειούχος, και έχουν ευθύνη για ασυνήθιστους κινδύνους τους οποίους γνωρίζουν ή όφειλαν να γνωρίζουν.
Ο κάτοχος έχει δύο καθήκοντα: Για τη στατική κατάσταση των πραγμάτων και για τη λειτουργία της δραστηριότητας ή επιχείρησής του.
Τι είναι λογικό ("reasonable") εξαρτάται από όλα τα περιστατικά στην κάθε περίπτωση, όπως τη φύση της πρόσκλησης, τη φύση του κινδύνου, τη γνώση του προσκεκλημένου. Όσον αφορά την πρακτικότητα των μέτρων, που πρέπει να λαμβάνονται για την εξάλειψη ή ελάττωση του κινδύνου, αυτή εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε περίπτωσης.
Στην εφαρμογή του δικαίου στον τομέα αυτό λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες της ανθρώπινης κοινωνίας για προστασία του ανθρώπου και ανεμπόδιστη λειτουργία των επιχειρήσεων. Τα Δικαστήρια στην προσέγγιση του θέματος αποδίδουν μεγαλύτερη σημασία στην προστασία και ασφάλεια του ανθρώπου.
Με βάση τα γεγονότα, όπως αναφέρτηκαν στην αρχή, έχω τη γνώμη ότι τα προστατευτικά μέτρα στα οποία αναφέρτηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι έξω από τα όρια της πρακτικότητας.
Το καθήκο των εφεσειόντων ήταν να εμποδίσουν ζημιά στον εφεσίβλητο από ασυνήθιστο κίνδυνο με οποιοδήποτε από τους τρόπους που αναφέρονται στην απόφαση Indermaur. Στην περίπτωση αυτή οι εφεσείοντες μπορούσαν με ευκολία να δώσουν προειδοποίηση την οποία να μπορούσε να αντιληφθεί ο εφεσίβλητος για να ενεργήσει ανάλογα, ή να απομονώσουν το χώρο του γεμίσματος των ελαστικών με κάποιο προστατευτικό διαχώρισμα.
Ο κίνδυνος έκρηξης του ελαστικού και εκτίναξης της στεφάνης ήταν ασυνήθιστος, αλλά εύλογα προβλεπτός. Ήταν κίνδυνος γνωστός στους εφεσείοντες, ή που έπρεπε να τον γνωρίζουν λόγω της φύσης της εργασίας τους, ενώ ήταν άγνωστος στον εφεσίβλητο.
Περαιτέρω, με βάση τη γενική νομοθετική διάταξη για το αστικό αδίκημα της αμέλειας, είχαν ευθύνη προς τον πλησίον τους να λάβουν τα μέτρα που ένας αντικειμενικά λογικός και συνετός άνθρωπος θα ελάμβανε υπό τις περιστάσεις. Πλησίον είναι πρόσωπο το οποίο με λογική πρόβλεψη ήταν ενδεχόμενο να επηρεαστεί από τη διεξαγωγή της δραστηριότητας στα υποστατικά της εταιρείας.
Τα ευρήματα και συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι δικαιολογημένα και τα μόνα στα οποία μπορούσε να καταλήξει. Οι εφεσείοντες παράλειψαν να εκτελέσουν το καθήκο τους απέναντι στον εφεσίβλητο. Το Δικαστήριο αυτό δεν θα επέμβει στην προσβαλλόμενη απόφαση.
Πριν καταλήξω ήθελα να αναφέρω ότι από παραδρομή ο πρωτόδικος Δικαστής έδωσε απόφαση για τον εφεσίβλητο για £5, 300. - (£800. - ειδικές και £4, 500. - γενικές αποζημιώσεις), ενώ όπως φαίνεται από τα πρακτικά, σελ. 25, ημερομηνίας 27 Ιουνίου, 1986, το ποσό που συμφωνήθηκε και αναγνωρίστηκε από τους δικηγόρους των διαδίκων είναι £5, 550. - (£800. - ειδικές και £4, 750. - γενικές αποζημιώσεις).
Είναι ορθό και δίκαιο το ποσό να διορθωθεί για να εξαλειφθεί το αποτέλεσμα της παραδρομής - (Kassinou ν. Efstathiou (1984) 1 C. L. R. 77, σελ. 120, 121).
Η πρωτόδικη απόφαση με διορθωμένο σε £5, 550. - το επιδικαζόμενο ποσό αποζημιώσεων επικυρώνεται.
ΠΙΚΗΣ. Δ.: Οι εφεσείοντες ασχολούνται με την πώληση ελαστικών τα οποία πωλούν και εφαρμόζουν σε αυτοκίνητα στα υποστατικά τους εργασίας στη Λευκωσία. Ο εφεσίβλητος τραυματίστηκε από την έκρηξη ελαστικού που επεσυνέβη στα υποστατικά των εφεσειόντων ενώ βρισκόταν σ' αυτά. Η επίσκεψή του είχε ως σκοπό τη διεκπεραίωση συναλλαγής του με τους εφεσείοντες. Λόγω της εκρήξεως εκσφενδονίστηκε η στεφάνη του τροχού η οποία τον έπληξε και, όπως είναι παραδεκτό, του προκάλεσε κακώσεις που έχουν αποτιμηθεί σε £5, 550. - για σκοπούς αποζημιώσεων. Είναι παραδεκτό ότι κατά τη διάρκεια της παραμονής του στα υποστατικά, ο εφεσίβλητος υπείχε θέση προσκεκλημένου (invitee) βάσει του άρθρου 51(2)(β) του Περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου - Κεφ. 148.
Παρόλο που ο επακριβής λόγος της εκρήξεως δεν προσδιορίστηκε, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα, και αυτό δεν αμφισβητείται, ότι η έκρηξη οφείλετο στο φούσκωμα του ελαστικού. Η στεφάνη του τροχού εκσφενδονίστηκε ως αποτέλεσμα της εκρήξεως και έπληξε τον εφεσίβλητο.
Το Δικαστήριο απέδωσε ευθύνη (για αμέλεια) στους εφεσείοντες επειδή
(α) Παρέλειψαν να δώσουν οποιαδήποτε προειδοποίηση για τον κίνδυνο εκρήξεως του ελαστικού κατά τη διαδικασία γέμισής του με αέρα, και επειδή
(β) παρέλειψαν να πάρουν τα ενδεδειγμένα προστατευτικά μέτρα για την προστασία του επισκέπτη τους (εφεσιβλήτου) από τις συνέπειες πιθανής εκρήξεως ελαστικού.
Το γεγονός ότι ο κίνδυνος ενάντιόν τού οποίου έπρεπε να προστατευθεί ο εφεσίβλητος ήταν ασυνήθης, επεσήμανε το Επαρχιακό Δικαστήριο, δεν απάλλαττε τους κατόχους των υποστατικών από την υποχρέωση να πάρουν τα αναγκαία προστατευτικά μέτρα. Η υποχρέωση για παροχή προστασίας επεκτείνεται και στις περιπτώσεις όπου ο κίνδυνος είναι ασυνήθιστος, όπως αναγνωρίστηκε ρητά στην υπόθεση Slater ν. Clay Cross Co. Ltd.* όπως υποδεικνύεται στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Ο κίνδυνος να εκραγεί ελαστικό ενώ φουσκώνεται ήταν όχι μόνο προβλεπτός αλλά και γνωστός στους εφεσείοντες οι οποίοι μάλιστα χρησιμοποιούσαν προστατευτικό περίφραγμα κατά τη διάρκεια του φου- σκώματος καινούργιων ελαστικών πριν από την εφαρμογή τους στα αυτοκίνητα. Η αφαίρεση του ελαστικού από το αυτοκίνητο για την παροχή αέρα δεν ήταν ευχερής, συνεπάγετο χρονοβόρα διαδικασία και, κατά την εισήγηση των εφεσειόντων, δε μπορούσε λογικά να αναμένεται η λήψη οποιωνδήποτε προστατευτικών μέτρων κατά τη διάρκεια του γεμίσματος ελαστικού εφαρμοσμένου σε αυτοκίνητο. Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατηρεί ότι οι εφεσείοντες όχι μόνο δεν έλαβαν προστατευτικά μέτρα για την προστασία του εφεσιβλήτου από προβλεπτούς κινδύνους, αλλά παρέλειψαν ολοσχερώς να τον προειδοποιήσουν και για τους κινδύνους αυτούς - διαδικασία ευχερής και ανέξοδη. Η παράλειψη των εφεσειόντων στοιχειοθετούσε όχι μόνο αθέτηση των υποχρεώσεων που επιβάλλει το άρθρο 51(2)(β) του Κεφαλαίου 148, αλλά και του γενικότερου καθήκοντος για την επίδειξη της δέουσας επιμέλειας για την προστασία του γείτονα, δηλαδή των προσώπων τα οποία κατά λογική πρόβλεψη ήταν ενδεχόμενο να επηρεαστούν από τις πράξεις και δραστηριότητες στα υποστατικά εργασίας των εφεσειόντων.**
Η θέση του εφεσιβλήτου, όπως διατυπώθηκε από το συνήγορό του, είναι ότι τα ευρήματα του Δικαστηρίου δεν αφήνουν περιθώριο για την εξαγωγή οποιουδήποτε συμπεράσματος άλλου από εκείνο στο οποίο κατέληξε το Δικαστήριο· δηλαδή ότι οι εφεσείοντες διέπραξαν το αστικό αδίκημα της αμέλειας και έχουν υποχρέωση να αποζημιώσουν τον εφεσίβλητο με το ποσό που έχει συμφωνηθεί.
Στην υπόθεση G. I. P. Constructions ν. Neophytou and Another,*** η οποία αναφέρεται στην απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου, υποδεικνύεται ότι ο κάτοχος υποστατικών ο οποίος επιθυμεί να περιορίσει τις κινήσεις των επισκεπτών μέσα στα υποστατικά, πρέπει να το πράξει ειδικά και ρητά·**** διαφορετικά παραμένει υπόλογος για οποιαδήποτε ζημιά ήθελε υποστεί από τις συνέπειες των κινδύνων που ήταν λογικά προβλεπτοί. Στην ίδια απόφαση επισημαίνεται η σύγχρονη τάση εναρμονισμού των υποχρεώσεων του κατόχου υποστατικών κατά το κοινό δίκαιο με τις σύγχρονες αντιλήψεις περί κοινωνικού καθήκοντος. Όπως υποδεικνύεται στην υπόθεση G.I.P. Constructions, ανωτέρω, τα όρια του καθήκοντος προς τον γείτονα προσδιορίζει η ανθρωπιστική συμπεριφορά η οποία αναμένεται από τον κάθε πολίτη στον προγραμματισμό και την εκτέλεση των δραστηριοτήτων του. Το κριτήριο αυτό, ως το μέτρο κρίσεως της συμπεριφοράς του εναγόμένου, σημειώθηκε κατά τρόπο εύγλωττο στην απόφαση British Railways Board ν. Herrington.*
Το ότι η πιθανότητα εκδηλώσεως του κινδύνου ήταν μικρή (slight) δεν απαλλάττει τον κάτοχο των υποστατικών από τη λήψη προστατευτικών μέτρων εφόσο ο κίνδυνος είναι προβλεπτός, όπως ήταν στην παρούσα υπόθεση.**
Καταλήγουμε ότι τα ευρήματα του Δικαστηρίου ήταν δικαιολογημένα και τα συμπεράσματά του για την απόδοση ευθύνης στους εφεσείοντες αναπόφευκτα. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση απορρίπτεται κατά πλειοψηφία με έξοδα.
* [1956] 2 All E.R. 625, 627.
** (Βλέπε, A. C. Billings & Sons Ltd. ν. Riden [1957] 3 All E.R. 1).
**** (Βλέπε Stone ν. Taffe and Another [1974] 3 All E.R. 1016).
* [1972] 1 All E.R. 749.
** (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Thake and another v. Maurice [1986] 1 All E.R. 497).