ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Yπόθεση αρ. 505/2004

 

 

30 Σεπτεμβρίου, 2005

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 24, 28 144, 146 και 165 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

PAVLOS PHANI VARELLAS TRADING CO. LTD.

Αιτητες,

 

- ν. -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ´ών η αίτηση.

 

------------------

 Ε. Μυριανθέας,  για τους αιτητές

Στ. Θεοδούλου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθών η αίτηση

-----------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Η αιτήτρια εταιρεία (που πιο κάτω θα αποκαλείται απλώς ως «οι αιτητές») με τη παρούσα προσφυγή ζητούν τις πιο κάτω θεραπείες, τις οποίες και παραθέτω αυτούσιες:

 

«Α.  Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση να υπολογίσουν και επιβάλουν δασμούς και φόρους ύψους Λ.Κ. 1413,00 δια το τελωνισθέν με την Ι.Μ.4 ημερομηνίας 16.2.2004 μεταχειρισμένο όχημα τύπου HONDA MODEL D15B, με αριθμό πλαισίου ΕU1-1033679 και αριθμό μηχανής D15B-3647686, με βάση τον κυβισμό του αντί την τιμολογιακή του αξία, και/ή άλλως πως, είναι άκυρος και/ή εστερημένη οιουδήποτε νομίμου αποτελέσματος και/ή παράνομος και/ή γενομένη εσφαλμένως και/ή κατά κατάχρηση εξουσίας και/ή εκ πλάνης περί τα πράγματα και τον νόμο και/ή αντισυνταγματικά και/ή αυθαίρετα και/ή άλλως πως.

 

Β.  Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου κηρύσσουσα άκυρο και/ή εστερημένη οιουδήποτε νομίμου αποτελέσματος και/ή παράνομο και/ή αντισυνταγματική την ως άνω πράξη των καθ' ων η αίτηση και/ή την υποχρέωση καταβολής υπό των Αιτητών, δασμών και/ή φόρων υπολογισθέντων με βάση το κυβισμό του ως άνω οχήματος και όχι με βάση τη δασμολογική του αξία και/ή η τοιαύτη υποχρέωση είναι παράνομη και/ή αντισυνταγματική.

 

Γ..................................»

 

Γεγονότα

Οι αιτητές είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης εγγεγραμμένη στην Κύπρο, σύμφωνα με τον περί Εταιρειών Νόμο, Κεφ. 113 και ασχολούνται με εισαγωγές μεταχειρισμένων οχημάτων, βασικά από την Ιαπωνία.

 

Στις 16/1/04 οι αιτητές εισήγαγαν με το πλοίο PRINCE 1, από την Ιαπωνία το μεταχειρισμένο αυτοκίνητο ΗONDA D15B με αριθμό αμαξώματος EU1-1033679, αριθμό μηχανής D15Β-3647686 και κυβισμό 1490 cc.

 

Στις 13/2/04 οι αιτητές καταχώρησαν στο μηχανογραφημένο σύστημα του Τμήματος Τελωνείων «ΘΗΣΕΑΣ» ηλεκτρονική  διασάφηση εισαγωγής για το πιο πάνω όχημα, η οποία επήρε τον αύξοντα αριθμό 2004100023846 με σκοπό τον τελωνισμό του οχήματος για εσωτερική κατανάλωση.  Μεταξύ άλλων δεδομένων, δηλώθηκε ότι το αυτοκίνητο ήταν μεταχειρισμένο, ιαπωνικής προέλευσης και αξίας Λ.Κ. 875.

 

Το προαναφερθέν ηλεκτρονικό σύστημα, δίνει στον εισαγωγέα /εκτελωνιστή δύο επιλογές τελωνισμού:  η μια αφορά τον τελωνισμό στη βάση της αξίας του οχήματος και η άλλη είναι προσαρμοσμένη στη βάση του κυβισμού του κινητήρα του οχήματος, σύμφωνα με σχετική διάταξη του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 2003 (Νόμος 200(1)/2003).

 

Η εν λόγω διασάφηση ελέγχθηκε από Λειτουργό του Τμήματος Τελωνείων στις 16/2/04 και την ίδια μέρα οι αιτητές κατέβαλαν το σχετικό δασμό (Λ.Κ. 1413 στο οποίο ποσό συμπεριλαμβάνεται και ο εισαγωγικός δασμός Λ.Κ. 87), σύμφωνα με το έγγραφο αρ. 200400014794. Στο θέμα αυτό της πληρωμής η πλευρά των αιτητών, στην αίτηση τους αλλά και στη γραπτή τους αγόρευση, δηλώνουν ότι το έπραξαν υπό διαμαρτυρία ενώ η πλευρά του καθού η αίτηση δηλώνει ότι «οι εισαγωγείς πλήρωσαν τα βεβαιωθέντα ποσά χωρίς να καταχωρήσουν στο σύστημα την οποιαδήποτε διαφωνία τους ή ηλεκτρονική διαμαρτυρία τους για επιφύλαξη των οποιωνδήποτε δικαιωμάτων τους ή/και χωρίς να ζητήσουν να καταβάλουν τους οφειλόμενους φόρους με την κατάθεση επαρκούς εγγύησης, όπως προνοείται από το άρθρο 156 του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου 82/67».

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

Από πλευράς αιτητών προβάλλεται και αναπτύσσεται η θέση ότι ο Διευθυντής Τμήματος Τελωνείων με την πιο πάνω απόφαση του παραβίασε συνταγματικά δικαιώματα των αιτητών, δηλαδή τα άρθρα 24 και 28 του Συντάγματος.  Επίσης η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίχθηκε σε εσφαλμένη εκτίμηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης, αφού αυθαίρετα και καθ' υπέρβαση εξουσίας, εφάρμοσε, κατά παράβαση του Συντάγματος, την εσωτερική Νομοθεσία (Ν. 200(1)/03 και 175(1)/03) αντί της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου που ως Διεθνής Συμφωνία υπερέχει της εσωτερικής.  Τέλος γίνεται ισχυρισμός ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και ότι στερείται οποιασδήποτε αιτιολογίας.

Η πλευρά του καθού η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να προσβάλουν την επίδικη πράξη αφού είχαν επιλέξει οι ίδιοι τη μέθοδο υπολογισμού των εν λόγω δασμών και φόρων, χωρίς να προβάλουν οποιαδήποτε επιφύλαξη ή διαμαρτυρία.  Αναφορικά με την ουσία της υπόθεσης υποστηρίζουν ότι αυτή είναι καθ' όλα νόμιμη και ορθή.

 

Εξέταση αντίστοιχων ισχυρισμών

Εφόσον υπάρχει προδικαστική ένσταση, που αφορά το παραδεκτό της προσφυγής, κάτι που θα μπορούσε να εγερθεί και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο αφού είναι θέμα δημόσιας τάξης (βλ. Βαρνάβα Νικολάου & Υιοί Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 (Γ) Α.Α.Δ. 1027, Φλωρεντία Πετρίδου ν. Ε.Δ.Υ., Α.Ε. 3355 ημερ. 10/1/04 και Ιάσων Γιασουμής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 3399 ημερ. 14/2/05), αρχίζω την εξέταση της υπόθεσης από αυτό το λόγο.  Ήδη ανάφερα ότι η θέση των καθών η αίτηση είναι ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος (α) διότι οι ίδιοι επέλεξαν την μέθοδο υπολογισμού του φόρου κατανάλωσης και (β) διότι κατέβαλαν και τους σχετικούς δασμούς χωρίς επιφύλαξη ή διαμαρτυρία.

 

Παραθέτοντας τα γεγονότα στην αρχή της απόφασης μου, έθιξα ότι στο θέμα αυτό, δηλαδή αν οι αιτητές πλήρωσαν χωρίς ένσταση και/ή διαμαρτυρία, οι διάδικοι είχαν διαφορά.  Έτσι κανονικά οι αιτητές ώφειλαν να αποδείξουν τον ισχυρισμό τους ότι διατύπωσαν ένσταση και/ή διαμαρτυρία.  Ο κ. Θεοδούλου επικαλέστηκε απόδειξη πληρωμής, που επισυνάπτεται ως τεκμήριο 3 στην ένσταση.  Ο κ. Μυριανθέας, επίσης επικαλείται απόδειξη πληρωμής που επισύναψε στη γραπτή του αγόρευση.  Το πρώτο έγγραφο (που επικαλείται ο κ. Θεοδούλου) με ημερ. 16/2/04 φέρει τίτλο ΤRΑΝSACTION ANALYSIS REPORT.  Δε φαίνεται εκεί οποιαδήποτε αναφορά σε διαμαρτυρία των αιτητών.  Όμως στο έγγραφο που επικαλούνται οι αιτητές, το οποίο μάλιστα (σε αντίθεση με το τεκμ. 3 της ένστασης) προβαίνει σε πλήρη περιγραφή του οχήματος, το οποίο έγγραφο  είναι επίσης ημερ. 16/2/04, φαίνεται με σαφήνεια ότι η πληρωμή των σχετικών φόρων και δασμών έγινε υπό διαμαρτυρία.  Φαίνεται εκεί η σφραγίδα PAYMENT UNDER PROTEST.  Θεωρώ αυτό το έγγραφο ως ικανοποιητική μαρτυρία για να αποδείξει τον ισχυρισμό των αιτητών ότι δε δέχθηκαν ανεπιφύλακτα την απόφαση των καθών η αίτηση.  Συνεπώς οι αυθεντίες που επικαλείται η πλευρά των καθών η αίτηση όχι μόνο δε βοηθούν την υπόθεση τους αλλά αντίθετα υποστηρίζουν τη θέση των αιτητών ότι δε δέχθηκαν χωρίς διαμαρτυρία την επίδικη απόφαση.  Η ένσταση απορρίπτεται αφού δεν έχουμε ανεπιφύλακτη αποδοχή της απόφασης.

 

Αναφορικά με το άλλο σκέλος, ότι δηλαδή οι ίδιοι οι αιτητές επέλεξαν την μέθοδο υπολογισμού του φόρου, με όσα ανάφερε ο ευπαίδευτος δικηγόρος των καθών η αίτηση στο στάδιο των διευκρινίσεων, αλλά και όπως ήταν η πρόνοια του σχετικού νόμου, καθίσταται σαφές ότι οι αιτητ΄ές δεν είχαν άλλη επιλογή.  ΄Επραξαν ότι προέβλεπε ο σχετικός νόμος (Ν. 200(1)03).  Επομένως απορρίπτεται κι' αυτό το σκέλος της προδικαστικής ένστασης.

 

Ουσία της υπόθεσης

Μελετώντας τις γραπτές αγορεύσεις του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών (αρχική και απαντητική) φαίνεται να δέχεται ότι οι καθών η αίτηση  «εκ πρώτης όψεως ενήργησαν νομότυπα εφαρμόζοντας την υφιστάμενη νομοθεσία και ειδικά το Νόμο 200(1)/03».  Όμως συνεχίζει ο συνήγορος τους, ο εν λόγω νόμος «προσκρούει και αντίκειται» όπως το διατυπώνει, προς τα άρθρα 24(1), (4) και 28 του Συντάγματος.

 

Διευκρινίζεται περαιτέρω, ότι με την αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών αυτό που αμφισβητείται είναι ο φόρος κατανάλωσης και όχι ο εισαγωγικός δασμός.

 

Από τη στιγμή που ο συνήγορος των αιτητών δέχεται ότι οι καθών εφάρμοσαν το σχετικό νόμο (Ν. 200(1)/03), δεν το θεωρώ αναγκαίο να παραθέσω το σχετικό άρθρο του Νόμου. Παρέχονται λεπτομέρειες στην αγόρευση του δικηγόρου των καθών.  Διευκρινίζεται απλώς ότι το θέμα διέπεται από τον Τέταρτο Πίνακα του Νόμου 200(1)/03 ο οποίος εφαρμόζεται σε οχήματα που έφθασαν στη Δημοκρατία μετά την 31/12/03 για τα οποία ο φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται με βάση τον κυβισμό.

 

Προχωρώ λοιπόν να εξετάσω τον ισχυρισμό περί αντισυνταγματικότητας του Νόμου.

 

Ενόψει του τεκμηρίου συνταγματικότητας των νόμων ο εν λόγω κανονισμός τεκμαίρεται συνταγματικός εκτός αν αυτός που τον αμφισβητεί,  (εδώ οι αιτητές) αποδείξει το αντίθετο και μάλιστα στο επίπεδο του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.  (Βλ. μεταξύ άλλων Αttorney General v. Imbrahim (1964) C.L.R. 195, σελ. 232, The Board for Registration of Archtitects and Civil Engineers v. Kyriakides (1996) 3 C.L.R. 650 sel. 654-655, Matsis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 245 σελ. 258, Republic v. Nishan Arakian a.o. (1972) 3 C.L.R. 294, Antoniades a.o v. Republic (1979) 3 C.L.R. 641, Savvas Raftis & Co. Ltde. V. Municipality of Paphos (1982) 2 C.L.R. 1, σελ. 6, Alecos Constantinides v. Electricity Authority of Cyprus (1982) 3 C.L.R. 798, σελ. 807, Aloupas v. National Bank of Greece (1983) 1 C.L.R. 55, Nicos Mylonas v. Republic a.o. (1984) 3 C.L.R. 1094 σελ. 1103, Papanicopoulos v. Morphou Co-operative Credit Society (1986) 1 C.L.R. 288, Papanicopoulos v. Morphou Co-operative Credit Society (1986) 1 C.L.R. 288, Meropi Michael Loizou v. Sewage Board of Nicosia (1988) 1 C.L.R. 122 σελ. 127 και πιο πρόσφατα Δημήτρης Πιτσιλλίδης κ.α. ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, υποθ. αρ. 79/02 κ.α. ημερ. 19/1/04 σελ. 15-16)

 

Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι παραβιάζονται τα άρθρα 24(1) και (4) του Συντάγματος, καθώς και το άρθρο 28.

 

Το άρθρο 24(1) αναφέρει ότι:

 

«1.  Έκαστος υποχρεούται να συνεισφέρει εις τα δημόσια βάρη αναλόγως των δυνάμεων αυτού

 

Το εδάφιο (4) ως ακολούθως:

 

«4.  Ουδείς φόρος, τέλος ή εισφορά οιασδήποτε φύσεως, εξαιρέσει των τελωνειακών δασμών, δύναται να είναι καταστρεπτικής ή απαγορευτικής φύσεως.»

 

Το άρθρο 28.1 και 2 έχουν ως ακολούθως:

 

«1.  Πάντες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, της διοικήσεως και της δικαιοσύνης και δικαιούνται να τύχωσι ίσης προστασίας και μεταχειρίσεως.

 

2.  Έκαστος απολαύει πάντων των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των προβλεπομένων υπό του Συντάγματος. άνευ ουδεμιάς δυσμενούς διακρίσεως αμέσου ή εμμέσου εις βάρος οιουδήποτε ατόμου ένεκα της κοινότητος, της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, της γλώσσης, του φύλου, των πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, της εθνικής ή κοινωνικής καταγωγής, της γεννήσεως, του πλούτου, της κοινωνικής τάξεως αυτού ή ένεκα οιουδήποτε άλλου λόγου, εκτός εάν διά ρητής διατάξεως του Συντάγματος ορίζηται το αντίθετον.

 

..................................................................................................................»

 

Μελέτησα τα όσα επικαλείται ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών στην αγόρευση του συμπεριλαμβανομένου και του παραδείγματος που εκεί παραθέτει, αλλά αδυνατώ να δεχθώ ότι τα όσα αναφέρει είναι αρκετά για να δείξουν πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι παραβιάζονται οι εν λόγω συνταγματικές πρόνοιες.  Αναφέρει εκεί ότι υπάρχει τέτοια παραβίαση «γιατί αναγκάζει την αιτήτρια και τους πολίτες γενικά να συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη με τρόπο δυσανάλογο προς τις δυνάμεις των και περαιτέρω καθιστά για μεν τους πολίτες απαγορευτική τους αγορά ενός φθηνού και καλού και ασφαλούς οχήματος, δια δε τους αιτητές ειδικά απαγορευτική την εισαγωγή μεταχειρισμένων οχημάτων δεδομένης πλέον της εξίσωσης σχεδόν των τιμών των καινούργιων και μεταχειρισμένων οχημάτων, παραβιάζοντας έτσι την ισοτιμία και τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ίση προστασία και μεταχείριση όπως προβλέπεται από το άρθρο 28(1) του Συντάγματος ειδικά του εδαφίου (2)........»

 

Με τους πιο πάνω ισχυρισμούς δεν αποδεικνύεται ότι ο πληρωτέος δασμός είναι πέραν των δυνάμεων των αιτητών ή ότι είναι καταστρεπτικής ή απαγορευτικής φύσης με την έννοια του άρθρου 24 του Συντάγματος.  Ούτε και αποδεικνύεται παραβίαση του άρθρου 28 του Συντάγματος.  Σε θέματα φορολογικής φύσης και γενικά οικονομικής πολιτικής η διακριτική ευχέρεια της διοίκησης είναι ευρεία (βλ. Antoniades & others v. Republic (1979) 3 C.L.R. 641).  Στην ίδια υπόθεση υποστηρίζεται και η άποψη ότι η παραβίαση του Συντάγματος πρέπει να είναι άμεση και όχι έμμεση. 

 

Με βάση τα πιο πάνω καταλήγω ότι οι αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν αντισυνταγματικότητα του Νόμου.

 

Αναφορικά με τους υπόλοιπους λόγους, δηλαδή ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα και/ή ότι στερείται η απόφαση της δέουσας αιτιολογίας, κρίνω ότι ούτε αυτοί ευσταθούν.  Η έρευνα είναι αναγκαία για την εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων υπό το πρίσμα των οποίων ένα πρόσωπο ή όργανο, ανάλογα με την περίπτωση, αποφασίζει.  Η έκταση και η μορφή της είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 74, Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών (1996) 3 Α.Α.Δ. 503 και Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, 275-276).

 

Στη δική μας περίπτωση τα γεγονότα δεν ήσαν υπό αμφισβήτηση.  Η απόφαση λήφθηκε με βάση τα γεγονότα που παρουσίασαν οι αιτητές και έγιναν δεκτά από τους καθών η αίτηση.  Το παράπονο είναι ότι εφάρμοσαν οι καθών πρόνοιες νόμου που είναι αντισυνταγματικές, κάτι όμως που δεν έγινε δεκτό από το δικαστήριο.  Επομένως ο ισχυρισμός ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα, δεν ευσταθεί.

 

Αναφορικά τώρα με το θέμα της αιτιολογίας, αυτή εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε περίπτωσης.  Εδώ τα γεγονότα ήσαν τέτοια που υπάρχει η δέουσα αιτιολογία αφού το Δικαστήριο είναι σε θέση, με τα ενώπιον του γεγονότα, να παρακολουθήσει το σκεπτικό της διοίκησης και να ασκήσει δικαστικό έλεγχο για σκοπούς διακρίβωσης της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, 272-273).

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήγω ότι οι αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν την υπόθεση τους.

 

Ως αποτέλεσμα η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.  Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑς

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο